Η τελευταία μεγάλη (και ακριβοθώρητη) σταρ του παλιού ελληνικού κινηματογράφου θα γίνει την Πέμπτη 87 ετών.
Οι συγκυρίες, ο Μάκης Δελαπόρτας και η μεγάλη μου τύχη -στο σωστό timing- με είχαν οδηγήσει τον Ιανουάριο του 2018 στο («απόρθητο», για πολύ κόσμο) κτήμα της μεγάλης σταρ, στην Παιανία – τρεις σπάνιες ώρες μαζί μ’ εκείνην, τον Μάκη, τις γάτες της, τα σκυλιά της και τη γυναίκα που τη φρόντιζε τότε, τη Λαμάρα. «Είναι δύσκολη πια η μετακίνησή μου», θα μου έλεγε με ένα ποτήρι Campari στο χέρι, εκείνη που κάποτε πάταγε κι έτριζαν τα σανίδια στο «είμαι γυναίκα του γλεντιού», στο «του αγοριού απέναντι», στο «έκλαψα χθες» – τα τραγούδια-ύμνους του ελληνικού κινηματογράφου που στιγμάτισαν την πέρα από μισό αιώνα καριέρα της. «Είστε η τελευταία μεγάλη Ελληνίδα σταρ, κυρία Χρονοπούλου!», της είχα αναφέρει, στην αρχή μιας μεγάλης συνέντευξης που έμελλε να ήταν και η τελευταία που είχε αποφασίσει να δώσει η Μαίρη Χρονοπούλου – για το «Hello! Κύπρου» τότε. «Σαχλαμάρες! Ποια σταρ;», θα μου απαντούσε γελώντας, αποδομώντας την εικόνα της.
– Διαισθανόσασταν ποτέ πως, κάποια στιγμή, στην καριέρα σας, θα γινόσασταν τόσο μεγάλη σταρ; Δεν με ενδιέφερε αυτό, δεν ήμουνα φιλόδοξη, δεν ήμουνα ματαιόδοξη ποτέ. Ούτε καν ηθοποιός δεν ήθελα να γίνω! Το βαριόμουν.
– Τι νιώθατε τότε, όταν βλέπατε ένα από τα πολλά εξώφυλλά σας; Τις περισσότερες φορές δεν τα αγόραζα καν. Δεν με αφορούσε. Τα έβλεπα στα περίπτερα, αλλά μέχρι εκεί. Δεν μ’ ένοιαζε.
– Ποια είναι η διαφορά του σταρ απ’ τον ηθοποιό; Ο ηθοποιός κοιτάει να είναι πολύ συνεπής στο ρόλο του. Ο σταρ κοιτάει να είναι συνεπής στα γούστα του κόσμου.
– Εσείς τι ήσασταν; Ηθοποιός.
– Για το κοινό είστε «σταρ»… Έτυχε. Δεν έκανα, όμως, ποτέ τα χατίρια του κοινού. Αυτό το έκανε η Αλίκη. Αν είχε αφήσει ελεύθερο τον εαυτό της και δεν έκανε τις μούτες και τα νάζια, θα ήταν καλύτερη ηθοποιός κι απ’ τη Λαμπέτη. Αλλά ήταν ήδη τόσο μεγάλο το ταλέντο της και η αγάπη που της είχε ο κόσμος που αν οποιαδήποτε άλλη ηθοποιός, εκτός από αυτήν, έκανε το «νιάου νιάου βρε γατούλα», θα την έπαιρναν με τις λεμονόκουπες.
– Αν θα αλλάζατε κάτι στη ζωή σας ποιο θα ήταν αυτό; Η ζωή μας δεν αλλάζει. Είναι όλα γραμμένα! Όλα! Διαλέγεις να γίνεις κάτι, αλλά η ζωή διαλέγει για σένα μετά κάτι άλλο.
– Ήσασταν, ωστόσο, τυχερή στη ζωή σας… Όχι, δεν ήμουνα.
– Γιατί το λέτε αυτό; Γιατί πάλευα πολύ για το καθετί. Πολύς κόπος… Δεν μου έρχονταν εύκολα τα πράγματα. Όλα είχαν μια δυσκολία μέχρι να γίνουν. Σε άλλους κυλάνε τα πράγματα εύκολα, ανοίγουν πόρτες…Εγώ αγωνιζόμουν τέσσερις φορές περισσότερο από τους άλλους για να γίνουν τα πράγματα όπως τα ‘θελα.
– Ήσασταν επίσης και μία γυναίκα που ήθελαν όλοι οι άντρες! Όχι όλοι, υπερβάλλετε. Αρκετοί.
