Μετά την εκλογή του Τουφάν Έρχιουρμαν ως νέου Τουρκοκύπριου ηγέτη υπήρξαν διάφορες δηλώσεις κύκλων της ελληνοκυπριακής πλευράς, οι οποίες παραπέμπουν σε ένα κλίμα ευφορίας και υπερβολικών προσδοκιών. Δεν είναι η πρώτη φορά. Το ίδιο έγινε με την εκλογή του Μεχμέτ Αλί Ταλάτ όπως και του Μουσταφά Ακιντζί. Οι αναλύσεις και οι πολιτικές κινήσεις ως αποτέλεσμα της ιδεολογικοποίησης του Κυπριακού δεν οδηγούν σε σωστές εκτιμήσεις και ενέργειες.

Καμία σημαντική απόφαση δεν μπορεί να ληφθεί στην κατεχόμενη Κύπρο χωρίς την Άγκυρα. Και η εκλογή του Τουφάν Έρχιουρμαν δεν αποτέλεσε ρήξη με την Τουρκία. Ούτε η έκβαση οποιασδήποτε εκλογικής αναμέτρησης στην κατεχόμενη Κύπρο διαφοροποιεί τη στρατηγική και τους στόχους της Άγκυρας. Η Τουρκία εξακολουθεί να επιδιώκει τον στρατηγικό έλεγχο της Μεγαλονήσου και τον παραμερισμό της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Με διάφορες τοποθετήσεις ο νέος Τουρκοκύπριος ηγέτης προσγείωσε και αυτούς που είχαν υπερβολικές προσδοκίες λίγο μετά την εκλογή του. Ούτως ή άλλως και ενώ σύντομα θα αναληφθούν πρωτοβουλίες για την επανάληψη των συνομιλιών είναι σημαντικό να έχουμε υπ’ όψιν μας τα ακόλουθα:

