Τα έργα του διαπρεπούς Κύπριου χορογράφου Φώτη Νικολάου πάντα γεννιούνται και εξελίσσονται κάτω από μία αναπόφευκτη συνθήκη: του χρόνου και της συνεχούς απώλειας.

Ακόμη και μετά από 18 χρόνια ως χορογράφος, εξακολουθεί να βιώνει την κάθε φορά σαν πρώτη. Τον πετύχαμε σε μια ανήσυχη περίοδο, να ετοιμάζει την κυπριακή παραγωγή «Αgainst the dying of light» όπου χορογραφεί δέκα ερμηνεύτριες στο πλαίσιο του θεσμού των Μεγάλων Μπαλέτων του Δήμου Λεμεσού. Πρόκειται για μια δουλειά αφιερωμένη στη Γυναίκα, που εξακολουθεί να παλεύει για τ’ αυτονόητα. Παράλληλα, υπογράφει την κίνηση και συμμετέχει ερμηνευτικά στη θεατρική παράσταση με το έργο του Τομ Χόλογουεϊ «Red Sky Morning», σε σκηνοθεσία Πάρι Ερωτοκρίτου. Σε κάθε περίπτωση, καύσιμο για τον Φώτη Νικολάου είναι πάντα η αμφιβολία, ενώ τον απωθούν οι απαντήσεις και οι βεβαιότητες.

– Πιστεύεις ότι ο σύγχρονος χορός περνά μια φάση «ακινησίας»; Tο σίγουρο είναι ότι περνά από μια φάση αμφισβήτησης. Οι νέες φόρμες και τάσεις αντί να εμπλουτίσουν και να προσφέρουν έξτρα εργαλεία δουλειάς και να συμπράξουν δημιουργικά ως καλλιτεχνικοί σύμμαχοι, φαίνεται να συγκρούονται και να πολεμούν τη τέχνη του χορού. Η τέχνη της κίνησης γενικότερα θεωρείται πια από πολλούς παλιά κι ότι πρέπει να προχωρήσουμε προς κάτι καινούργιο, μία νέα κινητική γλώσσα, λιγότερο χορευτική! Γνωρίζουμε καλά ως καλλιτέχνες ότι η τέχνη δεν μπορεί να εφησυχάζει· στόχος της είναι να ανακινεί, να προβληματίζει, ν’ αναθεωρεί και να σε κάνει να ελπίζεις. Ο τρόπος και η μέθοδος για να γίνει αυτό αλλάζει συνεχώς και εξελίσσεται και σίγουρα θα φτάσει πολλές φορές στο σημείο ν’ αμφισβητήσει το παρελθόν. Εντούτοις, ο δρόμος στη δική μας περίπτωση θα πρέπει να είναι ΜΕΣΑ από το χορό κι όχι διαγράφοντάς τον.

– Πώς αντιμετωπίζουν οι θεατές αυτή την τάση; Κυρίως με αμηχανία. Πολλοί προσπαθούν να καταλάβουν πού βρίσκεται ο χορός, ακόμα κι η κίνηση σε αρκετά χορευτικά έργα. Αυτό έχει περιθωριοποιήσει πολλούς, εξαιρετικούς χορευτές που δεν ξέρουν πώς να δρομολογήσουν τη τέχνη τους, ακόμα και πώς θα πρέπει να κινήσουν το ίδιο τους το σώμα χωρίς να τους λογοκρίνουν. Αυτό τελικά είναι που εγκλωβίζει και οδηγεί σώματα σε μία τρομαχτική «ακινησία»: ο φόβος ενός χορευτή, να μην κινηθεί χορευτικά! Το επισημαίνω γιατί αυτή τη στιγμή επιστρέφουν στην Κύπρο ταλαντούχοι χορευτές που πρέπει να μοιραστούν τον πλούτο που διαθέτουν με το κοινό. Παράλληλα, πρέπει να δοθεί χώρος σε όλες τις μορφές έκφρασης που γεννιούνται, ανεξάρτητα της αισθητικής και της γλώσσας που πρεσβεύουν, γιατί υπάρχει μεγάλη ανάγκη για διαφορετικές φωνές και απόψεις ακόμα και για αντιθετικές προθέσεις. Υπάρχει άπλετος χώρος για όλους, αρκεί να γίνεται καλά, σωστά και με πολύ δουλειά και πάθος.

