Σε μια υπόθεση με σαφές ποινικό αποτύπωμα, η οποία εκθέτει θεσμούς και εγείρει σοβαρά ερωτήματα, η Κυβέρνηση επιλέγει να μιλά με γενικόλογες αναφορές περί «νενομισμένων διαδικασιών» και «σεβασμού στο τεκμήριο αθωότητας». Το καθόλα σεβαστό τεκμήριο, όμως, δεν μπορεί να λειτουργεί ως αλεξίσφαιρο άλλοθι επιλεκτικών χειρισμών. Η Άννα Αριστοτέλους, διευθύντρια των Κεντρικών Φυλακών (διατηρεί ακόμη την οργανική θέση) νυν αναπληρώτρια γενική διευθύντρια του Υπουργείου Άμυνας και επικεφαλής των Ανθρωπιστικών Θεμάτων (ναι, κατέχει και τα τρία αξιώματα) ανακρίθηκε από την Αστυνομία ως ύποπτη για την υπόθεση ανεύρεσης τεράστιου αριθμού κρατικών εγγράφων (περίπου 300.000) στην κατοικία αρχιδεσμοφύλακα.

Μαζί της, ανακρίθηκε ως ύποπτη και η ανώτερη λειτουργός των Φυλακών και νυν λειτουργός της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, Αθηνά Δημητρίου. Και οι δύο άσκησαν το δικαίωμα της σιωπής και αρνήθηκαν να απαντήσουν σε οποιαδήποτε ερώτηση των ανακριτών. Σύμφωνα με την εκπρόσωπο Τύπου της Αστυνομίας, Κούλα Λαμπριανίδου, το γεγονός ότι κλήθηκαν σε ανακριτική κατάθεση σημαίνει ότι θεωρούνται ύποπτες.

Οι υπόλοιποι ύποπτοι, ανάμεσά τους τέσσερις δεσμοφύλακες και μια δόκιμη αστυφύλακας, τέθηκαν σε τρίμηνη διαθεσιμότητα. Όμως, η κ. Αριστοτέλους όχι μόνο δεν έχει τεθεί σε διαθεσιμότητα, αλλά παραμένει στις θέσεις της στο Υπουργείο Άμυνας και στην Υπηρεσία Ανθρωπιστικών Θεμάτων. Ανάλογα παραμένει στη θέση της και η κ. Δημητρίου.

Η σπουδή των Αρχών να επιδείξουν ανοχή και να “σεβαστούν τις διαδικασίες” είναι αξιοσημείωτη. Αξιοσημείωτη γιατί δε φαίνεται να ισχύει σε κάθε περίπτωση. Το τεκμήριο της αθωότητας δεν εφαρμόστηκε με την ίδια ευλάβεια σε άλλες υποθέσεις. Από τον αστυνομικό που ετέθη άμεσα εκτός καθηκόντων για ήσσονος σημασίας διερεύνηση, μέχρι δημόσιους υπαλλήλους που τέθηκαν σε διαθεσιμότητα μέχρι να ξεκαθαρίσει η θέση τους.

Ο υπουργός Άμυνας Βασίλης Πάλμας, παραλαμβάνοντας επιστολή από τον Αρχηγό της Αστυνομίας, παραδέχτηκε ότι αναμένει οδηγίες από τον Γενικό Εισαγγελέα πώς να ενεργήσει. Η δήλωσή του ότι «δεν μπορεί να σχολιάσει το περιεχόμενο της επιστολής στον αέρα» αποκαλύπτει το βάρος της αμηχανίας που προκαλεί πολιτικά το θέμα. Ούτε κουβέντα για την ανάγκη διαφάνειας ή για την αυτονόητη υποχρέωση της Πολιτείας να προστατεύσει την αξιοπιστία της.

Ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, σε αντίστοιχο πνεύμα, μιλά για «θεσμοθετημένες διαδικασίες» και για «σεβασμό στις συστάσεις της Νομικής Υπηρεσίας». Μάλιστα, ερωτηθείς αν ο Πρόεδρος εξετάζει την προσωρινή παύση της κ. Αριστοτέλους από τη θέση του επικεφαλής Ανθρωπιστικών Θεμάτων ή τη διαθεσιμότητά της από το ΥΠΑΜ, απάντησε πως όλα γίνονται με βάση το Σύνταγμα και τις εισηγήσεις των νομικών.

