Η αγαπημένη ερμηνεύτρια παραμένει συνεπής με όσα την κάνουν να ζει μια «κανονική» καθημερινότητα.

«Μικρά παιδιά, μεγάλοι πια, με την καρδιά στα χέρια…», λες σε ένα αγαπημένο μου τραγούδι από την «Εποχή του θερισμού», την τελευταία δισκογραφική σου δουλειά που κυκλοφορεί από την Cobalt Music. Έτσι συνεχίζεις να πορεύεσαι; Με την καρδιά σου;

Θεωρώ πως αυτό το τραγούδι είναι η ενηλικίωση του «Η καρδιά πονάει όταν ψηλώνει», μια δεκαετία μετά. Είναι το πώς μας βρίσκει η ζωή: Εξακολουθούμε να έχουμε την καρδιά μας και να πορευόμαστε μ’ αυτήν, συνειδητοποιώντας ότι δεν αλλάζεις ταυτότητα αν είσαι ένας άνθρωπος της καρδιάς.

– Πάντοτε ήσουν αυτό; Ένας άνθρωπος της καρδιάς; Ναι. Γιατί έχω μεγαλώσει έτσι· αυτό αναγνωρίζω ως κανονικό. Χωρίς να σημαίνει ότι δεν λειτουργεί και η λογική μου, αλλά ο τρόπος που πορεύομαι βασίζεται στο ένστικτο και στα συναισθήματα. Και επιμένω σ’ αυτό. Το κάνω με συνείδηση. Ενδεχομένως να μπορούσα να λειτουργούσα και αλλιώς, αλλά συνειδητά έχω επιλέξει αυτό το δρόμο. 

– Στον κόσμο αυτό που ζούμε, δεν μοιάζει «κακό» να είναι κανείς ευαίσθητος; Όχι. Όποια αλλαγή έχει συμβεί προς το καλύτερο για τον κόσμο μας, έχει γίνει από τους ευαίσθητους ανθρώπους. Οι ευαίσθητοι άνθρωποι είναι η μόνη ελπίδα, η μόνη σανίδα σωτηρίας, κατά τη γνώμη μου. 

– Υπέφερες λόγω της ευαισθησίας σου; Έχω πληγωθεί. Όπως όλοι οι άνθρωποι. Αλλά, όχι, δεν μπορώ να σου πω πως έχω υποφέρει από την ευαισθησία μου. Έχω υποφέρει από την αναισθησία και από την κακή συμπεριφορά των άλλων· ενοχοποιούμε την ευαισθησία για κάποια πράγματα, ενώ θα έπρεπε να συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Γιατί, αν ενοχοποιείς την ευαισθησία, είναι σα να ενοχοποιείς το θύμα. Αλλά το πρόβλημα είναι ο θύτης!

– Στο μυαλό μας έχουμε για σένα την εικόνα μιας ερμηνεύτριας που της ήρθαν ευνοϊκά τα πράγματα στο τραγούδι. Έτσι είναι; Εξαρτάται από ποια σκοπιά θα το δεις. Το θετικό μ’ εμάς -μιλάω και για τους τρεις μας, τον Θέμη Καραμουρατίδη, τον Γεράσιμο Ευαγγελάτο κι εμένα- είναι ότι μπορέσαμε, μετά από πολλές δυσκολίες και πολύ αγώνα, να κάνουμε αυτό που θέλουμε με τον τρόπο που το θέλουμε. Αλλά, όχι, δεν κατακτήθηκε κάτι ούτε εύκολα, ούτε γρήγορα, ούτε χωρίς κόπο.

