Ο Πέτρος Κονναρής προσεγγίζει με έναν δημιουργικό τρόπο την καθημερινότητα, χρησιμοποιώντας την κίνηση, τον χορό και την περφόρμανς, εστιάζοντας σε θέματα που έχουν να κάνουν με την ευαισθησία, την τρυφερότητα και τη φροντίδα.
– Σπούδασες μαθηματικά και χορό. Τελικά τι σε κέρδισε στο χορό; Στα μαθηματικά, πάντα μου άρεσε η πρόκληση του πώς μπορώ να φτάσω στη λύση ενός προβλήματος. Κατά τη διάρκεια των σπουδών μου, μετά από παρότρυνση της τότε δασκάλας μου και τώρα στενής συνεργάτιδας Μαρίας Καμπέρη, ξεκίνησα να σπουδάζω παράλληλα χορό στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας. Σε εκείνη τη φάση, ο ενθουσιασμός που μου προκαλούσαν τα μαθηματικά είχε στερέψει, καθώς μετά από όλα τα θεωρήματα και τις αποδείξεις δεν ένιωθα ότι αυτό το πεδίο μπορούσε να μου προσφέρει κάτι άλλο. Ειδικά όταν, μέσα από τον χορό, την κίνηση και την περφόρμανς, άνοιγε ένας άλλος κόσμος όπου μπορούσα να προσεγγίσω με έναν δημιουργικό και μη ορθολογιστικό τρόπο την καθημερινότητα.
– Στις πρώτες σου παραστάσεις άρχισες να ερευνάς θέματα που αφορούν το γυμνό σώμα. Τι προβληματισμούς θέλησες να μεταφέρεις στο κοινό; Ξεκίνησα με το πρώτο μου έργο το WET το 2013, με την περιέργεια να ερευνήσω πώς το γυμνό σώμα επηρεάζει το παιχνίδι, την ευαισθησία και την τρυφερότητα. Επειδή στην καθημερινότητά μας είμαστε σχεδόν όλες τις ώρες με ρούχα, όταν είμαστε γυμνοί γινόμαστε κατευθείαν εκτεθειμένοι και ευάλωτοι, ιδιαίτερα όταν βρισκόμαστε σε δημόσιο χώρο. Αυτή η έκθεση, που στη δουλειά μου χαρακτηρίζω ως μια εξωπραγματική, ασυνήθιστη κατάσταση, προκαλεί ενεργοποίηση των αισθήσεων και μια μεγαλύτερη ενσυναίσθηση και αντίληψη του χώρου και του σώματός. Με αυτό τον τρόπο είναι σαν να και ξαναγνωρίζουμε τον κόσμο από άλλη ματιά.
– Πόσο σημαντική είναι για σένα η αλληλεπίδραση του έργου με τους θεατές; Για μένα η περφόρμανς λειτουργεί ως ένα είδος συνάντησης μεταξύ ανθρώπων κάτω από το πλαίσιο της θεματικής που προτείνει ο καλλιτέχνης. Μια συνάντηση για συζήτηση και ανταλλαγή με διάφορα παραστατικά ερεθίσματα. Τα τελευταία χρόνια ασχολούμαι με θέματα που έχουν να κάνουν με την ευαισθησία, την τρυφερότητα και τη φροντίδα. Μια από τις επιθυμίες μου στη δουλειά μου είναι να μπορέσω να ενεργοποιήσω την κοινωνία ώστε να λειτουργεί περισσότερο με πρόθεση τη φροντίδα και την ευαισθησία. Και σε συνέχεια, μέσα από αυτές τις επιτελεστικές συναντήσεις – παραστάσεις, να προκύψει μια άλλου είδους αλληλεπίδραση και επικοινωνία στην καθημερινότητά μας.
