Απ’ τη μια είναι το σίγουρο βλέμμα ενός ανθρώπου που έχει εργαστεί σκληρά και έχει παλέψει πολύ, κι απ’ την άλλη αυτή, μία από τις σημαντικότερες Ελληνίδες ηθοποιούς, έχει άγχος για το πώς θα είναι στη σκηνή ως Άτοσσα, στη νέα της παράσταση με τον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου. Στην Καρυοφυλλιά, μάλλον, αρέσουν οι αντιφάσεις.
Μικρή, όταν προβάλλατε μια εικόνα του εαυτού σας στο μέλλον, ονειρευόσασταν αυτή την εξέλιξη; Τους πολλούς ρόλους, την καταξίωση, την αναγνώριση; Φυσικά όχι. Άλλωστε ήταν το κρυφό μου όνειρο. Δεν τολμούσα να το ομολογήσω στην ερώτηση «τι θα γίνεις όταν μεγαλώσεις;». Με γοήτευε πολύ όμως η υποκριτική.
Είχα διαβάσει ότι είδατε πρώτη φορά θέατρο στην εφηβεία, αν και ξέρατε νωρίτερα ότι θέλατε να γίνετε ηθοποιός. Πώς γίνεται αυτό; Από την τρίτη τάξη του δημοτικού, μια δασκάλα είχε δει φαίνεται πάνω μου το ταλέντο. Μου ανέθετε λοιπόν σε όλες τις γιορτές και τις εθνικές επετείους μακροσκελή ποιήματα ή τον πρωταγωνιστικό ρόλο σε εκείνες τις παιδικές παραστάσεις.
Λέγατε υπέροχα και το ποίημα «Του νεκρού αδελφού» κάνοντας τους δασκάλους και τους συμμαθητές σας να κλαίνε. Και τις γυναίκες του χωριού… Εμείς οι γυναίκες είμαστε πιο εύκολες στη συγκίνηση. Και αυτό είναι ένα ποίημα που θυμάμαι ακόμα. «Μάνα με τους εννιά σου γιους και με τη μια σου κόρη, / την κόρη τη μονάκριβη την πολυαγαπημένη, την είχες δώδεκα χρονών κι ήλιος δε σου την είδε! / Στα σκοτεινά την έλουζε, στ’ άφεγγα τη χτενίζει, / στ’ άστρι και τον αυγερινό έπλεκε τα μαλλιά της». Μπορώ να στο πω ολόκληρο! Και επειδή βίωσα από παιδί το να παίζω ένα ρόλο και να αισθάνομαι αυτή την ευχαρίστηση της υποκριτικής και της επικοινωνίας με τον κόσμο, ήθελα να κάνω αυτή τη δουλειά. Σε εκείνες τις παιδικές μου παραστάσεις συνειδητοποιούσα τη δύναμη του θεάτρου.
Τα πρώτα ερεθίσματα ποια ήταν; Ο ελληνικός κινηματογράφος, που έβλεπα ως παιδί στο καφενείο του πατέρα μου. Ερχόταν κινητός κινηματογράφος, καρφώναμε ένα σεντόνι στον τοίχο και βλέπαμε όλες αυτές τις πασίγνωστες ταινίες, που ακόμα και τώρα βλέπουμε.
Τι άνθρωποι ήταν οι γονείς σας; Καλοί άνθρωποι, γλυκιά πάστα. Γνώρισα πολύ μεγάλη αγάπη κι απ’ τους δυο. Ήταν απλοί άνθρωποι της επαρχίας… Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους το πέρασαν στο χωριό ως αγρότες, ενώ ο πατέρας μου είχε και το κεντρικό καφενείο του χωριού. Ήταν πάνω στην πλατεία, απέναντι απ’ την εκκλησία.

