Ένα στυφόπικρο μυθιστόρημα που οι ήρωές του ζουν σε εποχές που η καταχνιά και η απόγνωση ήταν η μόνιμη συντροφιά τους.

 

Ποια ήταν η αφορμή για το νέο σας βιβλίο «Οι εποχές της καταχνιάς»;
H οδύσσεια μιας οικογένειας Θρακιωτών που κατέφυγε το 1913 στην Ανατολική Μακεδονία και έζησε τις δυο τελευταίες βουλγαρικές κατοχές αυτού του μαρτυρικού τόπου, όπως ξεδιπλώνεται μέσα από το σύγγραμμα του καθηγητή της Ιστορίας του ΑΠΘ Κ. Βακαλόπουλου, «Οι ιστορικές μεταμορφώσεις του Αποδήμου Ελληνισμού», έριξε τους πρώτους σπόρους.  Οι καταθέσεις – μαρτυρίες ομήρων και  κατοίκων που επιβίωσαν της δεύτερης βουλγαρικής κατοχής της ίδιας περιοχής, οι οποίες περιλαμβάνονται στα «Τετράδια της Βουλγαρικής κατοχής της Ανατολικής Μακεδονίας κατά τα έτη  1916-18», του Ιστορικού και Λογοτεχνικού Αρχείου Καβάλας, πότισαν τους σπόρους, τους έδωσαν τη δυνατότητα να καρπίσουν και να δώσουν αυτό το     στυφόπικρο μυθιστόρημα που οι ήρωές του ζουν και κινούνται σε εποχές που η καταχνιά και η απόγνωση ήταν η μόνιμη συντροφιά τους, αλλά κατορθώνουν να βρουν τον βηματισμό τους και να δημιουργήσουν. 

Πώς θα σκιαγραφούσατε το πορτρέτο του βασικού ήρωά σας, του Θρακιώτη Αντώνη Καραντρέα;
Ο Αντρέας ως παιδί βίωσε δραματικές καταστάσεις, οι οποίες τον αναγκάζουν να ενηλικιωθεί πριν την ώρα του. Ως έφηβος απαρνείται τα όνειρά του για να συμβάλει στην επιβίωση τη δική του και της φαμίλιας του. Ο ενήλικος πλέον Αντρέας παίρνει μέρος σε έναν πόλεμο και υφίσταται μια ομηρία που τον κάνει να αναθεωρήσει κάποιες από τις απόψεις του. Θα έλεγα λοιπόν ότι ο ήρωάς μου δεν απέχει πολύ από την πλειονότητα των συνομηλίκων του εκείνης της ταραγμένης εποχής, αλλά παρ’ όλα τα δεινά και τις απώλειες αγαπημένων, παραμένει ένας χαμηλών τόνων άντρας, πιστός σε πανάρχαιες αξίες όπως οικογένεια, φιλιά, αγάπη. Και επειδή -λόγω των πολλών αλλαγών τόπων κατοικίας στη διάρκεια της νεότητάς του- νιώθει ότι δεν ανήκει σε κανέναν τόπο, ενσωματώνεται σε μια μικρή κοινωνία, μια μικρή πατρίδα, αφού ως γνωστόν όλοι μας θέλουμε κάπου να ανήκουμε και να έχουμε ένα σημείο αναφοράς.

Τι σας συναρπάζει στη συγγραφή ιστορικών μυθιστορημάτων;
Η ίδια η Ιστορία, η δυνατότητα να επιλέξεις σε ποια από τα ιστορικά γεγονότα  θα επικεντρωθείς και η πρόκληση να τα συνδυάσεις με τη μυθοπλασία ώστε να πετύχεις ένα αρμονικό σύνολο το οποίο θα κρατά το ενδιαφέρον του αναγνώστη.

Αν είχατε τη δυνατότητα να συνομιλήσετε με έναν συγγραφέα από κοντά, ποιον θα επιλέγατε;
Αν μπορούσα να συνομιλήσω με τους εκλιπόντες, θα  επέλεγα τον Καζαντζάκη και τον Ντοστογιέφσκι, διότι πιστεύω και οι δυο -αν και διαφορετικές προσωπικότητες- ήταν βαθείς γνώστες της ανθρώπινης ψυχής. Από τους σύγχρονους είναι πολλοί, αλλά δεν θα αναφέρω ονόματα.

Ποιο βιβλίο που διαβάσατε πρόσφατα σας άρεσε;
Μόλις τέλειωσα τη νουβέλα «Η δεξιά τσέπη του ράσου» του Γιάννη Μακριδάκη. Η άρτια γραφή, η πρωτότυπη θεματολογία και ο τρυφερός τρόπος που διάλεξε ο συγγραφέας για να αναδείξει τη βαριά σκιά της μοναξιάς και την ανάγκη του ανθρώπου για την παρουσία ενός πλάσματος δίπλα του, στο οποίο θα μπορεί να προσφέρει φροντίδα και  αγάπη, με συνάρπασε.

 

Φιλελεύθερα, 6.6.2021.