– Στην περφόρμανς «The only thing that matters is how much you love» εστιάζεις στην ιδέα της μητρότητας. Πώς προσεγγίζεις το θέμα; Αυτό είναι ένα πολύ ιδιαίτερο πρότζεκτ για μένα, το οποίο είχε αφορμή την επιθυμία μου να γίνω γονιός αλλά και τη δυσκολία που έχω σ’ αυτό ως ένας ομοφυλόφιλος άντρας στην Κύπρο. Είναι μια εξερεύνηση της φροντίδας μέσα από ένα ευαίσθητο και παιχνιδιάρικο ταξίδι, με τη χρήση της ζωντανής γραφής, του πλεξίματος και με πολλές ερωτήσεις που πηγάζουν από αυτή τη θεματική, όπως «τι εικόνες και δράσεις συνδέουμε με τη μητρότητα;» και «τι ρόλο παίζει η φροντίδα στην αξιολόγηση ατόμων για υιοθεσία;». Ασχολούμαι με αυτή την περφόρμανς τα τελευταία δύο χρόνια και είμαι τρομερά ευγνώμων για τα άτομα που με συντροφεύουν σε αυτό το ταξίδι, με όλα τα σκαμπανεβάσματά του: Τη δραματουργό μου Ροδιά Βόμβολου, τη Στέγη Χορού Λεμεσού για τη συμμετοχή μου στο φεστιβάλ και στο πρόγραμμά φιλοξενίας τους, την οικογένειά μου και τον υπέροχο σύντροφό μου.
– Πιστεύεις ότι θα πρέπει να εκσυγχρονιστούν οι δομές στην Κύπρο ώστε να υπάρχει η δυνατότητα υιοθεσίας ενός παιδιού από LGBTQ άτομα; Υπάρχει άμεση ανάγκη για εκσυγχρονισμό, έτσι ώστε οι δημόσιες δομές να στηρίζουν και να αναγνωρίζουν τα δικαιώματα κάθε πολίτη χωρίς να τον περιθωριοποιούν. Πολλές φορές το σύστημα προβάλλει το «η κοινωνία δεν είναι έτοιμη», ως μια επιφανειακή δικαιολογία για να μην αναλάβει τις ευθύνες του ως προς τις όποιες μειονότητες υπάρχουν στην Κύπρο. Με ένα (πολύ) ρομαντικό τρόπο, ίσως και μέσα από τα δικά μου βιώματα, θέλω να συνδέω την Κύπρο με τη φροντίδα, όπως στα παιδικά μου χρόνια. Είναι σημαντικό ως κοινωνία να εξασκήσουμε λίγο καλύτερα την ικανότητά μας να ακούμε πραγματικά ο ένας τον άλλο, τι ανάγκες και τι προβλήματα έχουμε, παρά να επικεντρωνόμαστε στο ποιος μπορεί να φωνάξει περισσότερο. Και τι καλύτερος τρόπος από το να προσφέρει το κράτος τη σωστή ενημέρωση και εκπαίδευση στους πολίτες του ώστε να μη φοβούνται και μισούν κάτι που δεν ξέρουν.
– Μπορεί ένας καλλιτέχνης στην Κύπρο να επιβιώσει με τον χορό; Η σύντομη απάντηση είναι «όχι, δεν μπορεί, αν δεν ασχολείται παράλληλα και με κάτι άλλο». Δυστυχώς, υπάρχουν πολλές ελλείψεις στο το πώς είναι τα πράγματα στην Κύπρο: Στις υποστελεχομένες Πολιτιστικές Υπηρεσίες και τα δύσβατα προγράμματά τους, στο ότι δεν υπάρχει ακόμη καθεστώς του καλλιτέχνη, στο ότι στις Κοινωνικές Ασφαλίσεις δεν καταλαβαίνουν τη διαφορά μεταξύ χορογράφου – περφόρμερ και δασκάλου χορού. Παίρνω την ευκαιρία να μιλήσω για τις δράσεις δυο σημαντικών φορέων στους οποίους εμπλέκομαι τα τελευταία χρόνια ως μέλος των Διοικητικών Συμβουλίων: Τη Νέα Κίνηση Ομάδων Χορού, Χορευτών και Χορογράφων και τη Στέγη Χορού Λευκωσίας που, σε συνεργασία με τη Στέγη Χορού Λεμεσού, προσπαθούν να διεκδικήσουν καλύτερες συνθήκες εργασίας στην Κύπρο. Οι φορείς αυτοί, μέσα από πολυετείς συνεισφορές και εθελοντική εργασία, αφουγκράζονται τις ανάγκες της κοινότητας και προσπαθούν να χτίσουν καλύτερα θεμέλια ώστε να μπορέσει το πεδίο του χορού και γενικότερα των τεχνών να πάρει τον χώρο που του αξίζει.
* Λευκωσία, 21/11, Στέγη Χορού. Περφόρμανς του Πέτρου Κονναρή «The only thing that matters is how much you love» στις 12:00 το μεσημέρι. Εισιτήρια https://shop.tickethour.com/
Ελεύθερα, 21.11.2021.