Από τις αρχές μπορείς να κρυφτείς, μπορείς όμως να κρυφτείς και από τη συνείδηση σου; Πώς μπορείς να πείσεις τον εαυτό σου ότι όλα είναι όπως πριν και να συνεχίσεις αμέριμνος τη ζωή σου; Κτυπάς έναν άνθρωπο. Δεν το ήθελες, με τίποτα δεν ήθελες να συμβεί κάτι τέτοιο. Μπορεί και να είχε, μάλιστα, ευθύνη το θύμα. Να μην υπολόγισε την απόσταση ή την ταχύτητα, να βιάστηκε να διασχίσει τον δρόμο. Πώς μπορείς όμως να φύγεις και να τον αφήσεις αβοήθητο, να πονάει ή να χαροπαλεύει στη μέση του δρόμου; Μπορείς να ξεφύγεις ποτέ από αυτό; Μπορείς να κοιμάσαι ήσυχος τα βράδια; Κι αν η έγκαιρη βοήθεια ήταν καθοριστική για τη ζωή του θύματος; Είναι πιο σημαντικό να την βγάλεις εσύ καθαρή; Και πώς την βγάζεις καθαρή;
Οι κάμερες της περιοχής κατέγραψαν την σκηνή. Έναν άντρα να κατεβαίνει από το αυτοκίνητο, να βλέπει πως μία γυναίκα κείτεται στην άσφαλτο αφού την έχει κτυπήσει, να πιάνει το κεφάλι του από απόγνωση, αλλά να το βάζει στα πόδια. Σίγουρα δεν μπορεί να πάει μακριά. Δεν γίνεται. Η συνείδηση θα ξυπνήσει.
Ο άλλος λέει πως σκότωσε τη γυναίκα του γιατί την αγαπούσε. Όχι λόγω πάθους, αίσθημα που επικαλούνται οι περισσότεροι σε τέτοιες περιπτώσεις. Από αγάπη. Δεν άντεχε να τη βλέπει να βασανίζεται από την ασθένεια που την έπληξε.
Όσοι είδανε την ταινία «Amour» του Μίκαελ Χάνεκε, προφανώς δεν μπορούν εύκολα να χαρακτηρίσουν δολοφόνο τον πρωταγωνιστή, που τον ενσαρκώνει άψογα ο Τρενιτιάν. Αντίθετα, ήταν μια πράξη αγάπης, πιο οδυνηρή για τον ίδιο, παρά για το θύμα. Αυτό αποκομίζουν οι θεατές βλέποντας ένα απόλυτα ταιριαστό ζευγάρι να φτάνει στα τελευταία χρόνια της κοινής τους πορείας ευτυχισμένο, να μοιράζεται τα πάντα. Μέχρι που εκείνη ασθενεί βαριά και μένει ακίνητη στο κρεβάτι. Κι αυτός τη φροντίζει όπως μόνο εκείνος ξέρει. Και στο τέλος με ένα μαξιλάρι, απελευθερώνει ένα περιστέρι, που είναι η ψυχή της που πετά ελεύθερη για αλλού. Αυτή την αίσθηση έχεις όταν τελειώνει η ταινία. Και με κανένα τρόπο δεν χαρακτηρίζεις φονιά τον σύζυγο. Αντίθετα. Οι κριτικοί έγραψαν: «Μέχρι πότε αυτό που ζεις είναι ζωή, πότε ξεκινά το σώμα και προδίδει την αξιοπρέπεια του νου; Όταν δεν μπορείς μόνος σου ν’ αποφασίσεις γι’ αυτό, ελπίζεις κάποιος να σ’ αγαπά αρκετά για να το αποφασίσει για σένα».
Όταν βλέπεις όμως την ιστορία στην πραγματικότητα το συναίσθημα δεν είναι το ίδιο με όταν παρακολουθείς κινηματογράφο.