Επτά χρόνια μετά τον θάνατο του ζωγράφου Γιώργου Ερωτόκριτου (1948-2013), η γκαλερί Γκλόρια, ο τελευταίος χώρος στον οποίο εξέθεσε έργα του πριν φύγει από τη ζωή, διοργανώνει αναδρομική έκθεση σε συνεργασία με τη σύζυγο και την κόρη του. Η έκθεση περιλαμβάνει έργα με τα γνωστά θέματα που τον ενέπνευσαν όπως οι άγγελοι και οι γοργόνες πλαισιωμένα με το έντονο μπλε χρώμα που χαρακτηρίζει τη δουλειά του. Στο πλαίσιο αυτό, η 19χρονη κόρη του Αναστασία, που σπουδάζει διεθνή οικονομικά στο Μιλάνο, μοιράζεται σκέψεις και αναμνήσεις για την καλλιτεχνική ιδιοσυγκρασία του Ερωτόκριτου και τη ζωή μαζί του.

– Θα έλεγες ότι κατά κάποιον τρόπο ο ζωγράφος συνεχίζει να ζει μέσα από το έργο του; Ο πατέρας μου, χωρίς αμφιβολία, πράγματι εξακολουθεί να υπάρχει μέσω της δουλειάς του. Με μια απλή ματιά σε οποιοδήποτε από τα κομμάτια του, μπορείς να καταλάβεις ότι ζει και αναπνέει μέσα από το έργο του. Ο έντονος χαρακτήρας του συνεχίζει να λάμπει μέσα από κάθε πινελιά στον καμβά, και παρόλο που μπορεί να απεικονίζει πρόσωπα που δεν ήταν πραγματικά σε κάθε εικόνα που ζωγράφισε, πιστεύω ότι ζει μέσα από αυτά τα όντα. Κάθε έργο τέχνης αφηγείται μια πολύχρωμη ιστορία κι αυτό μπορεί να είναι μόνο μια αίσθηση, ωστόσο δεδομένου ότι ήταν ένα άτομο τόσο γεμάτο ζωή, είμαι βέβαιη ότι υπάρχει ένα κομμάτι του σε κάθε μια ιστορία που δημιούργησε. 

– Πώς τον θυμάσαι να εργάζεται; Το πρόγραμμα εργασίας του ήταν εξαιρετικά μοναδικό, γιατί συνήθιζε να ζωγραφίζει μόνο τη νύχτα. Ο πατέρας μου προτιμούσε την ηρεμία και τη γαλήνη της νύχτας, όταν ο αστικός θόρυβος της πολυσύχναστης Λεμεσού καταλάγιαζε. Ωστόσο, μέσα στη σιωπή της νύχτας, συνήθιζε ν’ ακούει συνεχώς ραδιόφωνο, όχι όμως έναν συνηθισμένο σταθμό, αλλά τον κυπριακό σταθμό που δημιουργήθηκε για τους Κύπριους που ζουν σε διαφορετικές ζώνες ώρας, όπως η Αυστραλία και οι ΗΠΑ. 

– Πώς μοιραζόταν τη φιλοσοφία του πάνω στην τέχνη μαζί σου; Ενώ μοιράστηκε μαζί μου μια τεράστια γνώση για την τέχνη, το μόνο στοιχείο που ξεχώρισα πραγματικά ήταν το γεγονός ότι ποτέ δεν έδινε στερεά ονόματα στα έργα του. Κάθε φορά που κάποιος τον ρωτούσε για τον τίτλο του πίνακα, απλώς απαντούσε «εσύ τι βλέπεις;». Ποτέ δεν προσπαθούσε να περιορίζει μέσα σε καλούπια το μυαλό των άλλων. Για εκείνον, η τέχνη ήταν απεριόριστη. Η φιλοσοφία του ήταν ότι ο καθένας μπορούσε να ερμηνεύσει την τέχνη με τον δικό του τρόπο κι ότι κάθε οπτική είναι εξίσου όμορφη.  

– Ποια είναι η πιο χαρακτηριστική εικόνα που έχεις από εκείνον; Υπάρχει ένα πολύ συγκεκριμένο χαρακτηριστικό που μου έρχεται στο μυαλό κι αυτό είναι το γεγονός ότι σχεδόν πάντα είχε χρώματα στα δάχτυλα και στα ρούχα του. Δεν υπήρξε ποτέ μια μέρα όπου τα χέρια του να μην είναι γεμάτα με στάλες από φθορίζον ροζ, ή τη μπλε απόχρωση που ήταν το σήμα κατατεθέν του. Εντούτοις, ένα άλλο έντονο χαρακτηριστικό του ήταν το γεγονός ότι είχε τη χάρη να μετατρέπει τα πάντα, ακόμη και τα σκουπίδια, σε τέχνη. Θυμάμαι ζωηρά τις βόλτες μαζί του με το αυτοκίνητο στη Λεμεσό σε νεαρή ηλικία, σε μια προσπάθεια να βρει μια παλιά ξύλινη πόρτα ή ένα σπασμένο παράθυρο πεταμένο σε σκιπ. Θα επιστρέφαμε σπίτι με αυτό το μάλλον αδιάφορο αντικείμενο και σ’ έναν μήνα ή δύο θα έβγαινε από το στούντιο μ’ ένα απίθανο νέο έργο. Ο πατέρας μου είχε αδυναμία στους ξύλινους καμβάδες καθώς πίστευε ότι το ξύλο είναι πράγματι ζωντανό υλικό κι ότι εκείνος ήταν ο άνθρωπος που θα το ανάσταινε. 

 * Η αναδρομική έκθεση του Ερωτόκριτου φιλοξενείται στην γκαλερί Γκλόρια (22762605) από τις 10 μέχρι τις 28 Νοεμβρίου