Λίγο πριν από τις δύο παραστάσεις του Sistema Cyprus, που παρουσιάζονται με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Προσφύγων, η τσελίστρια Αγγελίνα Κωνσταντίνου λέει ότι νιώθει γεμάτη όταν μοιράζεται τη χαρά.

– Κάνοντας αρχή από τον τίτλο των δύο συναυλιών του Sistema Cyprus «The wind in my bow», τι θα μας παρουσιάσετε; Θα παρουσιάσουμε για πρώτη φορά, ένα κοινό πρόγραμμα το οποίο προέκυψε από τη σύμπραξη των δύο ορχηστρών του Sistema Cyprus, αυτής που λειτουργεί στη Λευκωσία και αφορά τα έγχορδα και τα κρουστά και αυτής που λειτουργεί στη Λάρνακα ως ορχήστρα πνευστών και κρουστών. Λόγω πανδημίας, το να μοιραστούμε όλοι μαζί τη σκηνή, ήταν μέχρι πρόσφατα αδύνατο. Πλέον είμαστε έτοιμοι, μετά από πολύ σκληρή δουλειά των παιδιών, να σας παρουσιάσουμε ένα πρόγραμμα που φτιάχτηκε με όλη μας την αγάπη.

– Παρουσιάζεστε στο πλαίσιο της παγκόσμιας μέρας προσφύγων. Τι σημαίνει για σας και ποιο μήνυμα θέλετε να στείλετε μέσα από αυτές τις συναυλίες; Το Sistema Cyprus είναι ένα πρόγραμμα, το οποίο αγκαλιάζει κάθε παιδί ανεξάρτητα από το κοινωνικό/πολιτισμικό/οικονομικό περιβάλλον από το οποίο προέρχεται. Η σπουδαιότητα -και κατ’ επέκταση η εδραίωση- του αισθήματος του «ανήκειν», της ενεργού συμμετοχής και κοινωνικής εμπλοκής, είναι αναπόσπαστα κομμάτια της φιλοσοφίας του, όπως και των αντίστοιχων προγραμμάτων στο εξωτερικό. Πέρα από τα όσα συμβαίνουν στον κόσμο, το γεγονός ότι κάθε παιδί έχει δικαίωμα να νιώθει ότι αποτελεί μέρος μιας ομάδας, μιας κοινότητας εκεί που βρίσκεται, είναι αδιαμφισβήτητο.

– Σε σένα ποια χαρά δίνει το να διδάσκεις αλλά και να βρίσκεσαι ανάμεσα στα παιδιά; Νιώθω πολύ τυχερή και είμαι ευγνώμων για κάθε μαθητή/τρια μου, τόσο για τα παιδιά του Sistema, όσο και για τους υπόλοιπους. Ο κάθε ένας δείχνει με τον τρόπο του, αγάπη και μεράκι για το βιολοντσέλο, ένα ιδιαίτερο όργανο, που δύσκολα ξεκινάς απλά για να γεμίσεις τις ώρες σου. Αυτό το «μοίρασμα» της χαράς με γεμίζει, το βρίσκω σπουδαίο χαρακτηριστικό της δουλειάς μου.

– Ποιο είναι το μεγαλύτερο μάθημα που πήρες εσύ απ’ τα παιδιά; Ότι κανένας δεν δικαιούται να μαντέψει -πόσο μάλλον να θέσει- το όριο στο τι μπορεί να μάθει κάποιος. Σαφώς οι δυνατότητές ενός ανθρώπου συναρτώνται με πολλούς παράγοντες αλλά ο σημαντικότερος είναι η θέληση. Κάτι άλλο που έμαθα, είναι πως απέναντι σε κάθε μαθητή, οφείλουμε να λειτουργούμε με την ίδια αισιοδοξία, επιμονή και έγνοια.

– Πηγαίνοντας πίσω στον χρόνο, τι πυροδότησε τη δική σου επιθυμία να ασχοληθείς με τη μουσική; Η περιέργεια. Ήθελα να μάθω πώς λειτουργεί η μουσική. Στη συνέχεια βοήθησε και το γεγονός ότι στο ωδείο περνούσα πολλές ώρες πέρα από τα μαθήματα του βιολοντσέλου και για τα θεωρητικά μαθήματα, την ορχήστρα και τη χορωδία. Μου άρεσε που βρισκόμουν ανάμεσα σε κόσμο που είχαμε κοινά ενδιαφέροντα.