– Ποια ανάγκη σε ώθησε να εστιάσεις στη θεματική της γυναίκας; Αρχικά, το ζήτημα ήταν τεχνικό αφού θα είχα 10 γυναίκες χορεύτριες να χορογραφήσω. Αυτό σίγουρα δεν μπορούσα να το αγνοήσω. Τα έργα μου πάντα εμπνέονται από τους ανθρώπους με τους οποίους δουλεύω. Όλα τους τα χαρακτηριστικά, τα χαρίσματα αλλά κι οι αδυναμίες τους καθορίζουν τη δημιουργία. Επηρεάζομαι σίγουρα κι από την τάξη πραγμάτων σε σχέση με τις γυναίκες παγκοσμίως, που ακόμη και εν έτει 2021 παλεύουν για αυτονόητες ελευθερίες, πέφτουν θύματα κακοποίησης, οδηγούνται ακόμη και στον αφανισμό σε ορισμένα κράτη. Αισθάνθηκα την ανάγκη να σταθώ απέναντί τους ως άντρας χορογράφος και δίπλα τους ως άντρας συμπολίτης για να δώσουμε φωνή και φως σ’ αυτές τις κρυμμένες ιστορίες που συχνά χάνονται.

– Μόνο οι γυναίκες είναι «ανεκτίμητες»; Όχι βέβαια. Όλοι οι άνθρωποι, όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί είναι ανεκτίμητοι, κάθε ύπαρξη είναι μοναδική, αναντικατάστατη και κανείς δεν έχει το παραμικρό δικαίωμα να τους υποτιμά, να τους αγνοεί, να τους επιβάλλεται ή να τους στερεί οποιαδήποτε ελευθερία.

– Ποια ερεθίσματα επηρεάζουν τις χορογραφικές σου ιδέες αυτόν τον καιρό; Ο άνθρωπος ήταν και θα παραμείνει κεντρική φιγούρα και πυρήνας των έργων μου. Οι χορογραφίες μου είναι ανθρωποκεντρικές, περιστρέφονται γύρω από τις ανθρώπινες σχέσεις και καταστάσεις, τα συναισθήματα, τις επιθυμίες, το υποσυνείδητο, τους φόβους και γενικά όλα αυτά που μας καθορίζουν αλλά αδυνατούμε να εξηγήσουμε. Τα έργα μου χαρακτηρίζονται από ερωτήματα. Καταπιάνομαι με θέματα που δεν μπορούμε να καταλάβουμε, με συναισθηματικές καταστάσεις αλλά και στιγμές όπως η απώλεια, ο θάνατος, η συναισθηματική βία. Θέματα που δεν μπορούμε ακριβώς να ορίσουμε ή να αποσαφηνίσουμε παρά μονάχα να απαντήσουμε μ’ ένα «ίσως…» ή «για εμένα προσωπικά είναι…» ή «δεν ξέρω, μπορεί να…». Όσο κι αν με ταλαιπωρούν ή με βασανίζουν τα μυστικά και τα άλυτα ερωτήματα στη ζωή και την τέχνη, ακόμη πιο πολύ με απωθούν οι απαντήσεις. Η ζωή μας είναι τόσο ασταθής κι εφήμερη για βεβαιότητες!

– Υπάρχει στις δουλειές σου κάποιο μοτίβο που αναπαράγεται; Σίγουρα υπάρχουν κινησιολογικά μοτίβα που κάθε χορογράφος αγαπά και που συνειδητά ή ασυναίσθητα επαναλαμβάνονται. Είναι σαν τα κουσούρια ή τις συνήθειες που ο έχει καθένας στην καθημερινότητα. Έτσι και κάποιες κινήσεις επανέρχονται στα έργα μας. Ενώ το αποτέλεσμα κάθε δουλειάς μοιάζει να μετακινείται πολύ, αφού αλλάζει ριζικά η αισθητική, κατά βάθος η ουσία του παραμένει κοντά στο πρώτο έργο που δημιούργησα. Ίσως είναι αυτό που συχνά λένε οι δημιουργοί: ότι τελικά ένα έργο φτιάχνουμε σ’ όλη μας τη ζωή, απλά αλλάζει το περίβλημα.