Και εσείς ως παιδί πώς ήσασταν; Παρατηρώντας σας κανείς σήμερα αντιλαμβάνεται ότι έχετε μια εσωστρέφεια. Μικρή πώς λειτουργούσατε; Ήμουν εύκολο παιδί. Κι εγώ και οι φίλες μου ήμασταν αγοροκόριτσα, συνεχώς με γδαρμένα γόνατα, πολλή ξεγνοιασιά και παιχνίδι έξω ή πάνω στα δέντρα. Γενικά ήμουν τρυφερή και αγαπησιάρα. Έζησα σε ένα ιδανικό περιβάλλον, είχα αρκετούς φίλους και βίωσα αγάπη από πολλούς.
Τι θυμάστε πιο έντονα από τότε; Την επαφή με τη φύση. Ζούσα σε ένα μέρος με ξεχωριστές εποχές. Είχαμε δύσκολους χειμώνες, με το λευκό χιόνι να ντύνει τα πάντα με το άσπιλο χρώμα του, δίνοντας μια παραμυθένια όψη στα παιδικά μου χρόνια. Στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’60 που μεγάλωνα δεν είχαμε ούτε καν ηλεκτρικό ή δίκτυο ύδρευσης. Είχαμε μια πηγή και πηγαίναμε εκεί με τα σταμνιά και παίρναμε νερό. Παράλληλα ερχόμουν σε επαφή με τις αγροτικές ασχολίες: τον θερισμό, τη συγκομιδή των καλαμποκιών.
Και η μετάβαση στην Αθήνα; Αρχικά πήγαμε με τους γονείς στην Κομοτηνή και αργότερα στη Θεσσαλονίκη. Εκεί πήγα στο εξατάξιο γυμνάσιο, αργότερα στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, φοίτησα και τρία χρόνια στο Πολυτεχνείο, στη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών, την οποία παράτησα μόλις τελείωσα τη δραματική σχολή, και μετά έφυγα για Αθήνα, όπου μένω πια δουλεύοντας 38 χρόνια.
Έχετε πλήρη αποδοχή από το ελληνικό θέατρο, τον Τύπο, τους συναδέλφους σας. Πώς είναι το συναίσθημα; Απ’ τη μια είναι μια υπέροχη επιβεβαίωση, και αυτό το έχουμε ανάγκη όλοι εμείς που ασχολούμαστε με αυτόν τον χώρο. Απ’ την άλλη είναι τεράστια ευθύνη. Όταν είσαι νέος σε αντιμετωπίζουν πιο χαλαρά, είναι πιο επιεικείς, αλλά όσο μεγαλώνεις, και το κοινό και ο Τύπος έχουν περισσότερες απαιτήσεις από σένα. Είναι μια διαρκής μάχη το να ανταποκρίνεσαι κάθε φορά στις προσδοκίες και να κρατάς τον πήχη ψηλά και να ξεπερνάς τον εαυτό σου. Είναι μεγάλο το άγχος…
Ακόμα και τώρα; Σαράντα χρόνια μετά την πρώτη σας επαγγελματική επαφή με το θέατρο; Ίσα-ίσα, γίνεται όλο και μεγαλύτερο, γιατί μεγαλώνει η ευθύνη όσο περνάει ο χρόνος. Δεν αρκούμαι ποτέ στα κεκτημένα, θέλω να προχωρώ παρακάτω. Αυτοαμφισβητούμαι, με νοιάζει να αιφνιδιάζω τον εαυτό μου και το κοινό. Και πάντα αναρωτιέμαι αν θα τα καταφέρω. Επαναπροσδιορίζεσαι κι εσύ ο ίδιος κάθε μέρα. Μου αρέσει να δοκιμάζω νέους τρόπους έκφρασης, πιο avant-garde, πιο πειραματικό θέατρο.