– Δεν χρειάστηκε ποτέ να κάνεις υποχωρήσεις στο τραγούδι; Χρειάστηκε, αλλά δεν τις έκανα. Πολλές φορές ήρθα αντιμέτωπη με τέτοιες καταστάσεις – και εξακολουθώ να έρχομαι. Γιατί, όσο μεγαλώνει κάτι, τόσο πιο πολύ πρέπει να έχεις την αντοχή και τη δύναμη να κρατάς την ενέργειά σου ώστε να συνεχίζεις να παλεύεις γι’ αυτά που θες. Η επιτυχία δεν σου λύνει πάντα τα χέρια, γιατί σου φέρνει και πολύ περισσότερα διλήμματα. Προσπαθώ, όμως, να μην κάνω υποχωρήσεις στα αξιακά μου θέματα, παρόλο που, ενδεχομένως, θα μπορούσε η ζωή μου να ήταν πολύ πιο εύκολη, να είχα βγάλει πολύ περισσότερα χρήματα, να μην παλεύω κι εγώ για την επιβίωση όπως οι περισσότεροι άνθρωποι. Θα μπορούσαν τα πράγματα να ήταν «λυμένα», αλλά δεν αποφασίσαμε να διαλέξουμε αυτό το δρόμο, και κρατάμε ακόμα γερά. Μας εύχομαι καλές αντοχές! (γελάει). 

– Ακούγεται περίεργο, ξέροντας πως γεμίζουν από κόσμο οι συναυλίες σου, να μιλάς για «επιβίωση»… Αυτά που είχαμε κάποτε στο μυαλό μας για τους καλλιτέχνες, πλέον δεν υπάρχουν. Η δική μου γενιά, δεν τα έζησε καθόλου αυτά. Είμαστε παιδιά της κρίσης, καλλιτέχνες που κάνουμε συμπαραγωγές και παίρνουμε το ρίσκο των συναυλιών μας. Κοίτα, δεν μιλάω ποτέ γι’ αυτά τα θέματα, αλλά βλέποντας τον τελευταίο καιρό, λόγω και της πανδημίας, πώς αντιμετωπίζεται ο Πολιτισμός σ’ αυτή τη χώρα, πρέπει κι εμείς να επικοινωνήσουμε τα προβλήματά μας. Είναι και το είδος των εμφανίσεών μας τέτοιο, άλλωστε, που δεν μας «επιτρέπεται» να βγάλουμε τα «πολλά χρήματα»· δεν έχει λουλούδια, δεν έχει καταναλώσεις, έχουμε μόνο τα εισιτήρια από τα οποία θα πρέπει να πληρωθούν τα τεράστια έξοδα που έχει μια συναυλία, οι άνθρωποι που συνεργάζονται μαζί μας και, φυσικά, οι φόροι του κράτους. Οποιοσδήποτε ελεύθερος επαγγελματίας μπορεί να μπει στη θέση μας και να τα καταλάβει αυτά που λέω. Αλλά είμαι υποχρεωμένη πια -χωρίς να γκρινιάζω- να τοποθετήσω τα πράγματα στη σωστή τους βάση, γιατί είδα τον προηγούμενο καιρό πως έπρεπε να εξηγήσουμε στον κόσμο τη δεινή θέση στην οποία βρίσκονται οι καλλιτέχνες που τους έχουν κάποιοι στο μυαλό τους ως «ανθρώπους που έχουν λύσει το πρόβλημα της ζωής τους, για τα εγγόνια και τα δισέγγονά τους». Σας διαβεβαιώ πως αυτό δεν ισχύει! 

– Έχεις ζήσει ποτέ αποτυχίες, Νατάσσα; Φυσικά. 

– Εμείς δεν τις καταλάβαμε ποτέ… Δεν τις καταλάβατε ποτέ, γιατί ούτε εμείς τις ζήσαμε ως τέτοιες. Εμείς δεν έχουμε ταυτιστεί με την επιτυχία – ούτε ως προσωπικότητες, ούτε ως καλλιτέχνες. Είμαστε τρεις καλλιτέχνες που επιθυμούν να έχουν μια σταδιοδρομία που να τους καλύπτει ψυχικά, πνευματικά και αξιακά, κι ενώ για εμάς μία δουλειά μπορεί να είναι «επιτυχημένη», για άλλους -εμπορικά σκεπτόμενους- να είναι «αποτυχημένη». Έχουμε αντιμετωπίσει συναυλίες που είχαν υποστεί οικονομική ζημιά γιατί δεν πήγαν όπως τις επιθυμούσαμε, αλλά για εμάς δεν ήταν «αποτυχημένες». Αυτό, όμως, συμβαίνει, είναι μέρος της εργασίας μας. 