– Δεν είναι βαρετό να επαλαμβανόμαστε; Είμαι άνθρωπος που βαριέται εύκολα γι’ αυτό και αναζητώ άλλα τοπία, καινούργιες καταστάσεις, νέα ερεθίσματα και προκλήσεις για κάθε επόμενη δουλειά. Παρόλα αυτά, πάντα τα έργα μου γεννιούνται και εξελίσσονται κάτω από μία αναπόφευκτη συνθήκη: του χρόνου και της συνεχούς απώλειας. Υπό το πρίσμα αυτό, μιας συνθήκης στην οποία δεν έχουμε κανένα έλεγχο και δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε άλλο παρά μόνο να τη βιώσουμε, εκεί ακριβώς, στο μικρό χρονικό διάστημα που μας χαρίστηκε, μπορούν να γεννηθούν και να συμβούν τα πάντα: η απώλεια, το πένθος, ο έρωτας, η αναπόληση, η επιθυμία, το πάθος, ο φόβος, ο θυμός, η απόγνωση…

– Πότε έρχεται η στιγμή της καλλιτεχνικής αυτοεπίγνωσης; Φοβάσαι μήπως σε παγιδεύσει; Μα δεν «έρχεται», είναι συνέχεια εκεί. Είναι ο μικρός αόρατος εαυτός που δεν σταματά να σε αμφισβητεί, να σε προκαλεί αλλά και να σε εμψυχώνει ή να σ’ επιβραβεύει. Είναι μια διττή σχέση που αν την ακούσουμε σωστά μάς κρατά σταθερά σε μια πορεία εξέλιξης, μάς βάζει στη διαδικασία να δούμε το έργο και την πορεία μας απ’ έξω. Δεν πιστεύω ότι μπορεί να γίνει παγίδα όταν φιλτράρεται σωστά και συνειδητά. Μπορεί όμως μία λανθασμένη εκτίμηση ή μία αρνητική άποψη να σ’ εγκλωβίσει και να σε ακινητοποιήσει. Είναι εύκολο σε μία τέτοια περίπτωση να χάσεις τη πίστη σ’ αυτό που κάνεις, να χάσεις το δρόμο σου κι απλά να μην ξέρεις πώς να συνεχίσεις. 

 – Πιστεύεις στη δύναμη του έργου σου; Πιο πολλές αμφιβολίες έχω για το έργο μου απ’ ότι πίστη! Δεν εννοώ ότι δεν πιστεύω σε αυτό που κάνω. Αντίθετα, το πιστεύω γιατί αυτό θέλω κι αυτό ξέρω να κάνω και θα το κάνω με ορμή, σθένος και πάθος. Η αμφιβολία όμως πάντα υποβόσκει. Το αγκάθι αυτό μάς ταλαιπωρεί σε κάθε δημιουργία. Ακόμη και μετά από 18 χρόνια ως χορογράφος με κάνει να αισθάνομαι κάθε φορά σαν να είναι η πρώτη. Δεν είναι ο φόβος της αποτυχίας, αυτόν τον έχω ξεπεράσει, γιατί θεωρώ ότι έχω κάθε δικαίωμα να δοκιμάσω, να πειραματιστώ κι αν δεν πετύχει η συνταγή ν’ αποτύχω. Κάτι θα έχω μάθει για την επόμενη δοκιμασία. Η ίδια η διαδικασία είναι που με τρομάζει και με συναρπάζει. Είναι μία καθαρά «σισυφική» κατάσταση: χτίζω- χαλώ, δημιουργώ- διαλύω, συνθέτω- αποδομώ. Μέσα σ’ αυτό το χαοτικό σύμπαν αισθάνομαι κάθε φορά απεριόριστη ασφάλεια και δύναμη, ενώ συγχρόνως βιώνω τον απόλυτο τρόμο και την αμφιβολία.

