H αρχική απόφαση του Βενιαμίν Νετανιάχου χθες να ανακαλέσει την ισραηλινή διαπραγματευτική ομάδα από τη Ντόχα, προκάλεσε ανησυχία, εντός και εκτός του Ισραήλ. Έχουν καταρρεύσει πάλι οι συνομιλίες; Και γιατί;
Η απάντηση που δόθηκε είναι πως η ανάκληση είχε μεν να κάνει με την ουσία των συνομιλιών αλλά, πως η ομάδα επέστρεψε με την απάντηση που έδωσε η Χαμάς στους διαμεσολαβητές, προκειμένου, η Ιερουσαλήμ να δει το περιεχόμενο και να δοθεί η απάντηση του Ισραήλ.
Τα πράγματα πάντως δεν φαίνονται καλά, καθώς η απάντηση της Χαμάς έχει ήδη απορριφθεί από τον Αμερικανό διαμεσολαβητή Στιβ Ουίτκοφ ο οποίος κατηγορώντας την τρομοκρατική οργάνωση ότι η απόκρισή της «δείχνει ξεκάθαρα την έλλειψη επιθυμίας για κατάληξη σε μια κατάπαυση του πυρός στη Γάζα», ανακοίνωσε ότι η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ αποσύρεται. Οι προοπτικές, λοιπόν, δεν είναι ενθαρρυντικές.
Η Χαμάς παίζει με το χρόνο καθώς ολοφάνερα δεν την ενδιαφέρουν οι ζωές των Παλαιστινίων, τους οποίους η ίδια χρησιμοποιούσε και χρησιμοποιεί ως ανθρώπινες ασπίδες, παρουσιάζοντας τους θανάτους τους ως μέρος του «μαρτυρίου για τον Αλλάχ» και άλλες τέτοιες αθλιότητες.
Είναι σαφές πως δεν μπορεί κανείς να αναμένει κάτι από μια συμμορία τζιχαντιστών η οποία δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τον ISIS. Άλλωστε και ο ίδιος ο Παλαιστίνιος ηγέτης, Μαχμούτ Αμπάς, επιτέθηκε εναντίον της Χαμάς για τη στάση της, δύο μάλιστα φορές αποκαλώντας τους «γιους σκύλας» οι οποίοι αντί να αφήσουν τους ομήρους ελεύθερους συνεχίζουν ακάθεκτοι και τραβούν μαζί τους στον τάφο αθώους ανθρώπους.
Αυτό είναι και το μεγάλο πρόβλημα. Διότι ανεξάρτητα από το κεφάλαιο «Χαμάς» μέρα με τη μέρα η κατάσταση των αμάχων επιδεινώνεται και μάλιστα ραγδαία και αυτό είναι κάτι το οποίο προκαλεί – εν μέσω και ενός εντεινόμενου πολέμου δαιμονοποίησης, προπαγάνδας και παραπληροφόρησης – τεράστιο κόστος, όχι μόνο στο ίδιο το Ισραήλ αλλά και στους Εβραίους παγκοσμίως. Και παρόλο που αρκετοί από αυτούς δεν έχουν σχέση καν με το Ισραήλ, πέφτουν όλοι στην κατηγορία των «σιωνιστών» (sic), μια λέξη με την οποία μασκαρεύεται στις μέρες μας η λέξη «Εβραίος» και ο «αντισημιτισμός».
Πέρα από αυτό όμως, το δράμα στη Γάζα είναι υπαρκτό και πολύ σοβαρό. Και αυτό προβάλλεται και στο ίδιο το Ισραήλ ωθώντας ένα εδώ και καιρό πλειοψηφικό ρεύμα, μαζί και πολιτικούς, να ζητούν ένα τέλος, άμεσο, στον πόλεμο με κύριο αντάλλαγμα την επιστροφή των ομήρων. Εδώ αναμφιβόλως ποντάρει η Χαμάς. Εδώ όμως, λένε αυτές οι φωνές και οι εκτιμήσεις ποντάρει και η κυβέρνηση – μειοψηφίας πλέον και συνεπώς ακόμη πιο δέσμια των ακραίων – του Βενιαμίν Νετανιάχου. Η οποία κατηγορείται ότι εκμεταλλεύεται τη στάση της Χαμάς για να συνεχίζει. Με μεγάλες απώλειες επί του εδάφους, τόσο Παλαιστινίων όσο και στρατιωτών του IDF, όπως και με κίνδυνο να μην επιστρέψουν ποτέ οι όμηροι.
Την ίδια ώρα η αρκούντως αόριστη εξαγγελία Μακρόν για αναγνώριση Παλαιστινιακού Κράτους, προκαλεί μεν θυμό στο Ισραήλ – καθώς η Γαλλία, υπό την πίεση και του μουσουλμανικού στοιχείου στο έδαφός της θεωρείται, αν όχι εχθρική σίγουρα όχι φιλική προς το Ισραήλ εδώ και χρόνια, εξού και η μαζική έξοδος Γάλλων εβραϊκής καταγωγής – ωστόσο, κανείς δεν προσδίδει στην κίνηση αξία μεγαλύτερη από την εντύπωση που προκαλεί.
Ο Πρέσβης των ΗΠΑ στο Ισράηλ, Μάικ Χάκαμπι, απόρησε πού θα είναι αυτό το κράτος, μιας και η εξαγγελία δεν συνοδεύτηκε από τον όποιο προσδιορισμό χρονικό ή και επί της ουσίας. Ειρωνεύτηκε μάλιστα το Παρίσι καταθέτοντας τη σκέψη οι Βρετανοί να το αναγνωρίσουν και εκείνοι… στη γαλλική Ριβιέρα.
Αυτό που ενοχλεί περισσότερο στο Ισραήλ όσον αφορά τη γαλλική στάση είναι η ξεκάθαρη προσπάθεια της Γαλλίας να επανακτήσει κάτι από την επιρροή της στην περιοχή λόγω της αλλαγής των ισορροπιών.
Είναι ξεκάθαρο πως το Παρίσι δεν ξύπνησε μια μέρα και αποφάσισε να συγκρουστεί με το Ισραήλ αλλά, κοιτάζει το νέο τοπίο στη Μέση Ανατολή, την ενέργεια και το ρόλο που θα έχει με την διάλυση των εντάσεων και τη δημιουργία του IMEC του διαδρόμου που θα συνδέει την Ινδία με την Ευρώπη. Το Παρίσι λοιπόν κατηγορείται δικαίως και αδίκως ότι οι πολιτικές του διακηρύξεις περί ηθικής κ.λπ. υποκρύπτουν απλώς την προσπάθεια του να «αρπάξει» ότι μπορεί σε ρόλο και συμφέροντα.
Αυτό είναι το δικαίως. Το αδίκως, αφορά το ότι όλοι, ανεξαιρέτως το ίδιο ακριβώς πράγμα επιδιώκουν.