  1. Ο νέος Τουρκοκύπριος ηγέτης δεν θα διαφοροποιηθεί από την Άγκυρα: μεταξύ άλλων, υπογράμμισε ότι «η Τουρκία είναι και θα παραμείνει εγγυήτρια δύναμη όλου του νησιού». Με βάση τις συμφωνίες του 1960 η Τουρκία ήταν μια από τις εγγυήτριες δυνάμεις της Κυπριακής Δημοκρατίας (όχι του νησιού). Δεν είναι δυνατόν ο οποιοσδήποτε Τουρκοκύπριος ηγέτης ή η Άγκυρα να επικαλούνται κατά το δοκούν και αποσπασματικά τις Συμφωνίες του 1960.
  2. Ο Τουφάν Ερχιουρμάν μιλά για τα δικαιώματα των Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων σε ολόκληρη την Κύπρο. Προφανώς σε ένα κανονικό κράτος όλοι οι πολίτες έχουν τα ίδια δικαιώματα καθώς και τις ίδιες υποχρεώσεις. Είναι σημαντικό όμωςνα κατανοηθεί ότι δεν είναι δυνατόν «οι Τούρκοι να είναι αφέντες στον Βορρά και συνέταιροι στον Νότο». Αυτό είναι απαράδεκτο.
  3. Οι Τούρκοι, περιλαμβανομένου και του Ερχιουρμάν, αποδίδουν ιδιαίτερη έμφαση στην πολιτική ισότητα. Και ενώ η πολιτική ισότητα έχει γίνει αποδεκτή στις συμφωνίες υψηλού επιπέδου του 1977 και 1979 αυτό δεν συνεπάγεται εκ περιτροπής προεδρία. Αντιλαμβάνομαι ότι και επ’ αυτού του ζητήματος η ελληνοκυπριακή πλευρά ενέδωσε σε μεταγενέστερες συναντήσεις. Σε μια τελική διαπραγμάτευση όμως πρέπει να υπάρξουν οι ανάλογες αναπροσαρμογές. Άλλωστε μέχρι σήμερα η πολιτική που ακολουθείται είναι «τίποτε δεν έχει συμφωνηθεί αν δεν συμφωνηθούν όλα».
  4. Η τουρκική πλευρά εν όψει του νέου κύκλου διαπραγματεύσεων που θα αρχίσει θα τονίσει ότι στην περίπτωση που δεν υπάρχει κατάληξη εξ υπαιτιότητας της ελληνοκυπριακής πλευράς θα πρέπει να υπάρξει μια νέα κατάσταση πραγμάτων με την αναβάθμιση του κατοχικού καθεστώτος. Με το ίδιο σκεπτικό η ελληνοκυπριακή πλευρά θα πρέπει να τονίσει ότι στην περίπτωση που δεν υπάρξει κατάληξη στις συνομιλίες θα πρέπει να αποχωρήσουν τα τουρκικά κατοχικά στρατεύματα και να επιστραφούν εδάφη στους Ελληνοκυπρίους σύμφωνα με τα διάφορα σχέδια επίλυσης του Κυπριακού.
  5. Η ελληνοκυπριακή πλευρά πρέπει να τολμήσει να αναπροσαρμόσει την πολιτική της. Να διακηρύξει προς πάσαν κατεύθυνση ότι ελάχιστος στόχος είναι η μη επιδείνωση του status quo και μέγιστος στόχος η αποκατάσταση της ενότητας του κράτους στα πλαίσια ενός κανονικού ομοσπονδιακού κράτους. Παράλληλα, είναι σημαντικό να τονισθεί ότι στα διάφορα σχέδια που κατατέθηκαν μέχρι σήμερα η πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων θεώρησε ότι τυχόν υλοποίησή τους δεν θα βελτίωνε το status quo – αντίθετα θα αποτελούσε επιδείνωση για την ελληνοκυπριακή πλευρά.
  6. Η κατάθεση κατευθυντήριων γραμμών για μεταρρύθμιση του Συντάγματος του 1960 καθώς και δέσμης δράσεων (για τις δυο κοινότητες, τις εγγυήτριες χώρες και άλλες δυνάμεις) στα πλαίσια μιας εξελικτικής διαδικασίας αποτελούν υπό τις περιστάσεις την πιο ορθολογιστική προσέγγιση.
  7. Στην ΕΕ σήμερα τα ζητήματα ασφαλείας περιστρέφονται γύρω από τη Ρωσία η οποία θεωρείται ως μέγιστη απειλή. Και όμως η Τουρκία κατέχει το 37% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας και συντηρεί αναθεωρητικά σχέδια εις βάρος της Μεγαλονήσου και της Ελλάδας. Θα πρέπει να υπάρξει το ανάλογο αφήγημα και να αναληφθούν συγκεκριμένες δράσεις. Το Κυπριακό είναι, μεταξύ άλλων, και ευρωπαϊκό ζήτημα.
  8. Κατ’ επανάληψιν έχω αναφερθεί στη σημασία μιας εξελικτικής πορείας. Επαναλαμβάνω ότι σήμερα υπάρχουν διαφορετικά αφηγήματα, τεράστια δυσπιστία καθώς και ένα βεβαρυμένο ιστορικό παρελθόν. Αυτά δεν μπορούν να υπερπηδηθούν από τη μια μέρα στην άλλη. Πέραν τούτου, πρέπει να κατανοηθεί ότι η κατοχική οντότητα είναι υπό τον έλεγχο της Τουρκίας. Στην περίπτωση μιας διευθέτησης είναι σημαντικό να έχει προηγηθεί μία περίοδος προσαρμογής με το κοινοτικό κεκτημένο. Εάν αυτό δεν γίνει ελλοχεύει ο κίνδυνος η ομοσπονδία που θα υλοποιηθεί να είναι με μια οντότητα η οποία αποτελεί προέκταση της Τουρκίας στην Κύπρο.
  9. Ταυτόχρονα είναι σημαντικό να επιστρατευθεί η εξιδεικευμένη γνώση στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Μεταξύ άλλων, τονίζω ότι μέχρι τώρα εδίδετο έμφαση σε μια νομική προσέγγιση. Δεν μπορεί να αγνοηθεί η οικονομική και η στρατηγική διάσταση του Κυπριακού. Μεταξύ άλλων, με τα υφιστάμενα δεδομένα η κατοχική οντότητα δεν μπορεί να λειτουργήσει με τους όρους της Ευρωζώνης. Επιπρόσθετα, η ελληνοκυπριακή πλευρά νομιμοποιείται να επιμένει σε δράσεις που να διασφαλίζουν ότι το ομοσπονδιακό κράτος δεν θα αποτελεί τουρκικό προτεκτοράτο.

Καταληκτικά υπογραμμίζω ότι παρά το γεγονός ότι πέρασαν 51 χρόνια από την εισβολή η εξελικτική προσέγγιση είναι απαραίτητη. Θα πρέπει να μην βρεθούμε ενώπιον δυσάρεστων εκπλήξεων και να μην υπάρξει ποτέ άλμα στο κενό.

* Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων το οποίο είναι διασυνδεδεμένο με το Πανεπιστήμιο Λευκωσίας.