– Η τηλεόραση δεν ήταν ποτέ στις επαγγελματικές σου επιλογές; Δεν είναι κάτι που θεωρώ ότι μου ταιριάζει. Τουλάχιστον σε αυτή τη φάση που μιλάμε. Αν και είχα πολλές προτάσεις. Αλλά δεν ήταν κάτι που ένιωθα πως θα μπορούσα να κάνω· έχω μια δυσκολία να φανταστώ τον εαυτό μου μέσα σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο. Είμαι τολμηρή, ναι, αλλά είμαι τολμηρή μόνο σ’ αυτά που πιστεύω ότι ξέρω καλά και νιώθω τη βεβαιότητα ότι θα μπορέσω να τα φέρω σε πέρας. Αυτό που έχει προτεραιότητα για μένα είναι να κάνω συναυλίες, να δισκογραφώ, να κάνω εμφανίσεις· δύσκολα θα μπορούσα να «δω» τον εαυτό μου σε άλλους χώρους. 

– Υπάρχει, νομίζω, μία αντίφαση σε σένα που κάποιοι παρατηρούν: Ενώ στη δισκογραφία σου είσαι, ως επί το πλείστον, μία «εσωτερική» τραγουδίστρια, στις εμφανίσεις σου έχεις μια εξωστρέφεια. Τελικά, τι είσαι η ίδια; Και τα δύο. Τα τραγούδια και το ρεπερτόριό μου, ωστόσο, είναι φτιαγμένα για να «ανοίξουν». Γι’ αυτό και στα live μού «επιτρέπουν» να το κάνω αυτό. Το «Εν λευκώ», για παράδειγμα, είναι ένα απολύτως εξωστρεφές τραγούδι, κατά τη γνώμη μου, κι αυτό φαίνεται σε κάθε συναυλία.

– Με ξαφνιάζει αυτό που λες… Αυτό είναι ένα τραγούδι που σε κάνει να σηκώσεις το χέρι ψηλά και να φωνάξεις! Ή ακόμη και «το όνομά μου», που είναι ένα τραγούδι-μονόλογος ουσιαστικά, όταν έρχεται η ώρα να το πω στα live, τραγουδάει όλος ο κόσμος μαζί μου λέγοντας τα λόγια δυνατά. Είναι αυτό μία εσωτερική πρακτική; Όχι, δεν είναι. Θεωρώ, λοιπόν, πως το ρεπερτόριό μας δεν είναι ούτε μελαγχολικό, ούτε εσωστρεφές – αυτοί είναι χαρακτηρισμοί που δεν του ταιριάζουν. 

– Αλλά, τι είναι; Είναι ένα ρεπερτόριο που ασχολείται με τον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου – ένα ρεπερτόριο με προβληματισμό, με προσωπικότητα, το οποίο έχει ανάγκη να επικοινωνήσει με τους υπόλοιπους ανθρώπους. «Εκπαιδευτήκαμε» για πολλά χρόνια μόνο με τον ξέφρενο χορό, λέγοντας, για ό,τι αγγίζει το μέσα μας, πως «αυτό είναι για τις εσωτερικές μας στιγμές», και ξεχάσαμε ότι η Τέχνη ασχολείται με τα έσω με σκοπό να επικοινωνήσει με όλους. Είναι σαν αυτό που έγραψε ο Ρίτσος: «Γιατί εμείς δεν τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε, αδελφέ μου, απ’ τον κόσμο. Εμείς τραγουδάμε για να σμίξουμε τον κόσμο». 

 

– Στην καθημερινότητά σου πώς είσαι; Όπως είμαι και επάνω στη σκηνή. Ακριβώς το ίδιο. Είμαι ένα κράμα πολλών πραγμάτων και θέλω να ζω με μια ενέργεια την οποία να βάζω σ’ αυτά που κάνω. Θεωρώ πως αυτό με έχει βοηθήσει στο να κρατήσω μια ισορροπία – ψυχική και πνευματική. Την ενέργειά μου αυτή βρίσκω τρόπους να την εκτονώνω στη διάρκεια της μέρας: Από τον τρόπο που θα φτιάξω καφέ, μέχρι τον τρόπο που θα ντυθώ για να βγω σε μια συναυλία. Νομίζω πως είμαι ένας πολύ συνηθισμένος άνθρωπος στην καθημερινότητά μου και πολλοί άνθρωποι θεωρώ πως ζουν όπως εγώ: Ζω σε ένα διαμέρισμα στην Καλλιθέα με τον άντρα μου, θα βγω για καφέ με τους φίλους μου, θα πάω σινεμά και κάνω διακοπές το Καλοκαίρι, τα Χριστούγεννα και το Πάσχα. Δεν έχω τίποτα το διαφορετικό.