Αλήθεια, πώς μελετάτε ένα ρόλο; Είμαι απ’ τους ηθοποιούς που θεωρούν απαραίτητο να υπακούουν στην καθοδήγηση του σκηνοθέτη. Θέλω να υπηρετώ τη σκηνοθετική ματιά. Ειδικά αρχαίες τραγωδίες –όπως και οι «Πέρσες», που ανεβάζουμε τώρα στον ΘΟΚ– είναι έργα τεράστια, πολυσύνθετα, και επιδέχονται πολλών αναγνώσεων. Ανεξάρτητα απ’ το τι άποψη έχεις εσύ για το συγκεκριμένο έργο, οφείλεις να είσαι πιστός στη σκηνοθετική γραμμή. Δεν γίνεται διαφορετικά. Είναι σαν να είμαστε μέλη μιας ορχήστρας και δεν υπακούμε στον ρυθμό που δίνει ο μαέστρος. Αν επιμένει το πρώτο βιολί ή το πιάνο να κάνουν τα δικά τους, τότε έχουμε δυσαρμονία.
Αυτό ισχύει λοιπόν και στο θέατρο. Βέβαια, γι’ αυτό και ακούω πολύ τον σκηνοθέτη μου. Γίνονται πολλές αναλύσεις, συζητήσεις σκηνή τη σκηνή, φράση τη φράση. Υπάρχει πολύ διάβασμα, όχι μόνο του έργου, αλλά και σε μελέτες, για να έχεις πιο σφαιρική αντίληψη. Από εκεί και πέρα, στην καθημερινότητα πια, και βάσει αυτών που μου ζητιούνται, σκύβω στη δική μου αλήθεια. Προσπαθώ να είμαι όσο γίνεται πιο βαθιά και αληθινή, και να το υποστηρίξω με όλη τη δύναμη του συναισθηματικού και του ψυχικού μου κόσμου. Να βγάλω την αλήθεια του ρόλου.
Ποια είναι η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίσατε στη δουλειά; Το να παίξω στην Επίδαυρο, με αυτά τα μεγάλα αρχαία κείμενα και τους σπουδαίους ρόλους, γραμμένους απ’ τους σπουδαιότερους συγγραφείς που πέρασαν ποτέ από αυτή τη γη. Είναι τρομερά δύσκολο να παίξεις την Κλυταιμνήστρα, την Ηλέκτρα, την Αντιγόνη, την Εκάβη… Απ’ τα πιο δύσκολα πράγματα που έχει να κάνει ένας ηθοποιός. Είναι τεράστιοι ρόλοι κι εσύ είσαι ένας απλός, καθημερινός άνθρωπος που πρέπει να αναμετρηθείς μαζί τους.
Και πρακτικές δυσκολίες; Πριν χρόνια είχα κάνει μια ταινία, «Το πέρασμα». Εκεί έπρεπε να καπνίζω, αλλά επειδή ήτανε τρομερά άτεχνος ο τρόπος μου, η σκηνοθέτις έκοψε όλα τα κοντινά μου πλάνα. Αυτό με πείσμωσε και είπα ότι δεν πρόκειται να επιτρέψω να συμβεί ξανά αυτό, και έμαθα να τραβάω τον καπνό. Ή, σε μια άλλη δουλειά, χρειάστηκε να μάθω τούρκικα αλλά και γερμανικά. Μελέτησα μόνη μου συντακτικό και γραμματική της γερμανικής, με μέθοδο άνευ διδασκάλου. Δεν ήθελα να αποστηθίσω κάτι, αλλά να κατανοώ πλήρως τι λέω και όχι να κοιτάζω με ένα απλανές βλέμμα. Επίσης κάποια στιγμή έπρεπε να παίξω ένα κομμάτι στο πιάνο. Δεν λέω ότι έμαθα πιάνο… Έμαθα όμως το συγκεκριμένο κομμάτι του Σατί.
