Γράφαμε την Κυριακή για το ότι οφείλουμε, κοινωνία και Πολιτεία, να δείξουμε περισσότερη έγνοια για τους ηλικιωμένους μας, τους γονιούς και τους παππούδες του τόπου. Τους έχουμε να βασανίζονται και αυτό δείχνουν λεπτομερώς δύο εκθέσεις της Βουλής των Γερόντων, αλλά και οι συνεχείς καταγγελίες των οργανώσεων, που ασχολούνται με την τρίτη ηλικία.
Τα προβλήματα υγείας, μετακινήσεων, κακοποίησης, ψυχαγωγίας και κοινωνικής συναναστροφής, πανάκριβων οίκων ευγηρίας, ανύπαρκτης κατ΄ οίκο νοσηλείας όταν χρειάζεται. Τα αντιμετωπίζουν μόνοι τους, ως να χρωστούν αυτοί στην κοινωνία και στο κράτος, ενώ είναι η κοινωνία και το κράτος που τους χρωστά. Να αρχίσουμε να ασχολούμαστε με τα «μικρά» που θα μπορούσαν και θα έπρεπε να λυθούν για να βελτιώσουν την καθημερινότητα τους. Όπως το ότι τους αναγκάζουμε να κάνουν τις συναλλαγές τους διαδικτυακά, είτε με το κράτος, είτε με τις τράπεζες ή άλλες υπηρεσίες, και επειδή δεν μπορούν ξαφνικά να μάθουν το διαδίκτυο πέφτουν σε ακόμα έναν κοινωνικό αποκλεισμό.
Χτες, είδαμε να ασχολείται με μια άλλη πτυχή, πολύ σημαντική, η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Βουλής μετά από δύο προτάσεις νόμου που κατέθεσε η βουλευτής Αλεξάνδρα Ατταλίδου. Είναι οι ηλικιωμένοι οδηγοί, στους οποίους επιβάλλεται να πληρώνουν πολύ ακριβές ασφάλειες όταν κλείσουν τα 70 τους χρόνια. Είναι με τέτοια ζητήματα που πρέπει να ασχοληθεί η βουλή και η κυβέρνηση, αν θέλουν πραγματικά να διασφαλίσουν ποιότητα ζωής για τους ηλικιωμένους μας.
Με τις προτάσεις νόμου απαγορεύεται στις ασφαλιστικές εταιρείες να χρησιμοποιούν μόνο την ηλικία ενός οδηγού για να αυξάνουν το ασφάλιστρο. Χωρίς να βασίζονται σε στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι υπάρχει κίνδυνος από τον συγκεκριμένο οδηγό. Και, ιδού μάλιστα, πόσο λανθασμένη αντίληψη έχουμε ότι οι ηλικιωμένοι προκαλούν δυστυχήματα. Κατατέθηκαν στοιχεία στη Βουλή.
Ο αριθμός των εγγεγραμμένων οδηγών άνω των 70 το 2022 ήταν 70.343, ενώ κάτω των 70 ετών ήταν 600.814. Οι οδηγοί άνω των 70 που ενεπλάκησαν σε οδικές συγκρούσεις την ίδια περίοδο ήταν 58. Και από αυτούς μόνο οι 32 είχαν ευθύνη για τη σύγκρουση.
Άλλο στοιχείο της Αστυνομίας είναι ότι δεν είναι συνηθισμένο να εντοπίζονται ηλικιωμένοι οδηγοί που να έχουν κάνει χρήση ναρκωτικών ή να έχουν πιει. «Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι άνω των 70 ετών εμπλέκονται λιγότερο σε τροχαία, όμως, τα δεδομένα δείχνουν ότι τα άτομα αυτά διανύουν κατά πολύ μικρότερες αποστάσεις από τις άλλες ηλικίες», έλεγε στη βουλή ο εκπρόσωπος του Τμήματος Οδικών Μεταφορών, εκφράζοντας επιφυλάξεις, όπως λέει το ρεπορτάζ, για το τι πρέπει να εξετάζεται για να διαφανεί αν ένας ηλικιωμένος είναι ασφαλές να οδηγεί.
Ωστόσο, για το θέμα των ασφαλίστρων είναι εύκολο να βγει ένα συμπέρασμα. Ότι έχουμε να κάνουμε καθαρά με ηλικιακό ρατσισμό και με αισχροκέρδεια. Γιατί; Διότι οι άνω των 70 προκαλούν συγκριτικά ελάχιστες τροχαίες συγκρούσεις, δεν πίνουν και πιάνουν τιμόνι, διανύουν πολύ μικρότερες αποστάσεις από άλλες ηλικίες. Κι όμως, επιβαρύνονται με πολύ ακριβότερα ασφάλιστρα ή δεν τους ασφαλίζουν καθόλου οι ασφαλιστικές. Ε, αυτό τι είναι αν όχι ηλικιακός ρατσισμός;
Κάποιες εταιρείες βάζουν επασφάλιστρο στα 70 έτη, άλλες στα 75 καθώς κρίνουν πως υπάρχουν αυξημένοι κίνδυνοι, έλεγε ο εκπρόσωπος των ασφαλιστικών εταιρειών. Μα, πώς το κρίνουν αυτό; Αφού με τα στοιχεία που παρουσιάζονται θα έπρεπε να πληρώνουν πολύ χαμηλότερα ασφάλιστρα.
«Καταντήσαμε τους ηλικιωμένους επαίτες ασφαλειών», έλεγε ο πρόεδρος του Παρατηρητηρίου Τρίτης Ηλικίας, Δήμος Αντωνίου. Αυτή είναι η αλήθεια. Τους καταντήσαμε επαίτες για οτιδήποτε χρειάζονται. Επαίτες για τη μετακίνηση τους, επαίτες για την ιατρική περίθαλψη τους, επαίτες για να πληρώνουν πανάκριβους οίκους ευγηρίας, επαίτες για να έχουν βοήθεια στο σπίτι, επαίτες ακόμα και για να πληρώνουν τους φόρους τους μόνο διαδικτυακά.
Αν, λοιπόν, υπάρχουν ακόμα βουλευτές που θέλουν να κάνουν ουσιαστικό έργο να παρέμβουν σε αυτά. Ελπίζω να μην κάνει πίσω η Βουλή, επειδή πιέζουν οι εταιρείες. Οι ηλικιωμένοι μας δεν επιτρέπεται να είναι επαίτες. Για τίποτα.