Όμως, εκεί ακριβώς εντοπίζεται και η υποκρισία. Η Νομική Υπηρεσία δεν χρειάζεται να πει σε κανέναν πότε μια κατάσταση προκαλεί ηθικό και διοικητικό ασυμβίβαστο. Ούτε πότε η διαθεσιμότητα επιβάλλεται για να διασφαλίζει από τη μια την ισονομία και από την άλλη την αξιοπιστία ενός υπουργείου ή ενός θεσμού.

Η κοινή γνώμη δεν χρειάζεται καμία γνωμάτευση για να αντιληφθεί ότι δεν μπορεί να βρίσκεται σε τέτοια θέση μια κρατική λειτουργός που θεωρείται ύποπτη σε μια σοβαρή υπόθεση για αδικήματα όπως κατάχρηση εξουσίας, παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου και κλοπή. Αν υπάρχει η βούληση για ίση μεταχείριση όλων, τότε πώς γίνεται πέντε άλλοι εμπλεκόμενοι να βρίσκονται σε διαθεσιμότητα και η αναπληρώτρια γενική διευθύντρια του ΥΠΑΜ να συνεχίζει να ασκεί καθήκοντα σαν να μη συμβαίνει τίποτα; Ενδεχόμενος ισχυρισμός ότι δεν υπηρετεί εντός των Φυλακών ώστε να μπορεί να επηρεάσει την έρευνα είναι άτοπος. Πρώτον, διότι οργανικά διατηρεί τη θέση της διευθύντριας των Φυλακών και δεύτερον, διότι εκτίθεται το υπουργείο Άμυνας όσο θα διεξάγεται η έρευνα και η γενική διευθύντριά του θα θεωρείται ύποπτη.

Η Κυβέρνηση έχει υποχρέωση είτε να θέσει σε διαθεσιμότητα την κ. Αριστοτέλους, είτε αν οι σοφοί της Νομικής Υπηρεσίας αποφανθούν ότι δεν χρειάζεται, να την υποχρεώσουν να πάρει άδεια έως ότου ολοκληρωθούν οι έρευνες. Υπενθυμίζουμε ότι σε μακρά άδεια βρισκόταν η κ. Αριστοτέλους και όταν διεξαγόταν η έρευνα για την υπόθεση με τον κ. Κατσουνωτό στις Φυλακές. Σε καμία περίπτωση ενδεχόμενη διαθεσιμότητα ή υποχρεωτική άδεια δεν αποτελεί ένδειξη ενοχής. Αντιθέτως, πρόκειται για ένδειξη θεσμικής υπευθυνότητας.

Για να πείσει ότι η γυναίκα του Καίσαρα δεν είναι απλώς τίμια, αλλά πρέπει και να φαίνεται τίμια. Όσο παραμένει στη θέση της, εκτίθεται ολόκληρο το Υπουργείο Άμυνας. Η ζημιά είναι ήδη θεσμική και διοικητική, ανεξαρτήτως του τι θα αποφανθεί τελικά η Δικαιοσύνη για την υπόθεση. Ενδεχομένως, να μην κριθεί ότι πρέπει να κατηγορηθεί για οτιδήποτε και ότι δεν έχει την παραμικρή ευθύνη. Όμως, μέχρι αυτό να ξεκαθαρίσει, η Κυβέρνηση οφείλει να χειριστεί την υπόθεση με τον ίδιο τρόπο όπως σε πολλές άλλες περιπτώσεις.

Ένα είναι βέβαιο: Οι πολίτες δεν μπορούν να πεισθούν για την αμεροληψία του Κράτους όταν διαπιστώνουν πως οι κανόνες καθίστανται ευλύγιστοι ανάλογα με το ποιος κάθεται στην καρέκλα. Και η Κυβέρνηση, όσο κι αν προσπαθεί να καλυφθεί πίσω από νομικές γνωμοδοτήσεις, δεν μπορεί να αποφύγει την ευθύνη.

Αν πράγματι «σεβόμαστε τους θεσμούς», τότε ας ξεκινήσουμε με το προφανές. Η ισονομία δεν είναι πολιτική ατάκα για τις τηλεοπτικές κάμερες. Είναι πράξη πολιτικής ευθύνης.

ΥΓ: Η στήλη είχε στηρίξει την κ. Αριστοτέλους στην υπόθεση με τον κ. Κατσουνωτό. Επειδή πίστευε ότι είχε δίκαιο. Αυτό δεν σημαίνει στήριξη εν λευκώ. Στην προκειμένη περίπτωση, με σεβαστό το τεκμήριο της αθωότητας, δεν μπορεί παρά να προστατεύσει τους θεσμούς τους οποίους υπηρετεί.