«Αν μου επιτρέπετε, προτιμώ να αποκαλούμαι μουσικός», θα πει ο Μάριος Παπαδόπουλος, συνοψίζοντας σε μία φράση την ουσία μιας ζωής αφιερωμένης ολοκληρωτικά στην τέχνη.

Διακεκριμένος μαέστρος, ιδρυτής και διευθυντής της διεθνούς φήμης Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Οξφόρδης, ιδιαίτερα προσηλωμένος στη μελέτη, τη δική του προσωπική εξέλιξη και την ανάγκη του να αναζητά την τελειότητα, κινήθηκε με μόνη φιλοδοξία να φέρει τη μουσική στο πιο υψηλό επίπεδο που μπορούσε. Στην συναυλία που θα διευθύνει το Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου, σε ένα συναρπαστικό πρόγραμμα με έργα του Τσαϊκόφσκι, ο Μάριος Παπαδόπουλος θα εμφανιστεί μετά από αρκετά χρόνια στον τόπο του, έχοντας για σολίστα τον θρυλικό δεξιοτέχνη βιολονίστα Μαξίμ Βενγκέροφ, αναγνωρισμένο ως ένας από τους κορυφαίους μουσικούς στον κόσμο.

– Η μουσική τι ρόλο έπαιζε στο σπίτι σας, όταν ζούσατε στη Λευκωσία τα παιδικά σας χρόνια; Μουσική ιδιαίτερα δεν ακούγαμε, ούτε οι γονείς μου ήταν μουσικοί, αν και ήταν ιδιαίτερα υποστηρικτικοί στη δική μου πορεία. Αλλά ξέρετε, την εποχή εκείνη, η μουσικότητα δεν εξαρτιόταν απόλυτα από το αν έπαιζε κάποιος ή όχι έναν όργανο. Οι ευκαιρίες εξάλλου ήταν λίγες. Ή θα μάθαινες πιάνο, αν ζούσες στην πόλη, ή βιολί, το οποίο συνήθιζαν να μαθαίνουν στα χωριά. Τι είναι όμως μουσική; Είναι ρυθμός, μελωδία. Και στην οικογένειά μου υπήρχαν άνθρωποι, οι οποίοι αγαπούσαν την τέχνη, αγαπούσαν τον χορό, οπότε από εκεί φαινόταν ότι υπήρχε καλλιτεχνική φλέβα.  

– Είχατε ζητήσει εσείς, μικρό παιδί τότε, να μάθετε πιάνο; Στο σπίτι, είχαμε ένα παιδικό πιανάκι, ένα παιγνίδι. Και μ’ αυτό το πιανάκι εκτελούσα τη μουσική που άκουγα απ’ το ραδιόφωνο. Κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα. Με άκουσε ένας μουσικός, συγγενής -όχι εξ αίματος- και διέκρινε ότι έχω ‘αυτί’. Αποφασίσαμε να φύγουμε για την Αγγλία όταν ήμουν 12 χρονών.

– Κάνατε ποτέ δεύτερες σκέψεις για μια άλλη επαγγελματική πορεία; Δεν νομίζω να είχα ποτέ μου μια τέτοια επιλογή.

– Ούτε αμφιβολία, φαντάζομαι. Δεν είχα αν θέλετε την πολυτέλεια να έχω επιλογή. Από την ηλικία των πεντέμισι χρονών και μετά για μένα ο δρόμος ήταν μόνο αυτός.

– Η εξέλιξή σας και η διεθνής σας καταξίωση ήταν κάτι που ονειρευτήκατε; Η φιλοδοξία μου ήταν πάντοτε να ασχολούμαι με την τέχνη, τη μουσική μου, στο πιο υψηλό επίπεδο που θα μπορούσα. Και προσπαθούσα να βρω ευκαιρίες οι οποίες μου έδιναν την ευκαιρία να γίνω καλύτερος μουσικός. Αυτό ήταν πάντα το ζητούμενο. Φιλοδοξίες να γίνω διάσημος δεν είχα ποτέ. Αυτό που ήθελα, ήταν να κάνω μουσική με τους δικούς μου όρους. Γι’ αυτό δημιουργήθηκε η Oxford Philharmonic Orchestra, για να εργάζομαι σε ένα περιβάλλον που θα είχα πλήρη έλεγχο, του πως εγώ ονειρευόμουν τη δημιουργία. Τη μουσική δημιουργία.

