Όλα λοιπόν πήγαν καλά. Όλοι πήραν άδεια. Όλοι πέρασαν τα κριτήρια. Όλα νομότυπα. Στο χώρο του κυπριακού ποδοσφαιρικού θαύματος, ήρθε να προστεθεί η ατολμία και η αναποτελεσματικότητα της Κυβέρνησης στην υπόθεση των οφειλών των ποδοσφαιρικών σωματείων προς το κράτος, με αποτέλεσμα να συνθέσουν ένα τεράστιο σικέ.

Ενώ το Υπουργείο Οικονομικών ενημέρωνε επίσημα τη Βουλή ότι πέντε ποδοσφαιρικές εταιρείες δεν συμμορφώθηκαν με τις φορολογικές και τις κοινωνικοασφαλιστικές τους υποχρεώσεις, η ΚΟΠ προχώρησε και χορήγησε άδεια σε όλους. Μα όλους. Ούτε έναν εκτός. Ούτε ένα “όχι”. Ούτε ένα “ναι μεν, αλλά”. Μοίρασε με τη γνωστή απλοχεριά της, πιστοποιητικά συμμόρφωσης με τα κριτήρια της ΟΥΕΦΑ ενώ την ίδια ώρα το κράτος δήλωνε ότι κάποιοι έγραφαν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους τις υποχρεώσεις τους έναντί του.

Κι επειδή κανείς δεν φταίει ποτέ, το Υπουργείο ένιψε τας χείρας του, η ΚΟΠ λέει ότι έπρεπε να αποφασίσει γιατί έληγε η προθεσμία και στο τέλος όλοι “εμφανίστηκαν ικανοποιημένοι”. Μόνο οι πολίτες βρέθηκαν ξανά στη θέση του κορόιδου. Βλέπετε, αυτοί οφείλουν κάθε φορά να πληρώνουν τους φόρους τους μέχρι και το τελευταίο σεντ. Για να καλύψουν τα εκατομμύρια μερικών σωματείων, που έμαθαν χρόνια τώρα, να χρωστάνε και να μην πληρώνουν. Μέχρι να έρθει το κράτος και να διαγράφει ή να καλύπτει τις οφειλές τους.

Ο Έφορος Φορολογίας εξήγησε ότι ξανά κάποιοι δεν πλήρωσαν, ξανά χάλασαν το σχέδιο αποπληρωμής, ξανά ζητούν νέα ευκαιρία. Και ξανά τους προσφέρεται. Ένα σωματείο δεν πλήρωσε τίποτα αλλά ζητά επανένταξη στο σχέδιο. Άλλα πλήρωσαν τα μισά, ζητούν κι αυτά το ίδιο. Το Υπουργείο Οικονομικών ενημερώθηκε, αρχικά αντέδρασε και τελικά σιώπησε. Προφανώς, το παρασκήνιο οργίασε σε ψηλότερο επίπεδο και τελικά, η… άκαμπτη στάση του Οικονομικών αποδείχτηκε εξαιρετικά εύκαμπτη.

Και σαν να μην έφτανε η δυσωδία, που όλο αυτό το θέατρο είχε προλάβει να προκαλέσει, ήρθε και το επικοινωνιακό κουκούλωμα. Το μπαλάκι της ευθύνης κλωτσήθηκε με μαεστρία. Ο Πρόεδρος πέταξε το θέμα στο Υπουργείο Οικονομικών και το Υπουργείο στο Τμήμα Φορολογίας. Μεταφέρθηκε όλη η ευθύνη στα χέρια ενός δημοσίου υπαλλήλου.

Ένας ολόκληρος κρατικός μηχανισμός, από την προεδρία μέχρι την τελευταία δημόσια υπηρεσία, κινητοποιήθηκε. Για καιρό εκσφενδονίζονταν ηχηρές ατάκες, ότι σε κανένα σωματείο δεν θα επιτρεπόταν να ξεφύγει αν δεν πλήρωνε τα καθυστερημένα. Στο τέλος, όμως, ουδείς τόλμησε να αναλάβει την ευθύνη του.

