Αν μιλάμε για το ’74, τρέχαμε να σωθούμε ενώ από πάνω μας σφυροκοπούσαν τα αεροπλάνα. Κι έπειτα ακολούθησαν χρόνια δίσεκτα σε καταυλισμούς, σε συνοικισμούς, εδώ και εκεί, με τις ζωές μας να έχουν ανατραπεί. Φτηνά την είχαμε γλυτώσει όμως, αν μετρήσεις τις χιλιάδες των νεκρών, των αγνοουμένων, των ανθρώπων που δεν κατάφεραν να ανταπεξέλθουν της απώλειας, των γυναικών που βιάστηκαν, των παιδιών που μεγάλωσαν χωρίς πατέρα, των ανθρώπων που τραυματίστηκαν. 

Αν μιλάμε για τον πόλεμο που ξέσπασε το ’20, ένα ιδιότυπο πόλεμο με τον εχθρό αόρατο, πάλι τρέχαμε. Τρέχαμε μέχρι την τελευταία στιγμή στο κομμωτήριο να βάψουμε την ρίζα μην μας βρει ο Covid ατημέλητους. Βάζαμε μέσο για να μας δεχτεί η καλλωπίστρια των νυχιών πριν το lockdown. Στεκόμαστε στην ουρά για έναν ευρωπαϊκό  καφέ ανά χείρας, όπως στέκαμε και το ’74 για συσσίτιο. Νοσταλγούσαμε τις βόλτες μας στα εμπορικά καταστήματα. Δίναμε μάχη για να εκκλησιαστούμε και ρητορεύαμε με κάθε ευκαιρία και από κάθε βήμα για τις ελευθερίες μας και την καταπάτηση τους. 

Μας το είχανε πει από την αρχή πως είναι πόλεμος, αλλά το εκλάβαμε σαν επικοινωνιακό κλισέ. Όσοι επέστρεφαν από το μέτωπο και δεν είχαν κανένα ταμπού να μιλήσουν για την εμπειρία τους, περιέγραφαν εφιαλτικές στιγμές στα νοσοκομεία, με ανθρώπους να βήχουν διαρκώς και να μην μπορούν να αναπνεύσουν. «Μου θύμισε την εποχή των λεπρών», είπε ανάμεσα σ’ άλλα ο δημοσιογράφος, Κορνήλιος Χατζηκώστας ο οποίος νοσηλεύτηκε για μέρες πρώτα στο νοσοκομείο Λευκωσίας κι έπειτα στο νοσοκομείο Αναφοράς, βλέποντας ανθρώπους δίπλα του να χάνουν την μάχη. 

Σ’ αυτόν τον πόλεμο τα πράγματα δεν ήταν τόσο άσχημα. Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε την ζωή μας στη ζεστασιά του σπιτιού μας, με αρκετές διαφοροποιήσεις, ακόμα και θυσίες. Θα μπορούσαμε να παρακάμψουμε τα Χριστούγεννα, να στερηθούμε για κάποιους μήνες, για ένα χρόνο συνήθειες που μας έδιναν ευχαρίστηση. Μας ήταν δύσκολο όμως. Πιο δύσκολο εν τέλει από το να μας έδιναν ένα όπλο και να μας έστελναν στο μέτωπο. Εκεί θα ξέραμε τον στόχο, θα βλέπαμε τον εχθρό, θα νοιώθαμε τον κίνδυνο και το ένστικτο της επιβίωσης θα μας καθοδηγούσε στην όποια δράση θα έπρεπε να πάρουμε. Χωρίς καμία εγγύηση για τη ζωή μας. Όπως και τώρα εξάλλου, καμμιά εγγύηση δεν υπάρχει για κανένα, οι συνθήκες όμως είναι σαφώς πολύ πιο άνετες. Δεν το μπορέσαμε όμως. Η θυσία ενός χριστουγεννιάτικου γεύματος ήταν πολύ μεγάλη. Το κομμωτήριο και το γυμναστήριο βασικές αξίες.