– Και ποια ήταν αυτή; Εντελώς διαφορετική από αυτήν που υφίστατο τότε. Δηλαδή, ήθελα να αλλάξω τον τρόπο με τον οποίο εκτελούσαμε μουσική, τον τρόπο με τον οποίο επικοινωνούσαμε με το κοινό, ήθελα να γίνονται περισσότερες πρόβες. Αυτό που φτιάξαμε ήταν κάτι που δεν μπορούσα να βρω αλλού.

– Στην πορεία έχετε προτιμήσει τον έναν από τους δυο ρόλους σας, ως μαέστρο ή ως πιανίστα; Θα έλεγα όχι, απλά αποκαλούμαι, αν μου επιτρέπετε, μουσικός, ο οποίος χρησιμοποιεί ένα μέσο ή το άλλο για να κάνει μουσική. Από τη μία το πιάνο το οποίο έχω ειδικευτεί και από την άλλη η διεύθυνση ορχήστρας. Σίγουρα πιο δύσκολο είναι το πιάνο γι’ αυτό και θέλω να βρίσκομαι σε ένα επίπεδο που να μπορώ να δίνω ρεσιτάλ. Χρειάζονται αρκετές ώρες μελέτης, κάτι το οποίο προσπαθώ.  

– Βιώσατε τον ανταγωνισμό όλα αυτά τα χρόνια; Θα έλεγα πως ο ανταγωνισμός ήταν ένας από τους λόγους που με ώθησαν να ξεκινήσω κάτι δικό μου, σε έναν χώρο όπου δεν δραστηριοποιείται κανείς άλλος. Δεν μου αρέσει να “σπρώχνω” τον συνάδελφό μου για να προχωρήσω — δεν είναι αυτός ο χαρακτήρας μου. Δυστυχώς, όμως, αυτό συμβαίνει συχνά. Εκεί που βρίσκομαι σήμερα, δεν ενοχλώ κανέναν και, το σημαντικότερο, δεν με ενοχλεί και κανείς.

– Νιώσατε καθόλου, ως νέος επαγγελματίας στην Αγγλία, ότι είστε ένας ξένος σε μια ξένη χώρα; Όταν πήγα στην Αγγλία, παιδί ακόμη, 12 ετών, δεν το ένιωσα καθόλου. Αντιθέτως, με είχε εντυπωσιάσει η εγκάρδια και φιλόξενη στάση των ανθρώπων εκεί. Στην πορεία, υπήρξαν κάποιες στιγμές που σκέφτηκα πως, ίσως, αν ήμουν Άγγλος να είχα περισσότερες ευκαιρίες. Θυμάμαι, ήμουν μόλις 18 ή 19 χρονών, όταν αναζητούσα μια πιο σταθερή επαγγελματική πορεία και υπέβαλα αίτηση για μια θέση ρεπιτετέρ στο Royal Opera House. Εκείνη την εποχή, αν έπαιζες καλά πιάνο, αυτό ήταν αρκετό — κι εγώ έπαιζα. Ο μουσικός διευθυντής, πολύ γνωστός τότε, με άκουσε και μου είπε: «Καλά, δεν υπάρχουν τέτοιες θέσεις στην Ελλάδα;». Ομολογώ πως ήταν ένα μεμονωμένο περιστατικό. Η αλήθεια είναι πως οφείλω πάρα πολλά στο Ηνωμένο Βασίλειο και στους θεσμούς του, αυτοί με διαμόρφωσαν, με στήριξαν και συνέβαλαν ουσιαστικά στο να γίνω ο άνθρωπος και ο μουσικός που είμαι σήμερα.

– Πώς βλέπετε σήμερα το φυτώριο των νέων μουσικών στην Κύπρο; Υπάρχουν πραγματικά πολλά ταλέντα στην Κύπρο. Είναι εντυπωσιακό — και συχνά συγκινητικό — να βλέπει κανείς νέα παιδιά να ανεβαίνουν στη σκηνή και να παίζουν όμποε, πνευστά, κοντραμπάσο… όργανα που παλιότερα ίσως να μην ακούγονταν τόσο συχνά. Το μεγάλο ερώτημα, όμως, είναι πώς θα απορροφηθούν επαγγελματικά όλα αυτά τα παιδιά, όταν στην Κύπρο υπάρχει ουσιαστικά μόνο ένας επαγγελματικός μουσικός φορέας.  Αυτό που παρατηρώ, πάντως, είναι πως πολλά ταλέντα τελικά φεύγουν από την Κύπρο, πάνε στο εξωτερικό και διακρίνονται εκεί.

