Η συγγραφή για τον Δημήτρη Σίμου έγινε ένας προσωπικός τρόπος να διαβάζει τον κόσμο, να δίνει φωνή σε όσα συνήθως μένουν στη σκιά. Στο νέο του βιβλίο με τίτλο «Κανονικά παιδιά» μιλά για τη λεπτή και συχνά αθέατη γραμμή που χωρίζει την αθωότητα από την ήττα.
–Τι σας οδήγησε στη συγγραφή και στο αστυνομικό μυθιστόρημα; Από τα παιδικά μου χρόνια, ένιωθα πως οι ιστορίες είχαν τη δύναμη να ανοίγουν πόρτες σε κόσμους που δεν μπορούσα να αγγίξω με άλλον τρόπο. Παρατηρούσα τους ανθρώπους, τις σιωπές τους, τις αντιφάσεις τους και συχνά ένιωθα την ανάγκη να τις «μεταφράσω» σε αφήγηση. Το αστυνομικό μυθιστόρημα ήρθε σχεδόν φυσικά ως επιλογή, όχι τόσο επειδή με συγκινούσε μόνο το έγκλημα, αλλά επειδή μέσα από τη δομή της έρευνας, της αμφιβολίας και της αποκάλυψης, ένιωθα ότι μπορούσα να πλησιάσω περισσότερο την ανθρώπινη ψυχή. Για μένα, το μυστήριο είναι απλώς η αφορμή· αυτό που πραγματικά με ενδιαφέρει είναι τι κάνει έναν άνθρωπο ικανό για το καλό ή το κακό, πώς ένα τυχαίο γεγονός μπορεί να διαλύσει βεβαιότητες και να αποκαλύψει χαρακτήρες. Η συγγραφή έγινε έτσι ένας προσωπικός τρόπος να διαβάζω τον κόσμο, να δίνω φωνή σε όσα συνήθως μένουν στη σκιά.
–Είσαστε από τους νέους συγγραφείς που κέρδισαν νωρίς την επιτυχία. Πώς εισπράττετε αυτή την αποδοχή; Η επιτυχία, ειδικά όταν έρχεται στα πρώτα βήματα, μπορεί να λειτουργήσει με δύο τρόπους: είτε να σε παρασύρει σε μια ψευδαίσθηση αυτάρκειας, είτε να σε γειώσει, υπενθυμίζοντάς σου ότι κάθε βιβλίο είναι ένα ξεχωριστό στοίχημα. Προτιμώ το δεύτερο. Η αποδοχή του αναγνωστικού κοινού είναι για μένα μια μορφή σιωπηλής συνομιλίας – νιώθω ότι κάποιος διάβασε τις λέξεις μου, τις φίλτραρε και τις έκανε δικές του. Αυτό είναι συγκλονιστικό, αλλά και απαιτητικό. Δεν αισθάνομαι ότι κατέκτησα κάτι· αντίθετα, αισθάνομαι ότι τώρα ξεκινά η πραγματική δουλειά, ότι πρέπει να παραμείνω ειλικρινής, χωρίς να επαναλαμβάνομαι ή να γράφω «για να γράψω». Κάθε νέο μυθιστόρημα είναι μια ευκαιρία να αποδείξω όχι κάτι στους άλλους, αλλά κάτι στον εαυτό μου: ότι ακόμη έχω κάτι ουσιαστικό να πω.
–Η εποχή μας ευνοεί το νουάρ μυθιστόρημα; Ζούμε σε καιρούς όπου η πραγματικότητα μοιάζει συχνά πιο σκοτεινή από οποιαδήποτε μυθοπλασία. Η αβεβαιότητα, οι κοινωνικοί αποκλεισμοί, η αίσθηση πως κάτι «τρέχει από κάτω» και δεν λέγεται, όλα αυτά καθιστούν το νουάρ εξαιρετικά επίκαιρο. Δεν είναι απλώς λογοτεχνία εγκλήματος· είναι ένας καθρέφτης που αναγκάζει την κοινωνία να δει το πρόσωπό της χωρίς ωραιοποιήσεις. Μέσα από τους αντι-ήρωες, τις ραγισμένες ζωές και τις σκιές των πόλεων, το νουάρ μιλά για τη μοναξιά, για την ανάγκη ταυτότητας, για τον άνθρωπο που αγωνίζεται να βρει ένα κομμάτι αλήθειας μέσα στο χάος. Γι’ αυτό και πιστεύω ότι η εποχή μας όχι μόνο ευνοεί το νουάρ, αλλά το απαιτεί. Είναι ένα είδος που δεν φοβάται να κοιτάξει κατάματα την πραγματικότητα, και αυτό το κάνει βαθιά ανθρώπινο.
–Ποια θέματα αναδεικνύετε στο πέμπτο βιβλίο της σειράς «Σκοτεινά νερά» με τίτλο Κανονικά παιδιά; Το Κανονικά παιδιά είναι ένα βιβλίο που γεννήθηκε από την ανάγκη να μιλήσω για τη λεπτή και συχνά αθέατη γραμμή που χωρίζει την αθωότητα από την ήττα. Η εφηβεία είναι ίσως η πιο εκρηκτική περίοδος της ζωής: μια στιγμή όπου όλα είναι πιθανά, αλλά και όλα μπορούν να χαθούν. Στο μυθιστόρημα αυτό, κοιτάζω τους νέους όχι ως «θύματα» ή «ενόχους», αλλά ως ανθρώπους που αναζητούν απεγνωσμένα χώρο να υπάρξουν. Η κοινωνία, ωστόσο, συχνά τους κοιτά με καχυποψία ή αδιαφορία, ζητώντας τους να προσαρμοστούν σε πρότυπα που δεν τους εκφράζουν. Το βιβλίο θέτει ένα ερώτημα που για μένα είναι ουσιώδες: ποιος ορίζει τι είναι «κανονικό» και ποιο είναι το τίμημα της συμμόρφωσης σε μια ταυτότητα που δεν επέλεξες ο ίδιος;
-Πώς ισορροπείτε ανάμεσα στα οικονομικά και τη συγγραφή και πώς η μία ιδιότητά σας τροφοδοτεί την άλλη; Τα οικονομικά μού έμαθαν να παρατηρώ τον κόσμο μέσα από δείκτες και μηχανισμούς. Είναι μια οπτική που σε βοηθά να δεις πώς λειτουργεί η κοινωνία κάτω από την επιφάνεια, να κατανοήσεις ότι πίσω από κάθε απόφαση, κάθε νόμο, κάθε αριθμό, κρύβεται μια αλυσίδα αιτιών. Η συγγραφή, από την άλλη, με επαναφέρει στον άνθρωπο: στο συναίσθημα, στο ρήγμα, στην προσωπική ιστορία. Η αλληλεπίδραση αυτών των δύο κόσμων με βοηθά να γράφω μυθιστορήματα που δεν μένουν μόνο στην πλοκή, αλλά ανοίγουν μια συζήτηση για τις κοινωνικές δυνάμεις που διαμορφώνουν τις ζωές των χαρακτήρων. Η λογική των αριθμών με προσγειώνει, αλλά η λογοτεχνία μού υπενθυμίζει ότι καμία εξίσωση δεν είναι πλήρης χωρίς την ανθρώπινη διάσταση.

Εκδ. Μεταίχμιο
Σελ. 296
Τιμή: 15,93€
Ελεύθερα, 26.10.2025