Η συζητήσεις για την ιστορία του ελληνικού έθνους είναι ενίοτε πολιτικά ή/και ιδεολογικά φορτισμένες. Ζητήματα, όπως η εθνική και πολιτιστική ταυτότητα των Ελλήνων, η γένεση και η συνέχεια του ελληνικού έθνους και των ελληνικών κοινοτήτων, η σχέση των «σημερινών» Ελλήνων με τους Έλληνες του «παρελθόντος», δημιουργούν αντιπαράθεση και πόλωση. Κι όμως, τα ζητήματα αυτά, όταν είναι αντικείμενο επιστημονικής έρευνας και τεκμηριωμένης ανάλυσης, αποκτούν αξία στον αέναο πνευματικό βίο των Ελλήνων και οξύνουν την κριτική σκέψη. Κυρίως, δημιουργούν διαύλους γόνιμης «επικοινωνίας» με την ιστορία και προσφέρουν ιδέες για υπέρβαση πολιτικών και κοινωνικών αδιεξόδων.
Το βιβλίο των Ιακωβάκη Ρίζου Νερουλού και Ιωάννη Καποδίστρια, η «Ιστορία της Νεότερης Ελλάδας: Από την εποχή της αλώσεως της Ανατολικής Αυτοκρατορίας» (Εκδόσεις Αρμός, 2024), φέρνει στο φως μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση στην ελληνική ιστορία. Το βιβλίο επιμελήθηκε με ιδιαίτερη φροντίδα ο ομότιμος καθηγητής Γιώργος Κοντογιώργης, πρώην πρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου, γνωστός για την συνεισφορά του στη θέσπιση της Κοσμοσυστημικής Γνωσιολογίας του ελληνικού κόσμου και στη κριτική συζήτηση των πολιτικών συστημάτων. Η «Ιστορία της Νεότερης Ελλάδας» αποτελεί μια σημαντική συμβολή στην κατανόηση της διαχρονίας του ελληνισμού, σε αντιπαραβολή με προσεγγίσεις, οι οποίες παρουσιάζουν μια ασυνεχή ιστορία του ελληνισμού. Αναδεικνύεται η συνεργασία δύο εμβληματικών μορφών του 19ου αιώνα, αποκαλύπτοντας τη διαφορετική τους προσέγγιση για την ελληνική ταυτότητα, ενώ παράλληλα φωτίζεται η κρίσιμη περίοδος της Τουρκοκρατίας και της Επανάστασης του 1821.
Το βιβλίο ξεχωρίζει για την αποκάλυψη της καθοριστικής συμβολής του Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος, αν και είχε ζητήσει να παραμείνει η συνεισφορά του μυστική, διαμόρφωσε το ερμηνευτικό πλαίσιο, τη δομή και τον στόχο του έργου. Ο Καποδίστριας, με την οξυδερκή του ματιά, παρουσιάζει τον ελληνισμό ως μια συνεχή ιστορική οντότητα, με το Βυζάντιο και τους Μακεδόνες να αποτελούν πυλώνες του πολιτισμού των Ελλήνων. Αντίθετα, ο Νερουλός, επηρεασμένος από τον Αδαμάντιο Κοραή και τον ευρωπαϊκό διαφωτισμό, θεωρεί το Βυζάντιο «σκοτεινή» περίοδο και αποδίδει την παρακμή του ελληνισμού στους Μακεδόνες, ενώ εξυμνεί την αναγέννηση του ελληνικού κόσμου μέσω των Φαναριωτών κατά την ύστερη Τουρκοκρατία. Η ιδιαιτερότητα του έργου έγκειται στην παρουσίαση της δυναμικής του ελληνικού κόσμου κατά την οθωμανική περίοδο. Ο Καποδίστριας αναδεικνύει την οικονομική, πολιτισμική, δημογραφική και στρατιωτική παρουσία των Ελλήνων, μέσω δομών όπως τα αρματολίκια, και τονίζει την κρίση της οθωμανικής αυτοκρατορίας ως μη αναστρέψιμη. Επιπλέον, στο Υπόμνημά του, ο Καποδίστριας συνοδεύει το έργο, αναλύει τα ευρωπαϊκά πράγματα με αξιοθαύμαστη διορατικότητα, προβλέποντας την πτώση των απολυταρχιών και την άνοδο των εθνών, ενώ προτείνει την οργάνωση των επαναστατημένων Ελλήνων σε κράτος με τακτικό στρατό και ισχυρή ηγεσία.
Από την άλλη, ο Νερουλός συνεισφέρει με την εμπειρία του από το οθωμανικό κράτος και την Επανάσταση στη Μολδοβλαχία, προσφέροντας πολύτιμες πληροφορίες που ο Καποδίστριας αξιοποιεί στο δικό του όραμα. Παρά τις διαφορές τους, η συνεργασία τους καταφέρνει να δημιουργήσει ένα έργο που, αν και φέρει τη σφραγίδα του Καποδίστρια, ενσωματώνει την τεκμηριωμένη ματιά του Νερουλού. Το αποτέλεσμα είναι μια ολοκληρωμένη αφήγηση που αμφισβητεί τις προσεγγίσεις των διαφωτιστών και των νεοτερικών, οι οποίες, κατά τον Κοντογιώργη, «απαξίωσαν» την ελληνική συνέχεια, αποκόπτοντας το Βυζάντιο από την αρχαιότητα και παρουσιάζοντας τα ελληνικά ανθρωποκεντρικά στοιχεία ως φεουδαρχικά κατάλοιπα.
Το έργο δεν περιορίζεται σε μια ιστορική καταγραφή. Φέρνει στο προσκήνιο τη σύγκρουση δύο κοσμοθεωριών: της κοραϊκής, η οποία βλέπει τη νεοτερικότητα μέσω του δυτικού διαφωτισμού, και της καποδιστριακής, η οποία υπερασπίζεται τη συνέχεια του ελληνισμού και την ανθρωποκεντρική του παράδοση. Ο Καποδίστριας αναδεικνύει το Βυζάντιο ως κόμβο μετάβασης στη νεοτερικότητα. Το Βυζάντιο επηρέασε τη Δύση και τη σλαβική Ανατολή. Η Επανάσταση του 1821, εμπνευσμένη από τη σκέψη του Ρήγα, αναβίωσε τον ανθρωποκεντρικό δρόμο του Ελληνισμού.
Η επιστημονική επιμέλεια του Γ. Κοντογιώργη είναι βοηθητική και συμβουλευτική για τον αναγνώστη. Ο Κοντογιώργης φωτίζει τις ιστορικές και ιδεολογικές διαστάσεις του έργου των Νερουλού και Καποδίστρια. Το βιβλίο είναι απαραίτητο για όσους επιθυμούν να κατανοήσουν τη διαχρονία του ελληνισμού και τους διαχρονικούς θεμέλιους λίθους της ελληνικής ιστορίας. Η «Ιστορία της Νεότερης Ελλάδας» είναι μια κριτική περιδιάβαση για την ταυτότητα και το μέλλον του ελληνικού κόσμου. Ένα έργο που αξίζει να διαβαστεί από όσους ενδιαφέρονται για τις ρίζες και την εξέλιξη της νεότερης Ελλάδας.
*Αναπληρωτής Καθηγητής Πολιτικής και Διακυβέρνησης, Πανεπιστήμιο Λευκωσίας