Η πρόσφατη άρση των μακροχρόνιων εμπάργκο όπλων σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας (ΚΔ) από τις ΗΠΑ και από τη Νορβηγία δεν αφορά τα όπλα καθαυτά. Αφορά τη στρατηγική. Αφορά την αναγνώριση ότι η Κύπρος έχει καταστεί αξιόπιστος, προβλέψιμος και συνεπής παράγοντας ασφάλειας στην ταραγμένη Ανατολική Μεσόγειο — με όλα τα δικαιώματα αλλά και τις ευθύνες που συνεπάγεται μια τέτοια εξέλιξη.

Οι εξελίξεις αυτές εντάσσονται σε μια ευρύτερη γεωπολιτική αναδιάταξη που ωριμάζει εδώ και χρόνια στην Ανατολική Μεσόγειο και εντάσσουν την ΚΔ ακόμη πιο σταθερά στη δυτική αρχιτεκτονική ασφάλειας, στο στρατηγικό σταυροδρόμι Ευρώπης και Μέσης Ανατολής.   

Από την ένταξή της στην ΕE το 2004, η Κυπριακή Δημοκρατία  μετακινήθηκε — στην πράξη και στον λόγο — από τον αδέσμευτο χώρο σε ενεργό συμμετοχή στις δυτικές δομές ασφάλειας. Διαδοχικές κυβερνήσεις αναγνώρισαν ότι η ασφάλεια και η ευημερία της χώρας προϋποθέτουν αυτή τη στρατηγική πορεία.

Η Ανατολική Μεσόγειος υπήρξε διαχρονικά κρίσιμος στρατηγικός χώρος.   Διαδραματίζει ρόλο στην προστασία της Διώρυγας του Σουέζ, στη περιφερειακή ασφάλεια, ιδίως του Ισραήλ, στις ενεργειακές και εμπορικές θαλάσσιες οδούς και στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Δεν είναι τυχαίο ότι το ΗΒ διατηρεί δύο στρατιωτικές βάσεις σε εδάφη της Κύπρου εξήντα πέντε χρόνια μετά την ανεξαρτησία της. Η γεωγραφία δεν αλλάζει.

Ο πόλεμος στη Γάζα, ο «δωδεκαήμερος» πόλεμος Ισραήλ-Ιράν και η συνεχιζόμενη αστάθεια σε Συρία και Λίβανο ανέδειξαν εκ νέου την ανάγκη για αξιόπιστους παραγωγούς και φορείς ασφάλειας στην περιοχή. Αυτό που αλλάζει δεν είναι η γεωγραφία αλλά η οπτική. Ουάσιγκτον και οι Βρυξέλλες αντιμετωπίζουν πλέον την Ανατολική Μεσόγειο ως ενιαίο στρατηγικό χώρο, όπου η περιφερειακή σταθερότητα, ο ανταγωνισμός μεγάλων δυνάμεων και η ευρωπαϊκή άμυνα είναι αλληλένδετα.

Από τα εμπάργκο στις στρατηγικές συμπράξεις

Η άρση των εμπάργκο τυποποιεί την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στη δυτική αμυντική αρχιτεκτονική και την ενσωματώνει οργανικά στο ευρύτερο δίκτυο ασφάλειας της Ανατολικής Μεσογείου. Έτσι διασυνδέονται οι ΗΠΑ ή/και η ΕΕ με τους βασικούς τους περιφερειακούς τους εταίρους.

Σε πρακτικό επίπεδο, αυτό μεταφράζεται σε διαλειτουργικότητα (interoperability): ικανότητα των κυπριακών ενόπλων δυνάμεων να επιχειρούν, να εκπαιδεύονται και να επικοινωνούν απρόσκοπτα με φιλικές συμμαχικές δυνάμεις. Η κατάσταση αυτή δεν παραπέμπει σε μιλιταρισμό, αλλά σε διαφανείς και αμυντικού χαρακτήρα δυνατότητες που ενισχύουν τη διαχείριση κρίσεων και τις ανθρωπιστικές επιχειρήσεις. Σε πολιτικό επίπεδο, σηματοδοτεί θεσμοθετημένη εμπιστοσύνη και το κλείσιμο ενός παρατεταμένου κεφαλαίου στρατηγικής απομόνωσης.

