Για τον καλλιτεχνικό διευθυντή του Θεάτρου Διόνυσος η επιτυχία μιας θεατρικής παραγωγής δεν αποτελεί κάποιου είδους δυσεξιχνίαστο μυστήριο.
Η «Ποντικοπαγίδα» είναι η 66η παραγωγή του Θεάτρου Διόνυσος, το οποίο οσονούπω συμπληρώνει 20 χρόνια ζωής. Ο ιθύνων νους του καλλιτεχνικού οργανισμού με έδρα τη Λευκωσία, Χρήστος Γιάγκου σχολιάζει αυτή την πορεία υπό το φως της νέας καλλιτεχνικής πρόκλησης με το θρυλικό και πολυπαιγμένο έργο μυστηρίου της Αγκάθα Κρίστι που κατέχει ένα μοναδικό ρεκόρ στο παγκόσμιο θεατρικό στερέωμα: παιζόταν ανελλιπώς στο Γουέστ Εντ από το 1952 μέχρι και τον Μάρτιο του 2020 όταν και διακόπηκε λόγω της πανδημίας. Ο ίδιος σκηνοθετεί και παίζει στην παραγωγή αυτή που σκοπεύει να εκπλήξει ακόμη κι όσους γνωρίζουν πια ποιος τελικά είναι ο αινιγματικός δολοφόνος ανάμεσα στους αποκλεισμένους από το χιόνι ενοίκους της πανσιόν Μόνκσγουελ Μάνορ.
– Ποιο στοιχείο είναι αυτό που καθιστά το έργο αυτό τόσο επιτυχημένο και διαρκώς επίκαιρο, με το ρεκόρ στο Γουέστ Εντ και τα συνεχή ανεβάσματα; Έχω την εντύπωση ότι πέρα από τον συναρπαστικό τρόπο γραφής της, η Άγκαθα Κρίστι στο συγκεκριμένο έργο καταφέρνει με μεγάλη απλότητα να συμπεριλάβει πολλά άλλα θέματα, όπως η αγάπη, η αδικία, η ευθύνη, η τάξη, η λογική, η κακοποίηση, η τιμωρία, η εκδίκηση, ο θάνατος. Κι όλα αυτά σε συνδυασμό με το λεπτό αγγλικό χιούμορ, την ειρωνεία και το μυστήριο, καθιστούν το έργο διαχρονικά επίκαιρο και επιτυχημένο.
– Τι μπορεί να προσφέρει ένα κλασικό έργο μυστηρίου στον σύγχρονο θεατή σ’ αυτές τις δύσκολες εποχές; Η απόδραση από τη στεναχώρια και τα προβλήματα μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους. Και το να παρακολουθήσεις μία παράσταση με το διασημότερο, ίσως, έργο μυστηρίου, θα παραμένει πάντοτε μια καλή πρόταση για να σταματήσεις να τα σκέφτεσαι. Η «Ποντικοπαγίδα» δεν είναι απλώς ένα έργο μυστηρίου, αλλά ένα άρτιο θεατρικό έργο με αμεσότητα στον λόγο, ολοκληρωμένους χαρακτήρες, φοβερή πλοκή, με ωραίους ρυθμούς και συχνές εναλλαγές συναισθημάτων κι εμείς προσπαθούμε να τα παρουσιάσουμε όλα αυτά σε μια παράσταση υψηλής αισθητικής.
– Ποιες θα έλεγες ότι είναι οι ιδιαιτερότητες της συγκεκριμένης πρότασης; Στη δική μας παράσταση επικεντρωθήκαμε περισσότερο στους λόγους που οπλίζουν το χέρι του δολοφόνου και τις ευθύνες όσων εμπλέκονται ή είχαν αναλάβει την προστασία των τριών παιδιών, που χάνουν τους γονείς τους και τίθενται υπό κρατική μέριμνα, αλλά και τις συνέπειες που επακολούθησαν για το μέλλον αυτών των παιδιών. Και για να το πούμε ξεκάθαρα: αυτά τα παιδιά κακοποιήθηκαν. Αυτά είναι τα βασικά θέματα που πυροδοτούν τη δράση, τις ανατροπές και τις συχνές εναλλαγές συναισθημάτων που κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον του θεατή μέχρι την αποκάλυψη της αλήθειας.
– Δεν είναι παράδοξο που ένα έργο που είναι τόσο διάσημο και λίγο- πολύ το γνωρίζουν όλοι δεν ανεβαίνει τόσο συχνά από επαγγελματικό θέατρο στην Κύπρο; Πώς το εξηγείς; Ενδεχομένως ο μύθος και η διασημότητα που συνοδεύουν το έργο όλα αυτά τα χρόνια, με τα ρεκόρ παραστάσεων, να είναι τελικά αποτρεπτικός παράγοντας για το ανέβασμά του στη Κύπρο.
– Δεν ανησυχείς μήπως διαρρεύσει το μυστικό για το πώς τελειώνει το έργο; Καθόλου, γιατί μετά από 70 σχεδόν χρόνια που παίζεται ασταμάτητα το έργο στο Λονδίνο, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο, το μυστικό για το πώς τελειώνει έχει ήδη διαρρεύσει. Το μεγάλο μυστικό για την επιτυχία μιας παραγωγής, με την έννοια της ανταπόκρισης του κοινού, είναι η καλή παράσταση και προς αυτή την κατεύθυνση εργαζόμαστε.
– Τι σκέψεις σου γεννά το απόφθεγμα της Αγκάθα Κρίστι «ο χρόνος είναι ο καλύτερος δολοφόνος»; Ότι ο χρόνος «σκοτώνει» τη νιότη και κατ’ επέκταση τη ζωή. Έχω όμως την εντύπωση ότι το απόφθεγμα αυτό επιδέχεται πολλών ερμηνειών.
