ΕΠΙΧΕΙΡΕΙΣ,  όπως –πολλές φορές– σε παρόμοιες δύσκολες ώρες, να αρπαχτείς από τη λαϊκή θυμοσοφία, αλλά άσχετο και ανεπαρκές το:

— Κόρωνος κορώνου βκάλλει αμμάτιν;

Πιο… ρεαλιστικό το:

— Άξιος πο’,ν να ζήσει!

που από τυπική και ανώδυνη ευχή, έχει τραγική επέκταση στην εποχή του κορωνοϊού.

Ανάμεσα σε άλλες φράσεις ευσέβειας και ταπεινοφροσύνης:

— Θεού θέλοντος, και καιρού επιτρέποντος!

κα η προαναφερθείσα!

— ‘Αξιος πο’ν να ζήσει!

Λεγόταν σαν ευχή –με στωικό ύφος– που «έκλειε» –συνήθως– μια συζήτηση η οποία προηγήθηκε, ακόμη και αν αναφερόταν σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Στη… μέγκενη, όμως, του κορωνοϊού, παρεμβάλλεται μια παρένθεση απότομης… προσγείωσης:

— Άξιος πο’ν να (επι)ζήσει!

Συνειρμό στον συνειρμό, προβάλλει και το απόφθεγμα που συνήθιζαν κάποτε στο ανώφλι του ταπεινού κελιού τους, μοναχοί που είχαν συναίσθηση της ματαιότητας των εγκοσμίων:

— Σήμερον εμού, αύριον ετέρου, και ουδέποτε μηδενός!

Απαλλαγμένοι από την αιχμαλωσία της ιδοκτησίας, με γνήσια αντίληψη του μοναχικού βίου, μεριμνούν για την καθοδήγηση των αντικαταστατών τους: Να ξέρουν στην προσωρινή διέλευση τους στον κόσμον τούτο πως:  Ό,τι νομίζουν πώς τους ανήκει σήμερα, αύριο κάποιοι άλλοι θα νομίζουν ότι τούς ανήκει.

Και το «ουδέποτε μηδενός»; Επεκτείνεται πέραν από τον ατομισμό, στο κοινόν του συλλογικού χώρου, με την έκδηλη ευχή: Να ακμάζει, με απόμακρη την όποια ερήμωση. Για να υπάρχει συνέχεια της όποιας σφραγίδας των παρόντων  από τους ετέρους του αύριον και τους συνεχιστές του μέλλοντος.

Την πορεία του ανθρώπου ταρακούνησαν –κατά καιρούς– πολλοί παράγοντες, ώσπου να επελάσει ο δολοφονικός κορωνοϊός με τη μακάβρια… υπόσχεση: Της αυτογνωσίας του ανθρώπου!