Την ώρα που οι ηγέτες του κόσμου συναντιούνται στην Μπελέμ της Βραζιλίας, στην καρδιά του Αμαζονίου, για την 30η Διάσκεψη των Μερών (COP30), ένα κρίσιμο ζήτημα εξακολουθεί να παραμένει στο περιθώριο: το σύστημα τροφίμων. Ο τρόπος με τον οποίο παράγουμε και καταναλώνουμε την τροφή ευθύνεται για περίπου το ένα τρίτο των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Χωρίς βαθιά αναδιάρθρωση σε αυτό το επίπεδο, οι κλιματικοί στόχοι κινδυνεύουν να παραμείνουν θεωρητικοί.

Η COP30 είναι ωστόσο η πρώτη διάσκεψη κατά την οποία η μεταρρύθμιση του αγροδιατροφικού συστήματος αναδεικνύεται ως κεντρικός άξονας των διαπραγματεύσεων. Η ΕΕ τον περιλαμβάνει στην ατζέντα της, ενώ ο FAO και ο UN Food Systems Coordination Hub μιλούν για «κομβική στιγμή» ένταξης της γεωργίας στον πυρήνα της κλιματικής πολιτικής. Με ειδικά χρηματοδοτικά εργαλεία, αναφορά στην ανθεκτικότητα των μικρών παραγωγών και προώθηση νέων μοντέλων παραγωγής και κατανάλωσης, η COP30 σηματοδοτεί μια στροφή από τις διακηρύξεις προς την υλοποίηση. Το φαγητό δεν είναι πλέον παράλληλη συζήτηση. Είναι κομμάτι της ίδιας της λύσης.

Σε αυτό το πλαίσιο, η επικαιροποιημένη έκθεση EAT-Lancet –που παρουσιάστηκε στο The Lancet και στην εφημερίδα Guardian– επαναφέρει στο επίκεντρο την πλανητική διατροφή, ένα μοντέλο που συνδυάζει υγεία και βιωσιμότητα. Η υιοθέτηση ενός πιο φυτοκεντρικού προτύπου θα μπορούσε να αποτρέψει έως και 15 εκατομμύρια πρόωρους θανάτους τον χρόνο και να μειώσει δραστικά τις εκπομπές που σχετίζονται με την παραγωγή τροφίμων. Η πρόταση αυτή δεν υπόσχεται θαύματα· αναδεικνύει μια ισορροπία που έχουμε χάσει.

Η πλανητική διατροφή δεν είναι ούτε δίαιτα ούτε χορτοφαγικό σύνθημα. Είναι μια πρόταση αναλογιών: περισσότερα φυτικά τρόφιμα, λιγότερο κόκκινο κρέας, περιορισμός της ζάχαρης, λιγότερα υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα και μεγαλύτερη ποικιλία φυτικών επιλογών. Τα φρούτα, τα λαχανικά, τα όσπρια, οι ξηροί καρποί και τα δημητριακά ολικής άλεσης αποτελούν τη βάση, ενώ τα ζωικά προϊόντα έχουν έναν πιο διακριτικό ρόλο.

Ο καθηγητής Walter Willett του Harvard, κεντρική μορφή της επιτροπής EAT-Lancet, συνοψίζει το μοντέλο με τον κανόνα «ένα συν ένα»: μία μερίδα γαλακτοκομικών και μία μερίδα ζωικής πρωτεΐνης την ημέρα, με το υπόλοιπο πιάτο να είναι φυτικό. Όπως υπενθυμίζει, αυτό το πρότυπο δεν είναι νέο· μοιάζει εντυπωσιακά με τη διατροφή της Κρήτης ή της Κύπρου τις δεκαετίες του 1950–1960, όταν το ελαιόλαδο, τα χόρτα, τα όσπρια και η ελάχιστη κατανάλωση κρέατος συνδέονταν με χαμηλά ποσοστά καρδιαγγειακών νοσημάτων. Σε πρόσφατη παρουσία του στο διεθνές συνέδριο Tomorrow Tastes Mediterranean που έγινε στην Καλαμάτα, τόνισε ότι η μεσογειακή διατροφή παραμένει ένα επίκαιρο και βιώσιμο πρότυπο.

Η συζήτηση για την πλανητική διατροφή συνδέεται άμεσα με την παγκόσμια ανισότητα. Η EAT-Lancet επισημαίνει ότι το πλουσιότερο 30% του πλανήτη ευθύνεται για την πλειονότητα των περιβαλλοντικών πιέσεων του συστήματος τροφίμων, ενώ δισεκατομμύρια άνθρωποι στερούνται μιας επαρκούς, υγιεινής διατροφής. Γι’ αυτό και στο COP30 οι χώρες του Νότου ζητούν δίκαιη χρηματοδότηση και στήριξη. Η αλλαγή των διατροφικών συνηθειών, όσο απαραίτητη κι αν είναι, δεν αρκεί για να εξισορροπήσει αυτές τις δομικές ανισότητες.

Ένα από τα πιο πρακτικά εργαλεία που προτείνουν οι ειδικοί είναι τα «30 φυτά την εβδομάδα». Η ποικιλία –φρούτα, λαχανικά, όσπρια, σπόροι, αρωματικά βότανα, χόρτα– φαίνεται να επηρεάζει θετικά το μικροβίωμα και να ενισχύει την ευεξία. Δεν πρόκειται για αυστηρό κανόνα αλλά για έναν απλό τρόπο βελτίωσης της καθημερινότητας.

Παράλληλα, πρωτοβουλίες επιχειρήσεων που αφορούν την υγεία και την ευεξία φέρνουν αυτές τις ιδέες πιο κοντά στο κοινό. Σε διοργανώσεις όπου συζητούνται θέματα βιώσιμης διατροφής –όπως και στο πρόσφατο 6ο Lidl Wellness Camp, όπου η πλανητική διατροφή αποτέλεσε μέρος του προγράμματος– γίνεται ολοένα πιο ορατό ότι η αγορά αναγνωρίζει τη σημασία των φυτικών και εποχικών προϊόντων. Τέτοιες κινήσεις δείχνουν μια αλλαγή διαθέσεων, χωρίς να υποκαθιστούν την ανάγκη για θεσμικές λύσεις.

Παρά την αξία της προσωπικής ευαισθητοποίησης, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η κλιματική κρίση θα λυθεί με σωστές επιλογές στο supermarket. Η πραγματική αλλαγή απαιτεί δεσμεύσεις κυβερνήσεων, αναθεώρηση αγροδιατροφικών πολιτικών, στήριξη βιώσιμων καλλιεργειών και ρυθμίσεις που θα αλλάξουν το σύστημα από τη ρίζα του. Οι ατομικές επιλογές έχουν νόημα μόνο ως μέρος μιας συνολικής μετάβασης, όχι ως υποκατάστατο πολιτικής.