Ο Θουκυδίδης αποκαθιστά την ιστορική τάξη: «Έγραψα την ιστορία μου, για να μείνει αιώνιο κτήμα των ανθρώπων κι όχι σαν έργο επίκαιρου διαγωνισμού, για ένα πρόσκαιρο ακροατήριο».
«Κτήμα τε ες αιεί μάλλον ή αγώνισμα ες το παραχρήμα ακούειν ξύγκειται». (βιβλίο Ι, κεφ.22).

Κι εμείς! Πόσο συνεπές, «πρόσκαιρο ακροατήριο»!. Φροντίσαμε να αγνοήσουμε τα διδάγματα της Ιστορίας…

Δεν αξιολογήσαμε με περίσκεψη τη σημασία της γεωπολιτικής, δηλαδή την επίδραση της γεωγραφίας, των οικονομικών και των δημογραφικών δεδομένων στην πολιτική, κυρίως στις διεθνείς σχέσεις, και σε προέκταση, τη μελέτη της γεωπολιτικής για τη χάραξη της στρατηγικής στόχων και επιλογών.

Ο χρόνος, πλασματικό, ανθρώπινο δημιούργημα, λειτουργεί ως ψευδαισθητική, πλανερή διέξοδος από το παροδικό της γήινης, φθαρτής ύπαρξής μας, αλλά και ως ελπιδοφόρος, σωτήρια κιβωτός υπαρξιακής επιβίωσης. Παράλληλα, ως χρόνος διδακτικής, ιστορικής επιστήμης, συνιστά μάθημα αυτοκριτικής και αυτογνωσίας.

Ο διδακτικός σκοπός της Ιστορίας θεμελιώνεται στο αξίωμα ότι, έχοντας πλήρη επίγνωση των φυσικών τάσεων της κοινωνίας, μπορείς, αν όχι να τις αλλάξεις ριζικά, σε βάθος, τουλάχιστον να τις χαλιναγωγήσεις, να τις αναμορφώσεις και παιδευτικά να τις κατευθύνεις. Η θεμελιώδης αρχή της ιστορικής, πολιτικής, κοινωνικής, και της ατομικής αυτογνωσίας, οδηγεί στην ψυχική και στην πνευματική κάθαρση, στο βάθρο της αξιοπρέπειας.

Κάτω από το πρίσμα αυτό, την πιο πάνω οπτική γωνία, ο Θουκυδίδης παιδαγωγεί, αλλά δε χειραγωγεί, εστιάζει την ιστορική του φιλοσοφία στην πίστη του στο νου του ανθρώπου, στο θαυμασμό του για τους ικανούς ηγέτες και στο μέγιστο, κορυφαίο προτέρημά τους, στην ικανότητα της ορθής πρόγνωσης, της προνοητικότητας.

Η Ιστορία ως αντικειμενική και αληθής στόχευση του επίστασθαι, του «γνωρίζω καλώς», του διδακτισμού, δεν αποδέχεται ούτε την υποκειμενική, εθελοτυφλική, προσωπολατρική προβολή ούτε τον εμπαθή διασυρμό, όπως επίσης ούτε και την παραπλανητική διαστρέβλωση των γεγονότων.

Ο Θουκυδίδης καυτηριάζοντας την απαιδευσία, την ανακολουθία και την ανευθυνότητα των πολλών, συμπυκνώνει όλες «τις αρετές»! του πλήθους… σε μια μειωτική λέξη, «όμιλος», δηλαδή όχλος.

Οποιοσδήποτε συνειρμός των σκέψεων, αν δεν κριθεί και από τη βάσανο της επιστήμης της Ιστορίας, «ευπρεπώς» και «εντέχνως» καταστέλλει κάθε ζωτική λειτουργία. Το ήθος της Ιστορίας, ακήρατο, αμόλυντο, δε δολιεύεται, δε μονοδρομεί και δε νεκρώνει την ευψυχία και το ελεύθερο πνεύμα, την παραινετική διδαχή της, δε συγκαλύπτει τις αόρατες κι ανελεύθερες μηχανορραφίες, δε κολακεύει, δεν εξαγοράζεται, δε χειραγωγείται…

Παρακολουθούμε, εξήντα χρόνια (1964-2024) άβουλοι, ενεοί, άφωνοι θεατές, τα «καρποφόρα»!, αθέμιτα επιτεύγματα της περιτέχνου συμπόρευσης του οικονομικού και πολιτικού αριβισμού, τυχοδιωκτισμού, και τις συνεπακόλουθες «επιδόσεις»: Το πρωτόγονο έγκλημα, τα ναρκωτικά, τη βία, την κρίση των θεσμών, τον από καθέδρας πατριωτισμό, την ανεπάρκεια, την ανακολουθία απέναντι σε μια βαριά πολιτιστική κληρονομιά, παναθρώπινου βεληνεκούς, την αναλγησία στις εναγώνιες αναζητήσεις των νέων, τη δουλοπρέπεια στο πολυκέφαλο τέρας της αναξιοκρατίας, δόλιου υπονομευτή της ισονομίας, της ισοπολιτείας, και του ελεύθερου δημοκρατικού βίου.

