Έχουν και την πλάκα τους οι αστυνομικές και οι εισαγγελικές Αρχές. Μερικές φορές επιδίδονται στην παραγωγή ανεκδότων. Το καινούργιο κορυφώθηκε με μια χθεσινή ανακοίνωση της Αστυνομίας.
Μετά την κατακραυγή για την ενέργειά τους να καλέσουν δέκα δημοσιογράφους στο ΤΑΕ Αρχηγείου της Αστυνομίας για να δώσουν κατάθεση για τη γνωστή έρευνα εναντίον του Οδυσσέα Μιχαηλίδη, η Αστυνομία ανακοίνωσε ότι: «Στο πλαίσιο διερεύνησης της εν λόγω υπόθεσης, από μέλη του ΤΑΕ Αρχηγείου Αστυνομίας και με σκοπό την εξασφάλιση μαρτυρίας για διερεύνηση της υπόθεσης αυτής, η λήψη κατάθεσης από δημοσιογράφους είναι απαραίτητη».
Πώς θα εξασφαλίσουν μαρτυρία από τους δημοσιογράφους; Επειδή ήταν αυτόπτες μάρτυρες όταν έλεγε ο Οδυσσέας όσα είπε και τα διερευνούν; Μα, αυτόπτες μάρτυρες ήταν και όλοι οι τηλεθεατές που παρακολουθούσαν τις διάφορες εκπομπές. Θα μπορούσαν με την ίδια λογική να καλέσουν για ανάκριση μερικούς τηλεθεατές και να τους βάλουν να καταθέσουν ότι πράγματι άκουσαν τον «κατηγορούμενο» να λέει αυτά που είπε.
Αυτόπτες μάρτυρες ήταν και όλοι οι εργαζόμενοι στα στούντιο των τηλεοπτικών καναλιών. Βρίσκονται μέσα στα στούντιο την ώρα των συνεντεύξεων, τόσο κοντά όσο και ο δημοσιογράφος. Οι κάμεραμαν, οι σκηνοθέτες, οι παραγωγοί κ.α. Να τους καλέσουν όλους «με σκοπό την εξασφάλιση μαρτυρίας». Να ερευνήσουν αν όλοι άκουσαν τα ίδια. Διότι μπορεί να υπάρχουν αντιφάσεις και να μπερδευτεί η υπόθεση.
Είναι γελοίο. Διότι, ο δημοσιογράφος δεν μπορεί να πει τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο από αυτό που μεταδόθηκε δημόσια. Οπότε πώς θα βοηθήσει τους ανακριτές στην εξασφάλιση μαρτυρίας; Η κλήτευση των δημοσιογράφων, μαζικά μάλιστα αυτή τη φορά (αλλά και όποτε γίνεται κάτι τέτοιο), εντάσσεται στο πλαίσιο μιας ευρύτερης πολιτικής εκφοβισμού των δημοσιογράφων. Που την είδαμε να εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους τους τελευταίους μήνες. Πότε με προτάσεις νόμου, παρεμβατικές και τρομοκρατικές για τη δημοσιογραφία, και πότε με δηλώσεις περί τιμωρίας για διαρροές εγγράφων.
Όσον αφορά την ουσία της υπόθεσης, δύσκολο να αντιληφθούμε τι θα αποδείξουν οι ανακριτές εναντίον του Οδυσσέα Μιχαηλίδη αν έχουν καταθέσεις δημοσιογράφων που θα λένε, για παράδειγμα: ναι, τα είπε στην εκπομπή μου αυτά. Αφού ο ίδιος ο κ. Μιχαηλίδης, δεν αρνείται ότι τα είπε. Έδωσε κατάθεση και επανέλαβε όσα είπε και στην τηλεόραση. Ομολόγησε, δηλαδή και αν υπάρχει κάτι μεμπτό δεν χρειάζονται άλλες μαρτυρίες.
Μάλλον, με αυτές τις ενέργειες, Εισαγγελίας, Αστυνομίας και άλλων ίσως, αποδεικνύεται κάτι που θεωρώ εξωφρενικό για τη δημοκρατία και τη δικαιοσύνη μας. Ότι αποφάσισαν εκ προοιμίου να δικάσουν τον Μιχαηλίδη (στο δικαστήριο ή δημοσίως) για «καταφρόνηση δικαστηρίου» ή, έστω, να τον εκθέσουν στα μάτια της κοινής γνώμης, και ψάχνουν να βρουν τον τρόπο που θα το κάνουν. Κι αυτό δεν είναι τίποτε άλλο παρά μόνο πολιτική δίωξη.
Το κάνουν, μάλιστα, με τόση σπουδή που εντυπωσιάζουν. Δεν τους είδαμε να έχουν την ίδια έγνοια για άλλες σοβαρές υποθέσεις. Για παράδειγμα, τις ίδιες μέρες, που οι ανακριτές του Αρχηγείου τρώνε τις ώρες τους να απομαγνητοφωνούν τις πολύωρες συνεντεύξεις του Οδυσσέα Μιχαηλίδη και να μελετούν για να βρουν με ποια λέξη θα του πιάσουν το πόδι του, θα έπρεπε να αφοσιωθούν να οδηγήσουν τάχιστα στη Δικαιοσύνη τον εγκέφαλο (ή ανεγκέφαλο) που βρίσκεται πίσω από τα 300.000 κρατικά απόρρητα έγγραφα που εντοπίστηκαν στο σπίτι δεσμοφύλακα. Ένα παράδειγμα, λέω, υπάρχουν και πολλά άλλα.
Υ.Γ. Ένας δικηγόρος, ο Μιχάλης Παρασκευά, δημοσίευσε χθες μια μελέτη, επικαλούμενος Σύνταγμα και νομοθεσίες, και υποστηρίζει ότι η έρευνα της Αστυνομίας περί καταφρόνησης Δικαστηρίου δεν έχει βάση, διότι το όργανο που εξέδωσε την απόφαση κατά του Οδ. Μιχαηλίδη, «δεν ήταν ένα τυπικό δικαστήριο αλλά το Συμβούλιο». Επικαλείται μάλιστα και απόφαση του ίδιου του Συμβουλίου, ημερομηνίας 25/6/2015, στην υπόθεση Ρίκκου Ερωτοκρίτου, που αφορούσε την εξαίρεση του Προέδρου του από τη διαδικασία. Έλεγε: «Δεδομένων, όμως, των καθηκόντων του παρόντος Συμβουλίου, το οποίο δεν είναι Δικαστήριο..».
Εάν τελικά ισχύει ΚΑΙ αυτό, τι να πούμε, βουνό οι τσαπατσουλιές! Ρεζιλίκια!