Όταν τον Σεπτέμβριο του 2021 ο Daniel Craig εμφανίστηκε στην παγκόσμια πρεμιέρα του «No Time To Die», της 25ης ταινίας του James Bond με την οποία ο ηθοποιός αποχαιρετούσε τον ρόλο του διάσημου πράκτορα, φορώντας ένα βελούδινο ροζ σακάκι διά χειρός του εμβληματικού οίκουThe Anderson & Sheppard, η υφήλιος συγκλονίστηκε!

Η αδελφότητα της απανταχού αντρίλας δεν μπορούσε να χωνέψει την επιλογή του ηθοποιού Graig να απογυμνωθεί από την αρρενωπή εικόνα του ρόλου που υποδυόταν, κι αντί του μαύρου σμόκιν να εμφανιστεί μ’ ένα χρώμα που… ιστορικά συνδέεται με τη θηλυκότητα!

Από τον πολύ Piers Morgan που του υπέδειξε (του ηθοποιού πάντα!) ότι ο James Bond (ο ρόλος πάντα!) δεν θα φορούσε ποτέ ένα φανταχτερό ροζ σακάκι (!) μέχρι τις εξυπνοβλακίες πληκτικών αναλυτών κορυφαίων Μέσων Ενημέρωσης, αναζωπυρώθηκαν παρωχημένες συζητήσεις για την αρρενωπότητα και τα χρώματα… Κι ούτε καν, οι αδαείς, μπήκαν στον κόπο να δουν πόσες φορές o Sean Connery, όχι ως Sean αλλά ως James Bond φόρεσε στις ταινίες ροζ πουκάμισα, σακάκια και γραβάτες. Αλλά, δεν φταίνε οι εποχές, φταίει που χάνουμε στροφές.

Παρόλο που πολλές φορές έχουμε πει ότι πλέον τίποτα δεν μπορεί να μας ξαφνιάσει και να μας εκπλήξει, δεν είχαμε φανταστεί ότι, μόλις δύο χρόνια μετά, η φαιδρότητα θα προσλάμβανε εθνικές διαστάσεις, εξαιτίας ενός έργου -του γνωστού πλέον στα πέρατα της υφηλίου- που φιλοξενήθηκε σε έκθεση στο Γενικό Προξενείο της Ελλάδας, στη Νέα Υόρκη. Ένα έργο με δυνατό συμβολισμό, που θίγει την έμφυλη βία, το φαινόμενο της γυναικοκτονίας και της ενδοοικογενειακής κακοποίησης. Δεν ξέρω αν πρώτα θίχτηκε ο ανδρισμός τους ή ο πατριωτισμός τους. Αμφότεροι μου προκαλούν, με τον άρρωστο τρόπο που αυτοί τα εκφράζουν, ένα ανακάτωμα στο στομάχι, οπόταν δεν έχει και τόση σημασία. Εντούτοις έχω την υποψία πως και σ’ αυτή την περίπτωση είναι η αντρίλα που θίχτηκε πρώτη – το ροζ τους έκατσε βαρύ – και ταυτόχρονα λειτούργησαν τα γρήγορα αντανακλαστικά του εθνικιστικού κομπλεξισμού που έσπευσε να στηρίξει και να διανθίσει με κολοκύθια τούμπανα τη συζήτηση.

Το ακροδεξιό μόρφωμα έσυρε πρώτο τον χορό και συμπαρέσυρε και διάφορους άλλους στενόμυαλους και εθνικά υπερευαίσθητους που, περισσότερο κι από τη μαθητιώσα νεολαία που πατώνει στην κατανόηση κειμένου, αυτοί ούτε στην κατανόηση κειμένου, ούτε στην αντίληψη και κατανόηση γενικότερα, προβιβάζονται.