– Δεν είναι δύσκολο να επωμίζεσαι την τριπλή ιδιότητα, του σκηνοθέτη, του ρόλου του ταγματάρχη Μέτκαλφ και του καλλιτεχνικού διευθυντή; Πώς το διαχειρίζεσαι; Ασφαλώς και είναι πολύ δύσκολο, αλλά δεν είναι η πρώτη φορά που το κάνω. Όταν σκηνοθετώ ένα έργο εννοείται ότι προετοιμάζομαι πολύ πριν αρχίσουν οι πρόβες και στο πλαίσιο της προετοιμασίας αυτής ξέρω και πώς θα ερμηνεύσω το ρόλο μου. Άρα πηγαίνω στην πρώτη ανάγνωση του έργου, έχοντας σε μεγάλο βαθμό έτοιμο το ρόλο μου. Εκεί που προκύπτουν κάποια θέματα είναι σε σχέση με τον προϋπολογισμό της παραγωγής, όταν με την ιδιότητά μου ως σκηνοθέτης ζητάω περισσότερα χρήματα για τις ανάγκες της, αλλά πάντα πρυτανεύει η άποψη ότι όταν τελειώνουν τα χρήματα επιστρατεύεται η φαντασία.
– Πώς θα όριζες την ιδανική σκηνοθεσία; Βασική προϋπόθεση για μια «ιδανική σκηνοθεσία» είναι να έχεις στη διανομή του έργου που επιλέγεις όλους εκείνους τους συντελεστές που εσύ κρίνεις ότι θα ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του έργου. Και επιπλέον έναν καλό προϋπολογισμό. Σε κάθε έργο, αλλά ακόμη περισσότερο όταν μιλάμε για τέτοια κλασικά έργα, δεν μπορείς να κάνεις εκπτώσεις. Ειδικότερα στο θέμα της επιλογής των ηθοποιών, γιατί είναι πολλά που θα πρέπει να ταιριάξουν ώστε να έχεις τη σωστή διανομή και να πετύχεις το αποτέλεσμα που θέλεις. Από εκεί και πέρα, ως σκηνοθέτης οφείλεις να φροντίσεις να δημιουργηθεί ένα καλό κλίμα στην ομάδα σου, να κάνεις τους συνεργάτες σου να νιώσουν ασφάλεια και να τους μεταδώσεις το όραμά σου για το έργο.
– Έχουν αναδιαμορφωθεί οι στόχοι και η φιλοσοφία του Θεάτρου Διόνυσος; Παραμένουμε πιστοί στην υπόσχεση μας να υπηρετήσουμε ένα σύγχρονο και ποιοτικό θέατρο, ένα θέατρο με αμεσότητα στο λόγο, στην έκφραση και στη θεματολογία, ένα θέατρο για όλες τις ηλικίες. Ένα θέατρο που έχει ανοικτές τις πόρτες για όλους τους καλλιτέχνες του τόπου μας και ιδιαίτερα τους νέους ανθρώπους, που είναι αυτοί που θα αναμορφώσουν το σύγχρονο κυπριακό θέατρο.
– Ποιες αρχές θεωρείς ως αδιαπραγμάτευτες στην πορεία του θεάτρου που διευθύνεις; Ο σεβασμός στον θεατή κι η υψηλή αισθητική παραμένουν οι βασικοί πυλώνες της φιλοσοφίας μας.
– Πώς βλέπεις το μέλλον του Θεάτρου Διόνυσος σε συνάρτηση και με το μέλλον του θεάτρου στην Κύπρο; Με την «Ποντικοπαγίδα» συμπληρώνονται 66 παραγωγές που αφορούν στο σύγχρονο, ευρωπαϊκό και αμερικανικό δραματολόγιο αλλά και το σύγχρονο, ελληνικό και κυπριακό έργο. Τα τελευταία χρόνια κάναμε μια στροφή και προς το κλασικό δραματολόγιο. Τώρα, σε σχέση με το μέλλον, θα έλεγα ότι δεν σταματάμε ποτέ να προγραμματίζουμε και να κάνουμε σχέδια, αλλά δεν θα ήθελα αυτή τη στιγμή να τα αναφέρω ενόψει των 20 χρόνων συνεχούς και σταθερής πορείας, που συμπληρώνονται σε τρεις περίπου μήνες. Προς το παρόν προετοιμαζόμαστε για μια δύσκολη θεατρική περίοδο που σε συνάρτηση με την πανδημία και την παγκόσμια οικονομική κρίση, πιθανόν να φέρει δυσκολίες και στα θεατρικά πράγματα του τόπου μας.
– Είναι ένδειξη υγείας ή παθογένειας η υπερπροσφορά θεατρικής παραγωγής; Αν πράγματι υπάρχει υπερπροσφορά θεατρικής παραγωγής θα φανεί στον χρόνο. Γιατί η υπερπροσφορά του σήμερα, μπορεί να είναι αποτέλεσμα της μεγάλης ανάγκης των καλλιτεχνών για έκφραση. Εάν αυτό όμως συνεχιστεί και σε βάθος χρόνου, επειδή και το κοινό το υποστηρίζει, αυτό θα σημαίνει ίσως ότι υπάρχει μια μεγάλη στροφή του κόσμου στο θέατρο κι αυτό θα είναι ένα μήνυμα ελπιδοφόρο. Όχι μόνο για το θέατρο.
* «Η Ποντικοπαγίδα» παρουσιάζεται στο Θέατρο Διόνυσος από τις 19 Νοεμβρίου και κάθε Παρασκευή & Σάββατο στις 8.30μ.μ. και Κυριακή στις 6.30μ.μ. μέχρι 19/12. 22818999, soldoutticketbox