Τα «αουτσάιντερ της ζωής», που λένε την «αγάπη» «premaya», κατέχουν το μυστικό της χαράς.

Στα Σριλανκέζικα, εκείνη η περίεργη εκφορά λέξεων με τα παρατεταμένα φωνήεντα που ξεστόμισε η με πιασμένα κότσο τα μαλλιά της για να μην μπερδεύονται στα μάτια της και χαμηλού ύψους Tharushi, σημαίνει «είμαι ευτυχισμένη!». Μου το έγραψε σε ένα χαρτάκι (για να μην κάνω μετά λάθος στον υπολογιστή), ξανακοίταξε το κειμιλιακά άδειο παλιό φυλάκιο απέναντι απ’ την οδό Κινύρα, μπροστά από το roundabout με το άγαλμα του Μάρκου Δράκου -το επίθετό του σημαίνει «δείγμα ευοίωνης κατάστασης», σύμφωνα με όσα προσπαθεί να μου μεταφράσει με τα αλλοπρόσαλα αγγλικά του ο Kasun-, αλλά το πήρε το αεράκι όταν κράτησα στα χέρια μου το πιάτο με ρύζι νυχάκι που με κέρασαν η Samadhi, η Amanda, και η Udari. Η Dinithi με φωνάζει «sir!», αλλά οι πολύχρωμες μέσα στα φανταστικά καλοραμμένα φουστάνια τους με τις χρυσές κλωστές φίλες της, της υπενθυμίζουν πως δεν έχω σχέση με την οικογένεια του ηλικιωμένου που φροντίζει στον Άγιο Δομέτιο. «My name is Yiannis», της λέω και της δίνω το χέρι μου – συλλαβίζοντάς το δυο τρεις φορές παρατονισμένα στη λήγουσα. Αυτό, στο Colombo, στην πρωτεύουσα της νησιωτικής χώρας της που πλέει καραβιώτικα μέσα στον ωκεανό ως ένα ιδιότυπο δάκρυ της Ινδίας από πάνω, θα μπορούσε να σημαίνει την αρχή της σύναψης μιας ωραίας φιλικής σχέσης. Κάτι σαν δέσμευση τού «για πάντα» αυθορμήτως. Ας είναι. 

Καταλαβαίνω, με τα κάπως μπερδεμένα σριλανκέζικα που κάνουν βόλτα τα λονδρέζικα ανεπιτυχώς, πως εκείνη τη μέρα -τη φωτεινή και ηλιόλουστη, χωρίς βροχές, που το άγαλμα του Γιούρι Γκαγκάριν δεχόταν απρόσκλητα πικ νικ στα πόδια του και οι φοίνικες δίπλα από τη λίμνη έκαναν φωταψίες στο νερό- οι άνθρωποι που γεννήθηκαν κοιτώντας απ’ το Mannar τις νότιες ακτές της Ινδίας, γιόρταζαν κάτι σημαδιακό. «Όλα είναι κάρμα», μου λέει ο Tharaka, ορμώντας λαίμαργα στο milk rice του. Επίσης, μου εξηγεί πως η αστρολογία παίζει σημαντικό ρόλο στον καθορισμό του καινούργιου έτους στη χώρα του (και για τους ανθρώπους), αλλά και στη γενέθλια μέρα του Βούδα που θα γιορτάσουν τις επόμενες εβδομάδες. Η ιστορία είναι παραμυθένια: «Πατέρας του Βούδα ήταν ο βασιλιάς Suddhodana Gautama. Σύμφωνα με τα θρυλούμενα, τη νύχτα της “σύλληψής” του η βασίλισσα Maya ονειρεύτηκε ότι είχε στο πλάι της έναν λευκό ελέφαντα με έξι χαυλιόδοντες!». «Φανταστικό!», προλαβαίνω να πω στην Yashodha καθώς μεταφράζω τις προτάσεις στο application που «κατέβασαν» και εκείνες, ώστε να διευκολύνεται η επικοινωνία τους από «madame» σε «madame» και από «sir» σε «sir». «Φανταστικά όλα!», ξαναλέω καθισμένος οκλαδόν στο γρασίδι του Δημόσιου Κήπου, στην χωρίς υλικά αγαθά χαρά τους. 