– Τις κακές σου μέρες πώς τις διαχειρίζεσαι; Είχα διαβάσει, κάποια στιγμή, το «βιβλίο της ανησυχίας» του Πεσσόα, και έλεγε κάπου ότι δεν μπορείς να ξυπνάς το πρωί και να αναπαράγεις το συναίσθημα που είχε η προηγούμενη μέρα – ό,τι κι αν σου έχει συμβεί. Γιατί, ουσιαστικά, ζεις και νιώθεις το πτώμα του εαυτού σου της προηγούμενης μέρας. Αυτή είναι μία από τις κουβέντες που με έχουν στιγματίσει. Και, θεωρώ, πως έχω κατορθώσει να μην κουβαλάω μέσα μου τα άσχημα συναισθήματα -χωρίς να τα έχω ξεχάσει-, αλλά έχοντας στο μυαλό μου, κάθε πρωί, πως η καινούργια μέρα πρέπει να είναι όντως μία καινούργια μέρα. Και, επίσης, είναι και κάτι που μου έχει πει ο άντρας μου, το οποίο ακολουθώ: «Να πηγαίνεις με τη ροή». Νομίζω πως αυτά τα δύο πράγματα, καθορίζουν τις κακές μου μέρες. 

– Η μουσική σε έχει κάνει και καλύτερο άνθρωπο; Η Τέχνη με έχει σώσει, με έχει διαμορφώσει, με έχει λυτρώσει και με έχει κάνει αυτό που είμαι σήμερα. Κι έχω και πολύ δρόμο ακόμα. Γιατί ευελπιστώ να έρθω σε επαφή με πολλή ακόμη Τέχνη στα χρόνια που έρχονται. Νομίζω πως, μετά τους ανθρώπους, αυτό είναι το δεύτερο πράγμα που με αφορά.

– Μέσα σ’ αυτό το «κάδρο» των πολύτιμων ανθρώπων της ζωής σου είναι και οι φίλοι σου; Τ’ αδέλφια μου είναι οι φίλοι μου, είναι η οικογένειά μου. Ευτύχησα και για την οικογένειά μου -που της χρωστάω πολλά- αλλά και για τους φίλους μου -που είναι η οικογένεια που έφτιαξα-, όπως και για τον άντρα μου. Αισθάνομαι πως, αν υπάρχουν προηγούμενες ζωές, πρέπει να είχα περάσει τόσο δύσκολα σ’ αυτές που το σύμπαν, για να με αποζημιώσει, είπε: «Κοπέλα μου, στην επόμενη ζωή θα σου δώσουμε τους καλύτερους!» (γελάει). Με την παρέα μου έχουμε κοινές αξίες και πιστεύω πως αυτό προέρχεται από την κοινή μας ιδεολογία· όχι απαραίτητα στο πολιτικό πλαίσιο. Είναι τύχη, ξέρεις, ότι μπόρεσα να βρω αυτούς τους ανθρώπους, να διαμορφωθώ μαζί τους και να φτιάξουμε μια κοινή ζωή. Γιατί θα μπορούσα να μην τους είχα γνωρίσει και να τους έψαχνα ακόμη. Αλλά, σε πολύ μικρή ηλικία, τους βρήκα πολύ εύκολα· 18 χρόνων, τον κύκλο των φίλων μου τον είχα ήδη κλείσει. Αυτό έχει μεγάλη ευθύνη -να έχεις το μυαλό να κάνεις πίσω, να επιτρέψεις στους άλλους να έχουν αδυναμίες, να έχεις κατανόηση, να το παλέψεις, να μην το παρατήσεις- αλλά, αν μη τι άλλο, δεν φοβόμαστε τις ευθύνες. 

