Η Κύπρος έχει ωφεληθεί περισσότερο από κάθε άλλο μέτοχο της ΕΤΕΠ είπε στην ομιλία του στο φόρουμ του ΑΚΕΛ για την Οικονομία  ο Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) Κυριάκος Κακουρής.

Συγκεκριμένα μέσω της ετήσιας χρηματοδοτικής δραστηριότητας της τράπεζας, που υπολογίζεται σε 250 εκατ. ευρώ, και του ανοίγματός της, που ανέρχεται σε 14% του ετήσιου ΑΕΠ.

Ανέφερε ότι το σωρευτικό ύψος των δανείων που έχει υπογράψει η ΕΤΕπ (από το 1981) διαμορφώνεται σε 5 δισ. ευρώ και πρόσθεσε ότι σχεδόν το 50% αυτών των δανείων υπογράφηκαν μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2013.

«Αυτό επιβεβαιώνει τη δέσμευσή μας απέναντι στην κυπριακή οικονομία», υπογράμμισε.

Ο κ. Κακουρής είπε ακόμη ότι ο όμιλος ΕΤΕπ είναι «αποφασισμένος να συνεχίσει να στηρίζει τις επενδύσεις στην Κύπρο στους τομείς της διαχείρισης λυμάτων, της παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, της αποθήκευσης, του εκσυγχρονισμού του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας και των επενδύσεων για τη στήριξη ερευνητικών ιδρυμάτων».

Αναφορικά με το οικονομικό περιβάλλον της Κύπρου, ο Αντιπρόεδρος της ΕΤΕπ είπε ότι δεδομένης της εξάρτησής από τον τουρισμό, «η κυπριακή οικονομία υπέστη μεγαλύτερο πλήγμα από τη σύγκρουση στην Ουκρανία από ό,τι τα υπόλοιπα κράτη μέλη της ΕΕ» και πρόσθεσε πως «το 2022 οι κυπριακές επενδύσεις μειώθηκαν εξαιτίας της αυξημένης αβεβαιότητας, ενώ επιβραδύνθηκε η ανάκαμψη στους τομείς του εμπορίου, των ξενοδοχείων και της εστίασης».

Ανέφερε ότι ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ αναμένεται να διαμορφωθεί σε 2,2% το 2023 και σε 2,7% το 2024, καθώς εκτιμάται ότι οι υψηλότερες τιμές και η αυστηρότερη νομισματική πολιτική θα τον επηρεάσουν αρνητικά».

Ωστόσο, πρόσθεσε πως η τιμαριθμική αναπροσαρμογή των μισθών κατά 50%, η οποία εφαρμόστηκε τον Ιανουάριο του 2023, «αναμένεται να στηρίξει κάπως την αγοραστική δύναμη».

Επιπλέον, ανέφερε ότι «ο υψηλός κίνδυνος και η αβεβαιότητα που οφείλονται στον πόλεμο στην Ουκρανία – και τώρα φυσικά στη σύγκρουση στη Γάζα – και στον αυξανόμενο γεωπολιτικό κατακερματισμό παγκοσμίως θα μπορούσαν να καθυστερήσουν τον αναγκαίο μετασχηματισμό τόσο της ευρωπαϊκής όσο και της κυπριακής οικονομίας».

Επίσης, ο κ. Κακουρής είπε ότι οι επενδύσεις πρέπει να επιτύχουν τον εθνικό στόχο που έχει τεθεί από την Κύπρο έως το 2030, σχετικά με την ενεργειακή απόδοση και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, και πρόσθεσε πως «ο στόχος αυτός εκτιμάται σε 12,9 εκατ. ευρώ για τον τομέα των μεταφορών και σε 816 εκατ. ευρώ για όλους τους άλλους τομείς».

«Και δεν θα πρέπει να λησμονούμε ότι το θέμα δεν είναι απλώς να επιτευχθούν οι στόχοι πολιτικής», αλλά «να αποφευχθούν γεγονότα που θα μπορούσαν να αποβούν καταστροφικά για την κοινωνία και την οικονομία σε ένα όχι και τόσο μακρινό μέλλον», υπογράμμισε.

Είπε ακόμη ότι για να είναι ανταγωνιστικές οι κυπριακές επιχειρήσεις χρειάζονται καλύτερη πρόσβαση σε χρηματοδότηση και καλύτερη πρόσβαση σε διεθνείς ευκαιρίες.

Αναφέροντας ότι ο ψηφιακός μετασχηματισμός αποτελεί «μία ακόμη αναπτυξιακή ευκαιρία για εκείνους που μπορούν να την αδράξουν», ο κ. Κακουρής είπε ότι σύμφωνα με την έρευνα της ΕΤΕπ για τις επενδύσεις του 2022, το 38% των κυπριακών επιχειρήσεων ανέφεραν χρήση περισσότερων ψηφιακών τεχνολογιών για την αντιμετώπιση της πανδημίας.

Ο Αντιπρόεδρος της ΕΤΕπ είπε ότι η Κύπρος θα λάβει επιχορηγήσεις και δάνεια από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ύψους 1,1 δισ. ευρώ (ή 4% του ΑΕΠ του 2022) την περίοδο 2021-2026.

«Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Κύπρου θα βελτιώσει τις προοπτικές ανάπτυξης της χώρας, εστιάζοντας σε βασικούς τομείς και επενδυτικές προτεραιότητες: ενεργειακή απόδοση, διείσδυση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, βιώσιμες μεταφορές, ενίσχυση της ανθεκτικότητας και ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, καταπολέμηση της διαφθοράς, αύξηση της απόδοσης και ψηφιακός μετασχηματισμός του δημόσιου τομέα», υπογράμμισε.

Ανέφερε επίσης, ότι «θα συμβάλει στον εκσυγχρονισμό του εκπαιδευτικού συστήματος της Κύπρου, μειώνοντας την αναντιστοιχία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης δεξιοτήτων στην αγορά εργασίας, στο πλαίσιο του ψηφιακού μετασχηματισμού».

Ο κ. Κακουρής είπε ακόμη ότι πέρσι η τράπεζα ξεκίνησε στην Κύπρο το Ταμείο Επιχειρηματικότητας Κύπρου ΙΙ, «ένα μέσο επιμερισμού του κινδύνου, το οποίο αποσκοπεί στην παροχή στήριξης σε τοπικές ΜΜΕ και επιχειρήσεις μεσαίας κεφαλαιοποίησης αυτήν τη δύσκολη περίοδο».

Επιπλέον, στην ομιλία του ο κ. Κακουρής αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στις επιχειρηματικές επενδύσεις και στις συνθήκες που θα πρέπει να διαμορφωθούν στο μέλλον για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις ούτως ώστε να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας και η ανταγωνιστικότητά της στο παγκόσμιο στερέωμα.

Συγκεκριμένα, ο Αντιπρόεδρος της ΕΤΕπ είπε ότι «διανύουμε περίοδο αβεβαιότητας και δεν είναι πάντα εύκολες οι συνθήκες είτε για τις επιχειρήσεις είτε για τους επενδυτές».

Ανέφερε ότι «η πράσινη μετάβαση και ο ψηφιακός μετασχηματισμός συνιστούν πρόκληση για όλους μας» και «ταυτόχρονα, προσφέρουν τεράστιες επενδυτικές ευκαιρίες για εκείνους που ξέρουν πώς να τις αδράξουν».

«Η πρόκληση είναι υπερβολικά μεγάλη για να αντιμετωπιστεί μόνο από τον δημόσιο ή τον ιδιωτικό τομέα: θα πρέπει να συνεργαστούμε», σημείωσε.

Είπε ακόμη ότι το οικονομικό μέλλον «θα εξαρτηθεί από τη βιωσιμότητα και την κλίμακα των επενδύσεων στις οποίες προχωρούμε σήμερα».

Ανέφερε ότι η Ευρώπη έχει «σοβαρό πρόβλημα ανταγωνιστικότητας» και «για την αναζωογόνηση της ανάπτυξης απαιτούνται επενδύσεις πολύ μεγάλης κλίμακας».

Όσον αφορά τις επενδυτικές επιλογές, ο κ. Κακουρής είπε ότι θα πρέπει κατά προτεραιότητα να γεφυρωθεί το ψηφιακό χάσμα και να στηριχθεί ο πράσινος μετασχηματισμός.

«Πρέπει να αντιμετωπίσουμε την έλλειψη δεξιοτήτων, και ιδίως των πράσινων δεξιοτήτων, και να επενδύσουμε στην παραγωγή πράσινης ενέργειας, σε δίκτυα μεταφοράς, καθώς και στην ενεργειακή απόδοση», πρόσθεσε.

Ανέφερε επίσης ότι το ποσοστό των επιχειρήσεων που επενδύουν στις καινοτομία είναι περίπου 10 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερο στην ΕΕ από ό,τι στις ΗΠΑ και πρόσθεσε πως «αυτό το χάσμα οφείλεται στο γεγονός ότι οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις δεν υιοθετούν νέες τεχνολογίες στον βαθμό που το κάνουν οι επιχειρήσεις στις ΗΠΑ».

Ο κ. Κακουρής αναφέρθηκε επίσης στο φιλόδοξο πρόγραμμα δράσης για το κλίμα, που έχει εκπονηθεί, προσθέτοντας ότι «οι επενδύσεις στις οποίες έχουμε ήδη προχωρήσει δεν θα είναι αρκετές».

«Θα πρέπει να υπάρξει θεαματική αύξηση των επενδύσεων στους τομείς των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης, η οποία θα συνδυαστεί με τη σταδιακή απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα», ανάφερε και πρόσθεσε πως «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι οι ενεργειακές επενδύσεις στην Ευρώπη θα πρέπει να διπλασιαστούν για την επίτευξη των στόχων της ΕΕ».

Τέλος, ο Αντιπρόεδρος της ΕΤΕπ είπε πως το ψηφιακό χάσμα μεταξύ των επιχειρήσεων στην ΕΕ και στις ΗΠΑ μειώνεται, καθώς περισσότερες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις υιοθετούν προηγμένες ψηφιακές τεχνολογίες στις επιχειρησιακές τους διαδικασίες.