– Η ίδια με ποια μουσικά ακούσματα μεγάλωσες; Πώς επέδρασαν στη μετέπειτα δική σου καλλιτεχνική πορεία; Εντάξει, μικρή άκουγα ό,τι και οι δικοί μου, κυρίως ελληνικά κομμάτια, Αρλέτα, Θηβαίο, Μαχαιρίτσα, Παπακωνσταντίνου, Καζούλη κλπ. Όταν μεγάλωσα λίγο και το ίντερνετ μπήκε στις ζωές μας, ανακάλυψα πιο εναλλακτικούς καλλιτέχνες, ενώ παράλληλα ξεκίνησα να ακούω και έργα συνθετών που μάθαινα μέσα από τις συναυλίες που συμμετείχα. Είχα την ευκαιρία να έρθω από νωρίς σε επαφή με έργα όπως ο «Καρυοθραύστης» ή το «Καρναβάλι των Ζώων» και να αγαπήσω την ορχηστρική μουσική. Φυσικά, μεγαλώνοντας τα φίλτρα αλλάζουν αλλά σταθερά επιθυμώ κάποια συγκίνηση, να μπορώ να συσχετίζομαι με αυτό που ακούω -είτε αυτό ανήκει στο «κλασικό» ρεπερτόριο είτε όχι.

– Πώς οδηγήθηκες στο βιολοντσέλο; Τι το ιδιαίτερο έχει ως όργανο; Οδηγήθηκα μετά από παρότρυνση της μαμάς μου να ξεκινήσω κάποιο όργανο στο ωδείο. Η ίδια, βέβαια, ήθελα να μάθω πιάνο, όμως επειδή η τάξη ήταν πλήρης, ο διευθυντής του ωδείου μού πρότεινε το τσέλο. Δεν ήξερα καν ότι υπήρχε ως όργανο, όμως χαίρομαι που τελικά ήρθαν με τέτοιο τρόπο τα πράγματα, γιατί με τα χρόνια διαπίστωνα όλο και περισσότερο ότι το βιολοντσέλο είναι ένα όργανο με ψυχή. Λόγω ποικιλίας ηχοχρωμάτων, έχει πάρα πολλές δυνατότητες με ευκαιρίες συμμετοχής σε πολλά -και εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους- πρότζεκτς.

– Υπάρχουν πράγματα που νιώθεις ότι στερήθηκες ως παιδί, εξαιτίας της ενασχόλησής σου με τη μουσική; Ούτε καν. Μπορώ, μάλιστα, να πω, ότι αν δεν έπαιζα μουσική, θα έκανα κάτι άλλο που να έχει σχέση με τις τέχνες.

– Ποια ήταν η στιγμή που κατάλαβες ότι αυτό ήθελες να κάνεις στη ζωή σου; Τώρα είναι αυτή η στιγμή. Πάντα μού άρεσε η μουσική, αλλά δεν ήξερα τι ακριβώς ήθελα να κάνω. Ήξερα μόνο τι δεν ήθελα. Νιώθω ότι τώρα βρίσκομαι στα πιο ευχάριστα και στα πιο δημιουργικά πλαίσια που θα μπορούσα να είμαι και νιώθω ευγνώμων για αυτό. Έτσι, ένα μεγάλο κομμάτι του «Τι θέλω να γίνω όταν μεγαλώσω», το αποφασίζω ενώ μεγαλώνω.

– Πόσο δύσκολες είναι οι συνθήκες για έναν μουσικό, που ζει και εργάζεται στη χώρα μας, να επιβιώνει χωρίς να κάνει μεγάλες εκπτώσεις; Δεν πιστεύω ότι τραγικές εκπτώσεις είναι απαραίτητες για έναν μουσικό, όμως συχνά οι συνθήκες κάτω από τις οποίες δουλεύουμε είναι αρκετά αντίξοες, λόγω της νοοτροπίας μας. Αλλάζουν τα πράματα προς το καλύτερο, ωστόσο όταν μέχρι σήμερα με ρωτούν για το επάγγελμά μου και απαντώ «είμαι μουσικός», από τις αντιδράσεις που λαμβάνω, καταλαβαίνω ότι έχουμε ακόμα κάποιο δρόμο να καλύψουμε μέχρι την αναγνώριση και την εκτίμηση της δουλειάς κάθε επαγγελματία καλλιτέχνη.

– Έχεις απωθημένα ως καλλιτέχνης; Πράγματα που θέλεις να κάνεις και δεν σου έχει δοθεί ακόμα η ευκαιρία; Δεν θα έλεγα ότι τα αισθάνομαι σαν απωθημένα αλλά σαν επιθυμίες, γιατί αφορούν δουλειές στις οποίες οι ευκαιρίες υλοποίησης είτε δεν έρχονται αρκετά συχνά, είτε δεν έχουν έρθει καθόλου ακόμα, χωρίς να αποκλείονται οι πιθανότητες. Επιθυμίες τις οποίες όταν και αν εκπληρωθούν, θα διαδεχθούν άλλες επιθυμίες και κάπως έτσι πάει πάντα. 

Info: The wind in my bow: 19/6, 19:30, Σκαλί Αγλαντζιάς. 20/6, 19:30, Παττίχειο Αμφιθέατρο Λάρνακας. Soldoutticketbox.com

Ελεύθερα, 19.6.2022.