Όλα αυτά τα χρόνια μου δίνετε μια εικόνα ασκήτριας, αφοσιωμένης στην τέχνη της. Ισχύει αυτή η προσεγμένη εικόνα σας; Δεν είναι προσεγμένη εικόνα, είναι αληθινή. Αυτή είμαι. Δεν είμαστε οι ρόλοι που ερμηνεύουμε. Η τέχνη του ηθοποιού είναι να πάρει ένα κείμενο και να μπει σε αυτό με τόση πειθώ, που ο άλλος να νομίζει ότι έτσι είναι στην πραγματικότητα. Ανεξάρτητα απ’ τους σκοτεινούς ρόλους που καλούμαι να παίξω, είμαι ο εαυτός μου. Μια γυναίκα που είναι και αστεία, έχει και στιγμές χαζές και ελαφρές, που είναι χαλαρή με τους φίλους της πίνοντας κρασί και λέγοντας αστεία. Ισχύει όμως ότι είμαι ταγμένη στην τέχνη. Δουλεύω χρόνια ολόκληρα με πίστη και προσήλωση σε αυτό.
Ίσως αυτή η εικόνα να έχει ενισχυθεί, μιας και το όνομά σας έχει συνδεθεί με ρόλους στους οποίους κυριαρχεί το δραματικό στοιχείο. Είναι συνειδητή επιλογή ή θέμα συγκυριών η αποχή από την κωμωδία; Θα ήταν κάτι που θα σας ενδιέφερε; Θα ήθελα να κάνω κωμωδία, ενώ έχω εντάξει στοιχεία κωμικά σε ρόλους που είχαν τέτοιες απαιτήσεις. Οι άνθρωποι της δουλειάς μου ξέρουν ότι είμαι αποτελεσματική σε αυτό το είδος, οπότε όταν έχουν να ανεβάσουν ένα τέτοιο έργο, μεταξύ των άλλων καλών συναδέλφων μου σκέφτονται και μένα. Δεν μου έχει γίνει όμως μια πρόταση για κωμωδία. Σαφέστατα και θα με ενδιέφερε. Στη ζωή μου έχω χιούμορ, οι φίλοι μου το λένε συχνά. Το κωμικό είναι η άλλη όψη του τραγικού. Συνεργάζονται αυτά τα δυο στοιχεία.
Έχετε αρνηθεί να παίξετε σε διαφήμιση, έχετε αρνηθεί να παίξετε στη «Λάμψη». Εν ολίγοις, έχετε αρνηθεί πολλά λεφτά… Η εικόνα προς τον κόσμο, αλλά και προς τον ίδιο μου τον εαυτό, είναι πολύ πιο σημαντική απ’ τα χρήματα. Θέλω να είμαι συνεπής στον προσωπικό μου γνώμονα περί σωστού. Επειδή στην τέχνη μου βάζω πολύ ψηλά το να υπηρετήσω τα μεγάλα κείμενα, θα ήταν μια προδοσία απέναντι στα πιστεύω μου να θέτω τον εαυτό μου στην υπηρεσία μιας εμπορικότητας. Ούτε θα μπορούσα να κάνω κακές δουλειές και σαπουνόπερες. Δουλειές που κατά τη γνώμη μου όχι μόνο δεν έχουν καμία αξία, αλλά είναι και επικίνδυνες, γιατί ρίχνουν το επίπεδο του κόσμου και δεν τον κρατούν σε εγρήγορση. Δεν θα ήθελα να είμαι συνεργός σε ένα τέτοιο ηθικό έγκλημα.

Μιλήσατε πριν για τις δυσκολίες. Σε προσωπικό επίπεδο τι αναγνωρίζετε ως δυσκολία; Έχω θυσιάσει πολύ από τον προσωπικό μου χρόνο. Δουλεύω άπειρες ώρες και έτσι δεν έχω χρόνο για να χαλαρώσω, για να ηρεμήσω, για να δω τους αγαπημένους μου και να ζήσω πιο ξέγνοιαστα. Δεν έχω κάνει διακοπές. Έτσι κι αλλιώς η δουλειά μας μας καλεί στις επάλξεις Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, Σαββατοκύριακα. Έχουμε τελείως ανάποδα ωράρια από άλλους ανθρώπους. Και αν έχεις παράσταση το βράδυ, πρέπει να κάνεις μια σωστή διαχείριση της ενέργειάς σου, για να μπορείς να δώσεις και να μην εξαντληθείς. Όλα αυτά θέλουν μια προσοχή και μια προσήλωση πρωταθλητή.