– Ο «καλός άνθρωπος», για σένα, ποιος είναι; Ο δίκαιος και ο τρυφερός. Αν ένας άνθρωπος είναι τρυφερός και δίκαιος, θα είναι ένας πάρα πολύ καλός άνθρωπος. Τόσο απλά. Στους «Όρνιθες», στο θεατρικό που ανέβασε ο Νίκος Καραθάνος, και στο οποίο είχα την υπερβολική τύχη να συμμετέχω, όταν ο ήρωας πήγε στο δάσος για να βρει τα πουλιά, τον ρωτούσαν «τι είναι αυτό που ψάχνεις;», κι έλεγε «ψάχνω έναν κόσμο που να είναι απαλός και τρυφερός σαν την κοιλίτσα του μωρού». Θα ‘θελα, λοιπόν, όλη μου η ζωή κι όλη μου η καθημερινότητα, να ‘χουν αυτή την απαλότητα…  

– Σε ποιες περιπτώσεις της ζωής σου ένιωσες πραγματικά πολύ ευτυχισμένη, Νατάσσα; Είμαι ένας άνθρωπος πολύ ευτυχισμένος! Χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν έχω πολλές δυσκολίες -σίγουρα μια φορά τη βδομάδα θα κλάψω για κάτι, θα έχω πληγωθεί για κάτι, θα έχω θυμώσει- αλλά, σε γενικές γραμμές, σε αυτό που εγώ ορίζω ως «ευτυχία», είμαι ευτυχισμένη. Σ’ αυτή τη φάση της ζωής μου, εδώ και αρκετό καιρό πια, θεωρώ πως έχω λιγότερο φόβο για τα πράγματα. Κι είμαι πολύ τυχερή γι’ αυτό.

– Επομένως, πώς ορίζεις την ευτυχία; Κατά τη γνώμη μου, η ευτυχία δεν είναι μια μεγάλη έκσταση· η ευτυχία είναι στιγμές: Το να μπορείς να βγεις απ’ τη ζωή σου και κοιτώντας την απέξω να είσαι υπερήφανος, το να νιώθεις γαλήνη και ασφάλεια μέσα στα πράγματα που υπάρχεις…Το ότι εγώ τώρα μπορώ να σου δίνω μια συνέντευξη και να κοιτάω τη θάλασσα, εδώ στην Φολέγανδρο που έτυχε να βρίσκομαι, είναι μια πληρότητα. Είναι ντροπή, αν τα ‘χεις αυτά, να μην πεις ότι είσαι ευτυχισμένος – θα ‘ναι απληστία μετά. Έχω πολλά κουσούρια, αλλά άπληστη δεν είμαι. Χωρίς να βάζω «ταβάνι» στα όνειρά μου, είμαι πάντα γεμάτη κι ευχαριστημένη μ’ αυτά που ήδη έχω. 

– Σήμερα, τι μουσική άκουσες; Σήμερα δεν άκουσα μουσική. Ξύπνησα με τα κατσίκια· αυτός ήταν ο πρώτος ήχος που άκουσα. Και τώρα είμαι κοντά στη θάλασσα κι ακούγεται ο ήχος της, ο ήχος που κάνει το νερό. Τι να την κάνεις τη μουσική;

ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

Η Νατάσσα Μποφίλιου, ο Θέμης Καραμουρατίδης και ο Γεράσιμος Ευαγγελάτος, ταξιδεύουν αυτό το καλοκαίρι την «Εποχή του Θερισμού» και στην Κύπρο: 15 Ιουνίου στο Δημοτικό Κηποθέατρο Λεμεσού «Μάριος Τόκας», 16 Ιουνίου στο Σκαλί Αγλαντζιάς, στη Λευκωσία, και 18 Ιουνίου στο Παττίχειο Αμφιθέατρο Λάρνακας (Εισιτήρια: tickethour.com.cy, τηλ: 77777040). Ο τελευταίος δίσκος της Νατάσσας, «Η εποχή του θερισμού», κυκλοφορεί από την Cobalt Music.

xatzigeorgiou@yahoo.com

Φιλελεύθερα, 13.6.2021.