– Θα λέγατε πως υπάρχουν λύσεις γι’ αυτό; Η Συμφωνική Ορχήστρα Κύπρου, κάθε άλλο από Συμφωνική είναι. Είναι μία Ορχήστρα Δωματίου. Για να γίνει Συμφωνική χρειάζονται πολλοί άλλοι μουσικοί να τη στελεχώσουν. Από την άλλη, είναι κρίμα να μην έχει η Κύπρος μία Λυρική Σκηνή. Ντροπή θα έλεγα. Η όπερα, θα μπορούσε να λειτουργήσει και ως ιδανική διέξοδος για το φυτώριο των νεαρών μουσικών που αναζητούν ευκαιρίες εξέλιξης στην πατρίδα τους.

– Πώς έχετε εκλάβει εσείς τις δικές σας διακρίσεις; Η προσπάθεια όταν αναγνωρίζεται σε κάνει να νιώθεις καλά, χωρίς αυτό από μόνο του να είναι αρκετό. Ίσως αυτός είναι και ένας λόγος που επέλεξα την Οξφόρδη: το κοινό καταλαβαίνει από μουσική κι αυτό με εμπνέει. Μου αρέσει, όταν εκτελώντας, γνωρίζω ότι θα στείλω ένα μήνυμα και το κοινό θα το συλλάβει.

– Τι απαντάτε σε όσους λένε πως δυσκολεύονται να ακούσουν κλασική μουσική σήμερα; Δεν νομίζω ότι μπορεί κανείς να ξεχωρίσει τη μουσική από άλλες τέχνες. Αυτός που μπορεί να αγαπά και να ακούει την κλασική μουσική, αγαπά και την ποίηση, τα εικαστικά, αγαπά όλες τις τέχνες. Αν υπάρχει αυτό το επίπεδο, αν υπάρχει παιδεία, τότε οι νέοι θα δείξουν ενδιαφέρον για τη μουσική, όχι κατ’ ανάγκην για να εκπαιδευτούν σε ένα όργανο, αλλά για να την αγαπήσουν. Αυτό που λέω, είναι ‘φέρτε μου κάποιον να καθίσει στην καρέκλα. Βρείτε έναν τρόπο. Από εκεί και πέρα είναι πλέον δικό μου καθήκον να τον καθηλώσω. Κι αν δεν το πετύχω, τότε δεν έχω κάνει καλά τη δουλειά μου.  

Σε τελευταία ανάλυση, σε εμπνέει αυτό το οποίο ακούς; Σε συναρπάζει; Αυτό είναι αρκετό. Άφησε το αυτί σου να ταξιδεύσει.

– Δεν θα μπορούσα να μην σας ζητήσω να δώσετε τον ορισμό σας για τη μουσική. Είναι μια γλώσσα διεθνής, χωρίς  όρια, που εξευγενίζει την ψυχή. Είναι μια μοναδική απόλαυση, είτε αυτή είναι ποπ ή λαϊκή. Από εκεί και πέρα ξεκινά μια άλλη οδός, η οποία είναι πιο εξιδεικευμένη. Αλλά άμα αγαπάς τη μουσική θα εξοικειωθείς με τις διάφορες μορφές της.  

– Και το ταλέντο; Θεωρώ πως αυτός ο οποίος συλλαμβάνει το μήνυμα της μουσικής πιο εύκολα από τον άλλο και ίσως αυτό να είναι και η ερμηνεία της λέξης ‘ταλέντου’. Από εκεί και πέρα χρειάζεται τεχνική, εκπαίδευση, πειθαρχία. Ό,τι ακριβώς κάνει κι ένας αθλητής.

– Υπάρχουν σύγχρονοι συνθέτες που θα θέλατε να ερμηνεύσει η ορχήστρα σας; Σίγουρα υπάρχουν και είναι καθήκον μας να προσπαθήσουμε να τους προωθήσουμε. Προσωπικά, θέλω μελωδία, αρμονία. Ορισμένα ‘έξαλλα’ ομολογώ δεν τα καταλαβαίνω.  Ξέρετε, ρωτήσατε πριν τι είναι η μουσική. Η μουσική πρέπει να σ’ αγγίζει. Αν δεν σε αγγίζει, τότε δεν νομίζω να είναι μουσική. Αυτό το λέω πάντα και παρέρχομαι στο παράδειγμα. Φέρτε μου τον ακροατή  εκεί. Αν δεν τον κάνω να δακρύσει, δεν έχω κάνει την δουλειά μου.