Στην Ανατολική Μεσόγειο, η ΕE παρέχει το πολιτικό και θεσμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται η ΚΔ.  Ο καθοριστικός όμως δρων στον σκληρό πυρήνα της ασφάλειας παραμένουν οι ΗΠΑ — η μόνη δύναμη με δυνατότητα διαμόρφωσης εξελίξεων σε κλίμακα. Η αναγνώριση της ΚΔ ως αξιόπιστου παραγωγού ασφάλειας (security enabler) εναρμονίζεται πλήρως με αυτή τη στρατηγική πραγματικότητα.

Για την Ουάσιγκτον και τις Βρυξέλλες, η ΚΔ  παγιώνεται ως δημοκρατικό έρεισμα στο νοτιοανατολικό άκρο της Μεσογείου, στα όρια δηλαδή της ευρωπαϊκής αμυντικής περιμέτρου.

Προς ένα νέο στρατηγικό καθεστώς – MNNA

Το επόμενο λογικό βήμα είναι ο χαρακτηρισμός της ΚΔ ως Κύριου Μη Νατοϊκού Συμμάχου (Major Non-NATO Ally – MNNA) των ΗΠΑ — και το οποίο είναι ένα πλαίσιο συνεργασίας και όχι αντιπαράθεσης. Το καθεστώς MNNA δεν συνεπάγεται ένταξη σε συμμαχία ούτε παρέχει αυτόματες εγγυήσεις ασφάλειας. Προσφέρει όμως εμβάθυνση της αμυντικής συνεργασίας με την Ουάσιγκτον, παρέχοντες δυνατότητα κοινής εκπαίδευση,  βιομηχανικών συμπράξεων στον αμυντικό τομέα, καθώς και προτεραιότητα πρόσβασης σε επιλεγμένα αμερικανικά στρατιωτικά προγράμματα.

Περισσότερα από είκοσι κράτη — μεταξύ των οποίων το Μαρόκο, το Ισραήλ, η Αίγυπτος, η Ιορδανία, το Κουβέιτ, το Κατάρ και, από τον Νοέμβριο 2025, και η Σαουδική Αραβία — διαθέτουν σήμερα αυτό το καθεστώς.

Για την ΚΔ το MNNA θα κωδικοποιούσε μια ήδη εξελισσόμενη σχέση με την Ουάσιγκτον, θα ενίσχυε τη συνέργεια ΗΠΑ-ΕΕ στην Ανατολική Μεσόγειο και θα προήγαγε σταθερότητα χωρίς κλιμάκωση. Θα τοποθετούσε ακόμη πιο στέρεα την Κύπρο στις δυτικές δομές ασφάλειας, ως γέφυρα ανάμεσα στο νοτιοανατολικό άκρο του ΝΑΤΟ και τη διαμορφούμενη ευρωπαϊκή αμυντική αρχιτεκτονική.

Η ευρύτερη στρατηγική σύνθεση

Η ΚΔ λειτουργεί πλέον μέσα σε ένα ολοένα πιο συνεκτικό οικοσύστημα ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο. Το σχήμα 3+1 — Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ και ΗΠΑ — συνδέει ενέργεια, ασφάλεια και τεχνολογία, ενώ το East Med Gas Forum και το Κέντρο CYCLOPS στη Λάρνακα προσδίδουν θεσμικό βάθος.

Ο Great Sea Interconnector (GSI) προσθέτει κρίσιμη διάσταση ενεργειακής ασφάλειας. Έχει σχεδιαστεί για να διασυνδέσει τα ηλεκτρικά δίκτυα Κύπρου, Ελλάδας και Ισραήλ, ενισχύοντας τη σύνδεση της περιφερειακής ενεργειακής ασφάλειας με την ευρωπαϊκή και μειώνοντας την έκθεση σε εκβιασμούς ή διαταραχές. Ο GSI αντιμετωπίζει μεν προβλήματα αλλά εντάσσεται στους ευρύτερους στρατηγικούς και ενεργειακούς σχεδιασμούς της ΕΕ.

Παράλληλα, η επικαιροποιημένη συμφωνία οριοθέτησης ΑΟΖ Κύπρου-Λιβάνου (26 Νοεμβρίου 2025) ανοίγει τον δρόμο για μια μελλοντική ηλεκτρική διασύνδεση, εμβαθύνοντας την ενσωμάτωση της Ανατολικής Μεσογείου στην ευρωπαϊκή ενεργειακή και στρατηγική αρχιτεκτονική, με δυνατότητα διασύνδεσης και με άλλα κράτη της περιοχής.