Η Κυβέρνηση απέδειξε για ακόμη μια φορά ότι εκεί που χρειάζεται πολιτική βούληση, επιλέγει την ατολμία. Κατέστη αναξιόπιστη, επειδή αδυνατεί να εφαρμόσει αυτά τα οποία διακηρύττει. Ένα τεράστιο σικέ στήθηκε μπροστά στα μάτια μας, με αποτέλεσμα αντί να αποδοθούν ευθύνες, να διασφαλιστεί πως δεν θα πληρώσει κανείς. Ξανά.

Σε όλο αυτό το σικέ, είχε το δικό της ρόλο και η ΚΟΠ. Παρά το ότι είναι ο θεσμός που καθηκόντως οφείλει να καταπολεμά τα σικέ. Αξιολόγησε τα σωματεία της. Και έβαλε σε όλα βαθμό προβιβάσιμο. Τώρα, πώς γίνεται κάποιες ομάδες να έχουν απλήρωτες οφειλές στο κράτος αλλά η Ομοσπονδία να δηλώνει στην ευρωπαϊκή ομοσπονδία στην οποία ανήκει ότι καμία ομάδα της δεν έχει καθυστερημένες οφειλές, μόνο ένας μάγος μπορεί να το εξηγήσει. Δεν ζει πια και ο διάσημος Χουντίνι να μας έδινε τα φώτα του…

Δεν πρόκειται απλώς για μια ιλαροτραγωδία. Πρόκειται για οργανωμένη συγκάλυψη. Με πρωταγωνιστές την Κυβέρνηση, το κράτος, την ΚΟΠ και τα σωματεία. Όλο αυτό μυρίζει στημένο. Στημένο με την έννοια του θεσμικά κουκουλωμένου. Του «μην τινάξουμε το πρωτάθλημα στον αέρα». Του «κάνε τα στραβά μάτια για το καλό του ποδοσφαίρου». Μόνο που αυτό το «καλό του ποδοσφαίρου» είναι συνώνυμο με τη διαχρονική ασυλία και το οργανωμένο πάρτι εκατομμυρίων σε βάρος της κοινωνίας.

Το πιο εξοργιστικό, όμως, αφορά τους πολίτες. Ενώ σε κάθε απλό φορολογούμενο, σε κάθε μικρομεσαίο, το κράτος δεν συγχωρεί ούτε το παραμικρό λάθος, εδώ μιλάμε για εκατομμύρια που χαρίζονται. Όταν ένας πολίτης καθυστερήσει τις εισφορές του, ακολουθεί πρόστιμο, κατάσχεση ακόμη και φυλάκιση. Στην περίπτωση των σωματείων, όμως, έρχεται αδειοδότηση. Και επανένταξη. Και σιωπή. Αυτή η άνιση μεταχείριση είναι σκάνδαλο και οι πολίτες που το βλέπουν εξοργίζονται.

Ο Πρόεδρος και η Κυβέρνησή του είναι συνυπεύθυνοι. Όταν κάποιοι δεν συμμορφώνονται και παρ’ όλα αυτά, τους δίνονται άδειες, τότε έχουμε κρατική συνέργεια στην παραβίαση της ισονομίας. Γιατί κάθε πολίτης που πληρώνει τις εισφορές του με το ζόρι, βλέπει πως κάποιοι άλλοι παίζουν μπάλα με χαρισμένα χρέη. Και όχι μόνο δεν αποβάλλονται, προκρίνονται κιόλας.

Εδώ λοιπόν, δεν έχουμε μόνο «παράτυπη άδεια». Έχουμε κρατική «χρεοκοπία». Και την υπογράφουν όλοι: Υπουργεία, ομοσπονδίες, σωματεία και μεγαλοπαράγοντες. Μετά αναρωτιούνται γιατί η κοινωνία σιχαίνεται την πολιτική. Όταν τα σωματεία που χρωστάνε εκατομμύρια αδειοδοτούνται με τον ίδιο τρόπο όπως εκείνα που είναι τυπικά στις υποχρεώσεις τους, τότε η ντροπή δεν βρίσκεται στην εξέδρα. Παίρνει μεταγραφή και μετακομίζει στα αποδυτήρια των θεσμών. Και στον πάγκο της Κυβέρνησης!