 

 

Δεν τις πειράζει που σπούδασαν ιατρική ή αρχαιολογία, νοσηλευτική ή μηχανολογία σε πανεπιστήμια της Ασίας και εργάζονται πια ως οικιακές βοηθοί ή εργάτριες στα σπίτια και στους αγρούς των ημεδαπών υπερήλικων Κυπρίων οι οποίοι κατά βάθος δυστυχούν, αφού έχουν πια απορριφθεί από τα παιδιά και τις ευρύτερες οικογένειές τους αφημένοι στα χέρια των ξένων αυτών κοριτσιών και αγοριών, με τα σκουρόχρωμα μάτια και το λεπτοκαμωμένο άνω χείλος. «Life is life», λένε κι εκείνες φιλοσοφώντας, ανεβασμένες επάνω σε μία κούνια που κρέμεται από σκοινιά που δέθηκαν σφικτά απ’ τους κορμούς πλαϊνών δέντρων. «But today is a wonderful Sunday! It’s a free day!».  

Κανονικά, αν ο καιρός δεν έκανε τερτίπια (πότε καλοκαιρία, πότε βροχές, μπερδευτήκαν), τα περισσότερα από αυτά τα κορίτσια θα έπαιρναν τα πράσινα λεωφορεία από την πλατεία Σολωμού φορώντας τις μάσκες τους και θα κατευθύνονταν στη Λάρνακα, στις Φοινικούδες, ίσως και προς του Μακένζι με τα πόδια διασχίζοντας την Πιαλέ Πασά με τα πολύχρωμά τους φουστάνια κάνοντας θραύση και γελώντας δίπλα από τους παλιούς τουρκομαχαλάδες (γιατί, πάντα γελάνε οι Σριλανκέζες – με το τίποτα!). Η θάλασσα και ο κόλπος που σχηματίζει απ’ το παλιό λιμάνι η ανανεωμένη από τα θεμέλιά της Λάρνακα, μου λέει η Yashodha δείχνοντάς μου το translate γκουγκλάρωντας, τούς θυμίζει κάτι από την Kalpitiya· τα νερά έχουν χρώμα αφρώδες σαν γκαζόζα που ανοίγει ξαφνικά το χειμώνα και καθαρό μπλε το καλοκαίρι, στον ορίζοντα που τελειώνει τη ματιά – εκεί που γυρίζει η γη και ίσως να βρίσκεται η πατρίδα τους, το σπίτι τους, τα πιάτα του μεσημεριού με ρύζι μέσα και φύκια, οι φίλοι τους που βλέπουν πια μόνο από βιντεοκλήση. Ωραία που είναι η θάλασσα, ναι! 

Η Madu -καθώς η νοηματική στα βασικά είναι πιο ισχυρή στη συνεννόηση κι απ’ τις λέξεις- συγκινείται και σχηματίζει στο κινητό της τον αριθμό του επτάχρονου παιδιού της για να του μιλήσει και να το αγκαλιάσει διαδικτυακά δυνατά, ακόμη και μέσω αυτής της τεράστιας χιλιομετρικής απόστασης. Μου το εξηγεί κλαμένη: «Τα πάρκα είναι παντού ίδια. Οι πόλεις είναι παντού ίδιες. Η αγάπη είναι παντού ίδια. Οι άνθρωποι είναι παντού ίδιοι!». Αμ δε.     

* Σύμφωνα με στοιχεία που δόθηκαν στον Φιλελεύθερο από την Πρεσβεία της Σρι Λάνκα στη Λευκωσία, αυτή τη στιγμή διαμένουν στην Κύπρο περίπου 5.600 Σριλανκέζοι και οι περισσότεροι εργάζονται κυρίως σε σπίτια (ως επί το πλείστον γυναίκες, ως οικιακές βοηθοί), σε φάρμες στα χωριά, και σε αρτοποιεία. Σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία της Eurostat, την 1η Ιανουαρίου 2019, 21,8 εκατομμύρια πολίτες τρίτων χωρών ζούσαν σε κάποιο από τα 27 κράτη-μέλη της Ε.Ε.. Το κράτος-μέλος της Ε.Ε. με το μεγαλύτερο μερίδιο μη υπηκόων ήταν το Λουξεμβούργο και ακολουθεί, στη δεύτερη θέση, η Κύπρος (με 18% του συνολικού πληθυσμού της!).

xatzigeorgiou@yahoo.com

Ελεύθερα, 16.1.2022.