Το ότι δεν κάνατε παιδί; Ήταν μια προσωπική θυσία για τη δουλειά; Το ένα δεν έχει σχέση με το άλλο, είναι προσωπική επιλογή. Και αυτή τη δουλειά να μην έκανα, και πάλι δεν θα ήθελα να κάνω. Το δικό μου το θέμα ήταν υπαρξιακό. Δεν μπορούσα να ντιλάρω ότι η ζωή συνοδεύεται και από τον θάνατο. Αυτό…
Μια ωραία γυναίκα πώς διαχειρίζεται τον χρόνο που περνάει; Πιστεύω με ένα αίσθημα χαλαρότητας. Χάνεις την εξωτερική σου ομορφιά, αλλά κερδίζεις σε ωριμότητα και σε αυτογνωσία. Πρόκειται για δυο στοιχεία που δεν μπορείς να έχεις ως νέος. Πατάς πιο γερά στα πόδια σου, έχεις παλέψει και έχεις κατακτήσει εμπειρίες. Από κει και πέρα, το θέμα το δικό μου είναι το οντολογικό… Είναι πολύ πιο σημαντικό να αναρωτηθώ ποιο το νόημα της ύπαρξής μας πάνω σε αυτόν τον κόσμο, τι σημαίνει το φαινόμενο της ζωής και του θανάτου, παρά να προσπαθώ να διατηρήσω με νύχια και με δόντια τη νεανικότητά μου. Αυτό είναι μια τραγωδία και κρύβει πολλές παγίδες. Εκεί μπορεί να είσαι ψεύτικος και άσκημος με την ευρύτερη έννοια. Οι ρυτίδες μπορούν να κάνουν ένα πρόσωπο γοητευτικό. Ένα παραμορφωμένο απ’ τις πλαστικές πρόσωπο τελικά δεν προσφέρει ομορφιά, αλλά είναι και αποκρουστικό. Θέλει λοιπόν ψυχραιμία και να κάνεις αυτά που ενδείκνυνται σε όλη τη διάρκεια της ζωής σου: να προσέχεις τη διατροφή σου, να γυμνάζεσαι, να μην κάνεις καταχρήσεις. Πιο πολλή σημασία για μένα έχει να διατηρώ την καλή μου υγεία και την ενέργειά μου παρά να φρίττω επειδή εμφανίστηκε μια καινούρια ρυτίδα στο πρόσωπό μου. Έτσι είναι η ζωή. Η κοινωνία έχει βάλει μια τρικλοποδιά στον εαυτό της. Είμαστε θύματα του μάρκετινγκ. Υπάρχουν δείγματα γυναικών που είναι πανέμορφες και εξαιρετικές, όπως η Meryl Streep, η Judi Dench, η Vanessa Redgrave, που είναι τόσο σπουδαίες ως ηθοποιοί, που το τελευταίο πράγμα που βλέπεις επάνω τους είναι οι ρυτίδες τους.