Μια ιστορική αναδρομή συνιστά αφυπνιστικό, οξύ, κι ανηλεές, μορφωτικό ράπισμα!… Ο στόλος της τσαρικής Ρωσίας επιφέρει σημαντικό πλήγμα στον τουρκικό, στο λιμάνι της Σινώπης, (Κριμαϊκός πόλεμος, 1853-1856). Οι Αγγλογάλλοι επεμβαίνουν και διασφαλίζουν το άτρωτο «δόγμα της ακεραιότητας της οθωμανικής αυτοκρατορίας»… Η συνθήκη των Παρισίων, 30 Μαρτίου 1856 επισφραγίζει τη λήξη του πολέμου, πανηγυρικά για την Τουρκία!…

Η κοινωνία, χωρίς ψυχικό και πνευματικό φως, «τόσο ουδέτεροι», χωρίς ηθικά, ψυχικά ερείσματα, με στόχους υλιστικούς, ανίερους και εφήμερους, αδημονεί, «αθλείται»! να διεκδικήσει το έπαθλο, τα εντυπωσιακά επιχρίσματα της κενόδοξης, της ματαιόφρονος ζωής. Κι ας είναι διάτρητος η οικογένεια, το ασφαλέστερο και το οσιώτερο οχυρό της υγιούς πολιτείας.

Τη φιλοχρήματο κερδοφορία, την απληστία, τον αλλόφυλο συρφετό, τα λέμε πλουτοφόρο τουρισμό! Η «κατεδάφιση» των ηθικών φραγμών, η εκποίηση αξιών και η κατάλυση θεσμών, είναι δευτερογενούς σημασίας! Βέβαια το αντίδοτο στην απληστία, στην ανοχύρωτο και αλλόφυλο συνύπαρξη δεν είναι η διακριτή αποξένωση, η απομόνωση, αλλά η θωράκιση στο «μέτρον άριστον».

Πιστεύουμε ότι οι αναρριχηθέντες ως γλοιώδεις σκώληκες στα πολιτειακά αξιώματα θα περιφρουρούν τη φυσική μας ύπαρξη, θα στεριώνουν την κρατική μας υπόσταση και θα φωτίζουν την ηθικοπνευματική μας ζωή, όντες οι ίδιοι ανεπαρκείς και ημιμαθείς, αδύναμοι να ορθώσουν λόγο πολυδύναμο και ουσιαστικό. Πόση μωρόσοφος αφέλεια, πόση πλάνη, πόση ψευδαίσθηση…

Μέσα σε τούτη τη δίνη του αμοραλισμού, ποιος μεριμνά για το υγιές κύτταρο των νέων, που περιδεές, επαγγελματικά κι ηθικά ανοχύρωτο, αμήχανο, πλήττεται, προσβάλλεται από την καταιγιστική καρκινογονία του θεσμικού ξεπεσμού; Και τότε αναπόφευκτα, είτε εκούσια είτε ακούσια η νεότητα ενσυνείδητα περιθωριοποιείται και δικαιολογημένα απολιτικοποιείται.

Κι αλίμονο, οι χειμαζόμενοι νέοι, μετέωροι, σε μια δημοκρατία των φαινομένων, ευάλωτοι, ολισθαίνουν, επιρρεπείς στα ναρκωτικά, στη βία, στην αναρχία.

Στόχος της φενάκης, της πλανεύτρας, της αήθους χλιδής, η διαμόρφωση του νεόπλουτου κοσμοπολίτη, αλλά και εγωπαθούς ανθρώπου, η διασωλήνωση και η καταστολή του ελληνικού πνεύματος, ο εξοβελισμός της αρχαίας γραμματείας, η άμβλυνση της κριτικής σκέψης…
Η ενσυνείδητος και η εύψυχος αντίσταση, σε κάθε πρόκληση και κάλεσμα της ζωής, σε κάθε δοκιμασία, δικαιώνει το ουσιώδες νόημα της ζωής, καταφάσκει τον έρωτα της ζωής, είναι η δικαίωση μιας αναζήτησης, μιας ομόθυμης αγωνιστικής, είναι μια σθεναρή στάση ζωής, είναι «μια ολόκληρη σπουδή ζωής και χρέους». Σε τούτη τη σπουδή προβάλλει η Ιστορία ως αδέκαστος κριτής.

*Φιλόλογος