– Πώς βιώνετε εσείς τον ρόλο του μαέστρου; Τι είναι αυτό που τον κάνει τόσο απαιτητικό; Δεν είναι εύκολο – είναι πολύ πιο δύσκολο απ’ ό,τι φαίνεται. Πιστεύω πως ο ρόλος του μαέστρου είναι να βοηθήσει τους μουσικούς να δείξουν τον καλύτερό τους εαυτό. Να τους αφήσει να εκφραστούν ελεύθερα, πάντα μέσα σε κάποιες κατευθυντήριες γραμμές που ο ίδιος θέτει. Αλλά για να καταφέρει να “κρατήσει” μια ορχήστρα και να την οδηγήσει, χρειάζεται τεράστια δύναμη και συγκεκριμένη τεχνική. Είναι σαν να ιππεύεις ένα άλογο — που για να το ελέγξεις, πρέπει να γίνεις ένα μαζί του. Διαφορετικά, θα σε ρίξει. Αυτό ακριβώς συμβαίνει και με την ορχήστρα. Ο μαέστρος πρέπει να γίνει ένα με τους μουσικούς. Αν χάσει την επαφή μαζί τους, δεν θα ακολουθήσουν. Είναι σαν το χαλινάρι του αλόγου. Αν το χάσεις, χάνεις και τον έλεγχο.

– Δύσκολο εγχείρημα, πιστεύετε, για έναν νέο; Σήμερα, οι μουσικοί είναι εξαιρετικά καταρτισμένοι και ευφυείς. Αν σταθείς μπροστά τους και τους ζητήσεις να παίξουν κάτι με έναν συγκεκριμένο τρόπο, πρέπει να μπορείς και να τους πείσεις. Για να το κάνεις αυτό, πρέπει να έχεις κάτι ουσιαστικό να πεις — κάτι που να χαίρει της εκτίμησής τους. Γι’ αυτό και δεν ενθαρρύνω τους νεότερους να ξεκινήσουν τη διεύθυνση ορχήστρας αν δεν είναι έτοιμοι. Είναι μια τέχνη που μαθαίνεται μόνο μέσα από την εμπειρία. Πρέπει να σταθείς μπροστά σε επαγγελματίες μουσικούς για να τη μάθεις πραγματικά. Όταν δεθείς με την ορχήστρα σου -και δεν συμβαίνει πάντα, το ομολογώ- είναι μία εμπειρία ασύλληπτη, σε απογειώνει. 

– Και αυτή η ικανοποίηση μεταφέρεται και στο κοινό…  Δεν είναι τόσο συνειδητό στο μυαλό μου, το τι θα πρέπει να κάνω για να ικανοποιήσω το κοινό, είναι κάτι που γίνεται από μόνο του. Συνειδητοποιώ ότι υπάρχει ο ακροατής και το νιώθεις κάπως. Αλλά αφοσιώνεσαι περισσότερο στο τι έχεις μπροστά σου.

– Νιώθετε καλά με όλα όσα έχετε πετύχει; Πάντα προσπαθώ να κάνω τη δουλειά μου καλύτερα και ως μουσικός κοιτάω πως να μπορώ να βελτιωθώ. Φάνηκα τυχερός και ενόσω ο Παντοδύναμος μου χαρίζει υγεία, θα  εξακολουθώ να κάνω αυτό που κάνω και να προσπαθώ να το τελειοποιώ, ξέροντας πως ποτέ δεν θα το πετύχω.

– Η τελειότητα είναι κάτι άπιαστο για εσάς; Όταν κάθομαι στο πιάνο, νιώθω σαν ένας γλύπτης, που δημιουργεί ένα καλούπι και συνεχώς το επεξεργάζεται… Κι ενόσω τα χέρια μου, μου επιτρέπουν να το κάνω, θα συνεχίσω να προσπαθώ.

  • Το Ίδρυμα Τεχνών Φάρος παρουσιάζει τη Φιλαρμονική Ορχήστρα της Οξφόρδης με μαέστρο τον Μάριο Παπαδόπουλο και τον Maxim Vengerov στο βιολί. Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου 2025. Δημοτικό Θέατρο Στροβόλου, Λευκωσία. Ώρα: 8.30μ.μ. pharosartsfoundation.org

Ελεύθερα, 21.9.2025