– Η εμπειρία είναι προϋπόθεση για τη γνώση; Πιστεύω πως ναι και αναφέρομαι σε κάθε μορφής εμπειρία, όχι απλά την επαγγελματική.  Η εμπειρία του καθενός ξεχωριστά είναι ένας προσωπικός θησαυρός γνώσης που ανοίγει κόσμους, τόσο διαφορετικούς και μοναδικούς που κανένας δεν μπορεί να ξέρει, ούτε καν να βιώσει κάτι αντίστοιχο, αφού υπάρχει μόνο μέσα από την περιγραφή του άλλου.  Γι’ αυτό παρουσιάζει τόσο ενδιαφέρον η διαδικασία της δημιουργίας, όπου ο εκάστοτε χορογράφος πρέπει να βρει τον τρόπο να εκμαιεύσει από τους συνεργάτες του τα συναισθήματα και την κατάσταση που αυτός βίωσε και οραματίζεται. Στη συνέχεια, αυτό πρέπει να εικονοποιηθεί με τρόπο ώστε να περάσει τον τοίχο που τους χωρίζει με το κοινό και να γίνει και δική τους ιστορία. Πολλές φορές κάποιοι μας κατακρίνουν για τις επιλογές που κάνουμε στα έργα μας, τις θεματικές μας ακόμα και στις θέσεις που παίρνουμε.  Αυτό το θεωρώ άδικο έως και ανήθικο αφού ο καθένας μοιράζεται ιστορίες της δικής του βιωματικής γνώσης· ιστορίες μοναδικές, πολλές φορές οδυνηρές, τις οποίες κάποιοι δεν έχουν ζήσει ποτέ. Γι’ αυτό και δεν έχει κανείς το δικαίωμα να κρίνει ούτε καν να σχολιάσει τις επιλογές ενός καλλιτέχνη, εφόσον δεν γνωρίζει από πού προέρχονται. 

– Σε προβληματίζει κάθε φορά το πώς θ’ αντιδράσει ο θεατής; Οι καλλιτέχνες έχουμε μάθει να λέμε πως δεν μας προβληματίζει η γνώμη του κοινού, ενώ βαθιά μέσα μας μάς αφορά και μάς νοιάζει πολύ. Εάν δεν με προβλημάτιζε, δεν θα υπήρχε λόγος να επικοινωνήσω το έργο μου με το κοινό. Θα μπορούσα να το δω απλά ως μία διαδικασία έρευνας και ανταλλαγής με τους συνεργάτες μου. Ίσως να το αρχειοθετούσα κιόλας και να τελείωνε εκεί. Όταν αποφασίζεις ν’ ανοίξεις τη δουλειά σου στο κοινό, αυτό σημαίνει ότι αναζητείς κάποιου είδους διάλογο. Αγαπώ και αναζητώ αυτή την επικοινωνία, γιατί απελευθερώνεται το έργο από την εσωστρέφεια του στούντιο και της συνθήκης που ορίστηκε από εμάς και θα πρέπει να δοκιμαστεί μπροστά σε ανθρώπους που δεν γνωρίζουν τίποτα από τους στόχους μας. Μόνο τότε μπορείς να καταλάβεις εάν τα ερωτήματα κι οι προθέσεις σου συνομιλούν με άλλους ανθρώπους, εάν οι ανησυχίες σου είναι αντιληπτές κι αν τελικά συναντάμε άλλους με κοινά βιώματα, παρόμοιες ιστορίες.

– Η σχέση χορογράφου – ερμηνευτή υπό ποιες προϋποθέσεις μπορεί να παρομοιαστεί με «ερωτική»; Απόλυτα. Κι όπως και στη ζωή, στην περίπτωση που αυτή η χημεία δεν λειτουργήσει και δεν βρεθεί τρόπος να γεφυρωθεί, η συνεργασία είναι δυσβάσταχτη και το αποτέλεσμα μέτριο.

INFO

* «Αgainst the dying of light», 10 Νοεμβρίου, Παττίχειο Θέατρο Λεμεσού, 8.30μ.μ. 25372855, tickethour

* «Red Sky Morning» του Τομ Χόλογουεϊ, 28 Νοεμβρίου, Διεθνές Φεστιβάλ Λευκωσίας, Δημοτικό Θέατρο, 8.30μ.μ. soldouttickets