Να με συγχωρείτε και όποιος θιχτεί ας μη μου ευχηθεί Καλά Χριστούγεννα, αλλά το να συζητάμε για «προσβολή συμβόλου», όταν το έργο (παρόλο που θεωρώ λάθος την υπεράσπιση του στη βάση του ανθρωπιστικού του μηνύματος) θίγει ένα τέτοιο ζήτημα, δεν είναι δείγμα ευφυΐας. Δεν είναι καν γελοιότητα! Ένας επαρχιώτικος εθνικιστικός κομπλεξισμός είναι, οι ρίζες του οποίου φτάνουν, τολμώ να πω, στον μισογυνισμό. Όταν η παραποίηση του συμβόλου σε γήπεδα και (εθνικιστικόθρησκευτικές) διαμαρτυρίες έχει αγγίξει προδιαγραφές καζαντί χωρίς κανένας τους να θίγεται – απεναντίας, με τη συνέργειά τους – όταν το σύμβολο έχει γίνει φλιπ φλοπ και σώβρακo στο πλαίσιο του live your myth in Greece, ο εθνικιστικός κομπλεξισμός, με την γνωστή βαρβατίλα που είθισται να τον χαρακτηρίζει, ενοχλήθηκε από ένα έργο που θίγει το μέγα αυτό ζήτημα της γυναικοκτονίας και της ενδοοικογενειακής βίας! Τη στιγμή, μάλιστα, που τα στοιχεία των τελευταίων χρόνων χαρίζουν στην Ελλάδα τη θλιβερή ευρωπαϊκή πρωτιά όσον αφορά στην έξαρση!

Η καλλιτέχνης Γεωργία Λαλέ ασφαλώς και δεν ανακάλυψε την ταχινόπιττα με το δυνατό κατ’ εμένα «Neighborhood Guilt». Η σημαία στην Τέχνη είναι ένα σύμβολο που σε παγκόσμιο επίπεδο έχει χρησιμοποιηθεί πολλές φορές με τρόπο που να στέλνει κοινωνικά και πολιτικά μηνύματα. Δεν χρειάζεται να θυμίσω γνωστά και χαρακτηριστικά παραδείγματα από το εξωτερικό. Σ’ ότι αφορά στην Ελλάδα, μια από τις πιο εύστοχες φορές ήταν μόλις την περασμένη Άνοιξη, μια δημιουργία των εκ Θεσσαλονίκης Betroot με τις γραμμές της σημαίας να μοιάζουν με εκτροχιασμένα βαγόνια! Δεν χρειάζεται πολλά, όμως, ο εθνικιστικός κομπλεξισμός για να υστεριάσει, πόσο μάλλον όταν συντρέχει συνδυαστικά με το φοβικό σύνδρομο του ανδρισμού που διακατέχει μια μεγάλη μερίδα εκφραστών του.

Ούτε είναι σημερινό φαινόμενο οι αλαλαγμοί μιας χούφτας ανόητων, τάχα θιγμένων, που έχουν κάνει εργόχειρο την οικειοποίηση της Ιστορίας, της πατρίδας και των συμβόλων της. Χρειάζεται να θυμίσω προ δεκαπενταετίας περιστατικά; Όταν σε χρόνο μηδέν είχε δημιουργηθεί στο Facebook προφίλ με τίτλο «ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΟΝ ΠΡΟΔΟΤΗ», με 5.000 μέλη, επειδή ένας έκαψε σ’ έναν ποδοσφαιρικό αγώνα μια ελληνική σημαία – ποιος; ένας τύπος, γνωστός σε όλους, που περιφερόταν στους δρόμους της Λευκωσίας μιλώντας συνέχεια σ’ ένα κινητό χωρίς να υπάρχει κανείς στην άλλη άκρη της «γραμμής»;

Μήπως να θυμίσω τον παροξυσμό που ζήσαμε το 2009 για ένα έργο στη Μπιενάλε της Βενετίας ή ένα θεατρικό στο Ριζοκάρπασο που και τα δυο έπεσαν θύματα ιδεοληψιών; Το απογοητευτικό αφορά, πρώτον, στο γεγονός ότι ενώ τα χρόνια προχωρούν, οι αντιλήψεις πάνε πίσω – πίσω και, δεύτερον, στη στάση που τήρησε το επίσημο κράτος το οποίο φιλοξενούσε την έκθεση, με κυβέρνηση ένα κόμμα που περιφέρεται φορώντας την κάπα της μεγάλης φιλελεύθερης και ευρωπαϊκής παράταξης, ενώ η μπόχα της ακροδεξιάς και του εθνικιστικού κομπλεξισμού, αναδύεται αποκρουστική στο πέρασμά της.

*Ο τίτλος είναι μια παραλλαγή του τραγουδιού του Βασίλη Παπακωνσταντίνου, «Κι αν είμαι ροκ».