Τις μέρες αυτές οι ευχές δίνουν και παίρνουν. Αληθινές, ψεύτικες, υποκριτικές, όλες χωράνε στο ίδιο γιορτινό καλάθι. Μηνύματα που στέλνονται μαζικά, χωρίς σκέψη, χωρίς παύση, χωρίς πρόθεση. Ένας πακτωλός λέξεων που βαφτίζεται συναίσθημα, μόνο και μόνο επειδή το ημερολόγιο το απαιτεί. Η ευχή, από πράξη επαφής, έχει μετατραπεί σε κοινωνικό τσεκ-ιν: ήσουν εκεί, έστειλες κάτι, άρα «έκανες το καθήκον σου».
Από εκεί και πέρα όμως αρχίζει το πραγματικό πρόβλημα. Η τυποποίηση και το AI (ΤΝ -Τεχνητή Νοημοσύνη) δεν είναι απλώς «εργαλεία ευκολίας». Είναι μηχανισμοί απονέκρωσης της σκέψης. Όσο περισσότερο τα χρησιμοποιούμε για να εκφραστούμε, τόσο λιγότερο μαθαίνουμε να σκεφτόμαστε. Δεν μας βοηθούν να πούμε κάτι καλύτερο, μας μαθαίνουν να μην προσπαθούμε καν να πούμε κάτι δικό μας.
Το μυαλό λειτουργεί όπως ο μυς: Αν δεν το χρησιμοποιήσεις, ατροφεί. Όταν παραδίδεις τις λέξεις σου σε έτοιμα πρότυπα και αλγόριθμους, σταδιακά παραιτείσαι από τη διαδικασία της εσωτερικής αναζήτησης. Δεν αναρωτιέσαι πια «τι νιώθω;», αλλά «τι να στείλω;». Και η απάντηση έρχεται έτοιμη, άχρωμη, αποστειρωμένη.
Η μεγαλύτερη ζημιά δεν είναι η έλλειψη πρωτοτυπίας, αλλά η απώλεια εσωτερικού διαλόγου. Το AI δεν αντικαθιστά απλώς τη διατύπωση, αντικαθιστά τη σκέψη που προηγείται της διατύπωσης. Μαθαίνει τον άνθρωπο να λειτουργεί χωρίς βάθος, χωρίς κόπο, χωρίς ευθύνη απέναντι στο συναίσθημά του. Κι αυτό, με τον χρόνο, απομυζά τα γονίδια του μυαλού. Τη φαντασία, τη μνήμη, τη γλωσσική ικανότητα, την κριτική σκέψη.
Και ας μη γελιόμαστε. Μπορεί να μιλάμε για τεχνολογική πρόοδο, αλλά συνάμα και για πνευματική ευκολία η οποία με τον χρόνο οδηγεί σε μια γενικευμένη παραίτηση από τη σκέψη και κλείνει προς την αντιγραφή. Όταν ακόμα και οι ευχές, η πιο απλή, ανθρώπινη μορφή επικοινωνίας, εκχωρούνται σε μηχανές, τότε κάτι βαθύτερο έχει ήδη χαθεί.
Γι’ αυτό, τουλάχιστον αυτές τις μέρες, αφήστε τα τυποποιημένα και το AI στην άκρη. Όχι από ηθική ανωτερότητα, αλλά από αυτοσυντήρηση. Γράψτε κάτι ατελές, απλό, ίσως και αδέξιο, αλλά δικό σας. Γιατί μια φτωχή φράση που βγήκε από σκέψη αξίζει περισσότερο από μια τέλεια πρόταση που δεν πέρασε ποτέ από το μυαλό. Και γιατί, αν συνηθίσουμε να μη σκεφτόμαστε ούτε για να ευχηθούμε, σε λίγα χρόνια δεν θα ξέρουμε ούτε τι θέλουμε να ευχηθούμε, αλλά ούτε γιατί.
Το ζήτημα, τελικά, δεν είναι μόνο για οι γιορτές. Είναι η καθημερινότητα που χτίζεται σιωπηλά γύρω από την ευκολία. Κάθε φορά που παραχωρούμε τη σκέψη μας, εκπαιδευόμαστε στην απουσία της. Και αυτή η απουσία δεν φαίνεται άμεσα. Γίνεται συνήθεια, τρόπος, χαρακτήρας. Δεν χάνεται απλώς η λέξη, χάνεται η ικανότητα να γεννηθεί. Κι όταν η σκέψη πάψει να παράγει, τότε δεν έχουμε πια να φοβηθούμε την τεχνητή νοημοσύνη. Έχουμε ήδη αποδεχτεί τη φυσική μας αδράνεια. Και αλίμονο μας…