– Εσείς πώς επιλέγατε τους άντρες με τους οποίους θέλατε να είστε μαζί τους; Με αντικειμενικά κριτήρια. Ήθελα να είναι ο άλλος ωραίος!
– Πώς εννοείτε τη λέξη «ωραίος»; Να ‘ταν όμορφος, βρε παιδί μου. Να ‘χει ωραία φάτσα, ωραίο κορμί, πλάτες, στήθος – να ‘χει ωραία κατασκευή σωματική.
– Σας άρεσαν οι νεότεροι άντρες; Δεν μ’ ενδιέφερε η ηλικία. Αλλά, ναι, μεγαλώνοντας μ’ άρεσαν οι νέοι και όμορφοι άντρες. Πού είναι το μεμπτό; Δεν έβρισκα τον λόγο να είμαι με έναν ηλικιωμένο κι άσχημο άντρα.
– Ούτε κοιτούσατε πώς θα ανελιχθείτε επαγγελματικά μέσα από μία σχέση σας; Εγώ; (γελά δυνατά). Ουδέποτε! Πάντα αυτός που διάλεγα ήταν πιο κάτω από μένα – οικονομικά και μορφωτικά, εννοώ. Είναι ταλέντο αυτό! Αν έμπαινα σε μία δεξίωση και υπήρχαν 40 άντρες οι οποίοι φορούσαν όλοι όμοια σμόκιν, εγώ θα διάλεγα τον σερβιτόρο. Τον πιο φτωχό, τον κατώτερο κοινωνικά και οικονομικά σε σχέση με τους άλλους – αλλά αυτός θα ήταν και ο πιο ωραίος! Εγώ πήγαινα με άντρες για το κέφι μου! Το χόρτασα όσο εκεί που δεν πήγαινε.
– Πότε ερωτευτήκατε τελευταία φορά; Κοντεύω και να το ξεχάσω…
– Δεν θυμάστε σε ποια ηλικία σας τελείωσε οριστικά ο έρωτας; …Στα 62. Αλλά βαστιόμουνα ακόμη τότε. Και φαινόμουνα και πιο νέα.
– Σας έλειψε στην πορεία ο έρωτας; Όχι. Γύρισε ένα κουμπάκι μια μέρα και είπα «τον βαρέθηκα». Έτσι απλά. Ξέρετε, από μία ηλικία κι έπειτα δεν είναι ωραίο οι άνθρωποι να σαλιαρίζουν.
– Είναι φαιδρό; Είναι τραγικό. Είναι ρεζιλίκια αυτά. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη κατάρα στον άνθρωπο από τον γεροντοέρωτα.
– Τι είναι ευτυχία για σας; Αγάπη, ηρεμία, υγεία και κάποια χρήματα για να ζει κανείς αξιοπρεπώς. Αυτά. Και ζωντανά πολλά.
– Φοβάστε τον θάνατο; Καθόλου! Ποτέ δεν φοβόμουν το τέλος. Ούτε όταν ήμουν 20 χρόνων. Στις 16 Ιουλίου θα κλείσω φέτος τα 85. Η ζωή μου πέρασε, μη λέμε κουταμάρες!
– Έχετε εκκρεμότητες; Καμία. Είναι όλα οργανωμένα. Ακόμη και το σπίτι που μένω, όλο το κτήμα, το έχω δωρίσει στο «χαμόγελο του παιδιού». Δεν έχω τίποτα δικό μου.
– Ποιους ανθρώπους θαυμάζατε στο παρελθόν; Τους καλοσυνάτους. Αυτούς θαύμαζα.
– Τους καταλαβαίνατε; Λειτουργούσε επαρκώς το ένστικτό μου.
– Αγαπηθήκατε όσο θα θέλατε στη ζωή σας; Και με το παραπάνω.
– Πώς περνάτε τη μέρα σας πια; Τώρα είμαι άρρωστη…Στο κρεβάτι. Είναι πολύ δύσκολη η μετακίνησή μου. Ξυπνάω αργά, διαβάζω -γιατί είμαι βιβλιοφάγος- βλέπω λιγάκι τηλεόραση, μιλάω στα τηλέφωνα με ανθρώπους που αγαπώ…Αυτά.
– Κοιμάστε καλά τα βράδια; Καλούτσικα.
– Βλέπετε ωραία όνειρα; Πότε καλά πότε κακά. Τελευταία βλέπω πως τρέχω. Αυτό. Βλέπω στον ύπνο μου πως τρέχω! Δεν ξέρω τι πάει να πει αυτό…
Φιλελεύθερα, 12.7.2020.