Τελικά, είστε χορτάτη από τη ζωή, της ζητήσατε τα πάντα; Ο άνθρωπος είναι άπληστο ον και όσα και να έχει ζήσει δεν χορταίνει ποτέ. Θα ήταν εκ μέρους μου ύβρις να είμαι αγνώμων στη ζωή και στους ανθρώπους που πίστεψαν σε μένα. Σαν ιδιοσυγκρασία όμως δεν μπορώ να επαναπαύομαι στα κεκτημένα. Ό,τι κερδήθηκε χθες δεν ισχύει και πρέπει να είσαι συνεχώς σε εγρήγορση, ετοιμοπόλεμος για να προχωράς, γιατί τα πράγματα γύρω μας αλλάζουν με αστραπιαία ταχύτητα. Τα πάντα συνεχώς ξεπερνιούνται και πρέπει να αντιλαμβάνεσαι πού είναι η τέχνη σήμερα. Δεν με ενδιαφέρουν οι συντηρητικές απόψεις. Αυτό το έχουμε κάνει σωστά, την εποχή που έπρεπε, το ’80 και το ’90. Τώρα τα πράγματα έχουν αλλάξει και δεν γίνεται να είμαστε κολλημένοι σε παλιές φόρμες. Έχω το αίσθημα της αιώνιας μαθήτριας. Παλιά απ’ τους μεγαλύτερούς μου και τώρα απ’ τους νεότερους. Μαθαίνω πολλά απ’ τη νέα γενιά. Μου αρέσει η τόλμη, η νέα άποψη. Με διατηρεί και μένα σε μια νεότητα.
Είστε χορτάτη κι από έρωτες; Αυτά τα δυο στοιχεία –η τέχνη και ο έρωτας– ήταν τα δυο σημεία που προσδιόρισαν και κατεύθυναν τη ζωή μου. Έχω ζήσει πολύ σημαντικές στιγμές, που με προχώρησαν ως άνθρωπο, που μου έδωσαν χαρά, ευτυχία, αλλά και πόνο. Όλα μέσα στο παιχνίδι της ζωής είναι και όλα κάτι έχουν να προσφέρουν. Το θέμα είναι πόσο ανοικτός είσαι εσύ ώστε να επεξεργαστείς όλα αυτά που βιώνεις προς όφελός σου, να πάρεις τη θετική πλευρά των πραγμάτων.
Θα μου πείτε μια φρασούλα από τους «Πέρσες» που πρέπει να στριφογυρίζει στο μυαλό μας; Είναι μια φράση που μου αρέσει πολύ: «Φίλοι μου, να είστε καλά. Και με όλα σας τα βάσανα, να χαίρεστε την ηδονή της κάθε μέρας. Γιατί τα πλούτη στους νεκρούς διόλου δεν ωφελούν». Το λέει το φάντασμα του Δαρείου, ενός νεκρού βασιλιά που έχει ζήσει τα πάντα, και αυτό είναι το επιμύθιο και το καταστάλαγμα της φιλοσοφίας της ζωής του.
Να ρωτήσω κάτι τελευταίο; Το τόσο θεατρικό όνομά σας από πού προέρχεται; Δεν θα μπορούσα να διαλέξω ένα τόσο παράξενο ψευδώνυμο. Ως παιδί μισούσα και το όνομα και το επίθετο. Ιδιαίτερα το μικρό… Είναι το όνομα της γιαγιάς μου, της μητέρας του πατέρα μου. Στο Διδυμότειχο είναι ένα κοινό όνομα. Το συναντάμε μάλιστα και ως αρσενικό, υπάρχει και ο πολύ γνωστός Θρακιώτης μουσικός, ο Καρυοφύλλης Δοϊτσίδης. Το όνομα προέρχεται απ’ το φυτό που παράγει τα μαύρα, αρωματικά γαρύφαλλα. Τώρα το συνήθισα και δεν θα το άλλαζα ποτέ!
* Η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη πρωταγωνιστεί στην παράσταση του ΘΟΚ, «Πέρσες». Πρεμιέρα στο Αμφιθέατρο Μακαρίου Γ, Λευκωσία την Πέμπτη 13 Ιουλίου στις 21:00. Πληροφορίες: 77772717, www.thoc.org.cy
Επιμέλεια: Shona Muir
Μαλλιά: Ανδρέας Χριστοδούλου (Kevin Murphy)
Μακιγιάζ: Έλενα Χαραλάμπους (Tereza Manti Makeup Artistry)
Βοηθός στυλίστα: Χριστιάνα Πασχάλη