Το οικοσύστημα αυτό ενισχύεται από το σχήμα QUAD (Κύπρος-Γαλλία-Ελλάδα-Ιταλία), το οποίο εμβαθύνει τις κοινές ασκήσεις, τον θαλάσσιο συντονισμό και τους μηχανισμούς διαχείρισης κρίσεων μεταξύ βασικών εταίρων της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.

Στο ίδιο στρατηγικό πλαίσιο εντάσσεται και η υπογραφή, στις 15 Δεκεμβρίου 2025 στο Παρίσι, της Συμφωνίας Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης Κύπρου-Γαλλίας, η οποία σηματοδοτεί ποιοτική αναβάθμιση των διμερών σχέσεων.

Το πλαίσιο αυτό συμπληρώνεται από ευρύτερες πρωτοβουλίες συνδεσιμότητας, όπως ο Οικονομικός Διάδρομος Ινδίας-Μέσης Ανατολής-Ευρώπης (IMEC), που τοποθετεί την Κύπρο σε ένα αναδυόμενο ινδοευρωπαϊκό στρατηγικό δίκτυο. Ο IMEC δεν είναι απλώς οικονομικό έργο. Είναι βαθύτατα γεωπολιτικός — αντίβαρο στην κινεζική πρωτοβουλία «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος» και κεντρικό στοιχείο της ανανεωμένης αμερικανικής εστίασης στον Ινδο-Ειρηνικό.

Στο ίδιο πλέγμα συνδεσιμότητας και στρατηγικής σύγκλισης εντάσσεται και η πρόσφατη πρώτη επίσημη επίσκεψη στην Κύπρο του προέδρου των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.

Η αρχιτεκτονική αυτή δεν αποτελεί τυπικά υποσύστημα του ΝΑΤΟ. Λειτουργεί όμως σε στενή στοίχιση με τα πρότυπα και τις πρακτικές της Συμμαχίας. Μέσα σε αυτό το πλέγμα, το καθεστώς MNNA για την Κύπρο αποκτά ουσιαστικό περιεχόμενο και στρατηγική δυναμική.

Ο τουρκικός παράγοντας

Η Άγκυρα αντιδρά συστηματικά σε κάθε δυτική στήριξη προς την ΚΔ και σε κάθε νέα περιφερειακή της σύζευξη — συμπεριλαμβανομένης της επικαιροποιημένης συμφωνίας ΑΟΖ με τον Λίβανο, της Συμφωνίας Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης με τη Γαλλία και της Τριμερούς Συνόδου Κορυφής Κύπρου-Ελλάδας-Ισραήλ (22.12.2025). Παράλληλα, επιδιώκει επεκτατικό στρατιωτικό αποτύπωμα από τη Συρία και το Ιράκ έως τη Λιβύη και το Αζερμπαϊτζάν, ενώ συνεχίζει τη στρατιωτικοποίηση του κατεχόμενου τμήματος της Κύπρου.

Η Λευκωσία δεν τρέφει αυταπάτες. Δεν μπορεί να αποτρέψει στρατιωτικά την Τουρκία. Αυτό που επιδιώκει είναι αντοχή και επιλογές: η ικανότητα να παραμένει προβλέψιμος και αξιόπιστος παράγοντας ασφάλειας, πλήρως εναρμονισμένος με την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας της ΕΕ.

Το ζητούμενο πλέον είναι η ένταξη της Κύπρου στο ΜΝΝΑ και η μετατροπή των συγκυριών σε μόνιμες δομές. Η Λευκωσία οφείλει να εκσυγχρονίσει την άμυνά της και να εμβαθύνει με περιφερειακούς εταίρους, ενώ παράλληλα να ενισχύσει τη θέση της στον ευρωατλαντικό χώρο. Η γεωγραφία είναι η μοίρα. Η πολιτική είναι επιλογή.

* Πρέσβης (επί τιμή) και Ανώτερος Ερευνητικός Συνεργάτης στο Κυπριακό Κέντρο Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων, Πανεπιστήμιο Λευκωσίας.