Επανέρχεται στο προσκήνιο το θέμα με τα καταστήματα που διαθέτουν προς πώληση προϊόντα κάνναβης, τα γνωστά “GBD oil shop”. Έρευνα που διενήργησαν από κοινού Αστυνομία και Φαρμακευτικές Υπηρεσίες αμφισβητείται από εταιρεία, αφού φαίνεται να διενεργήθηκε χωρίς την ύπαρξη εντάλματος, ενώ στη συνέχεια εξασφαλίστηκε διάταγμα κατακράτησης τεκμηρίων.
Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου στο οποίο προσέφυγε η εταιρεία, έκρινε ότι υπάρχει θέμα προς εξέταση για έκδοση εντάλματος ακύρωσης του διατάγματος κατακράτησης εάν διαπιστωθεί ότι το κατώτερο δικαστήριο παραπλανήθηκε.
Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως εξής: Κατόπιν αιτήματος του Αστυνομικού Διευθυντή Λεμεσού, υποστηριζόμενου από ένορκη δήλωση γυναίκας αστυφύλακα, του Κεντρικού Αστυνομικού Σταθμού Λεμεσού, δικαστής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού στις 19.06.2025, εξέδωσε διάταγμα κατακράτησης τεκμηρίων. Επρόκειτο για 23 συσκευασίες προϊόντων που εντοπίστηκαν και κατασχέθηκαν στις 17.06.2025, σε υποστατικό με την ονομασία «GBD OIL SHOP» που βρίσκεται στη Λεμεσό.
Σύμφωνα με την ένορκη δήλωση της αστυνομικού, αυτή μαζί με λειτουργό των φαρμακευτικών υπηρεσιών και δύο λοχίες της Αστυνομίας, ερεύνησαν το ως άνω υποστατικό στην παρουσία του υπεύθυνου του καταστήματος. Κατά την έρευνα εντοπίστηκαν από την ίδια και κατασχέθηκαν καθ’ υπόδειξη του λειτουργού των Φαρμακευτικών, προϊόντα τα οποία παραλήφθηκαν ως τεκμήρια.
Αποτελεί θέση της αιτήτριας εταιρείας όπως εκφράστηκε από τον δικηγόρο της Κ. Χριστοδουλίδη, ότι το κατώτερο Δικαστήριο υπέπεσε σε σφάλμα αρχής και ενήργησε καθ’ υπέρβαση εξουσίας τελώντας σε πρόδηλη νομική πλάνη κατά τον χρόνο που εξέδωσε το εκκαλούμενο διάταγμα. Υποδεικνύοντας ότι οι ανακριτικές αρχές εισήλθαν στο υποστατικό χωρίς ένταλμα έρευνας, προβάλλει τη θέση ότι το κατώτερο Δικαστήριο εξέδωσε το επίδικο διάταγμα κατακράτησης παραπλανούμενο από τις ανακριτικές αρχές.
Όπως ανέφερε το Ανώτατο Δικαστήριο που εξέτασε την αίτηση, στην σύντομη και λιτή ομολογουμένως ένορκη δήλωση που υποστήριζε το αίτημα κατακράτησης τεκμηρίων, δεν προσδιορίζεται κατά πόσο η είσοδος κατά τον ουσιώδη χρόνο στο υποστατικό με την ονομασία «CBD OIL SHOP» έγινε στη βάση εκτέλεσης εντάλματος έρευνας ή χωρίς την ύπαρξη τέτοιου εντάλματος ή, ακόμα, στη βάση των προνοιών του Ν(70 Ι)/2001. Ούτε μέσω της ως άνω ένορκης δήλωσης τέθηκαν οποιαδήποτε στοιχεία τα οποία θα επέτρεπαν στο ίδιο Δικαστήριο να καταλήξει ότι τα τεκμήρια που εντοπίστηκαν και κατακρατήθηκαν, σχετίζονται πράγματι, με τη διάπραξη των αδικημάτων που διερευνούνταν.
Αποτελεί καθήκον του αιτούμενου εντάλματος του είδους, να προβεί σε πλήρη αποκάλυψη των ουσιωδών στοιχείων και γεγονότων, αναφέρει το Ανώτατο. Οι σοβαρές ελλείψεις και παραλείψεις ως προς την ορθή παρουσίαση των γεγονότων στον αστυνομικό όρκο, πλήττουν την νομιμότητα της έκδοσης ενός εντάλματος. Η μη αποκάλυψη ουσιωδών πληροφοριών με αποτέλεσμα την παραπλάνηση του Δικαστηρίου, αφαιρεί ουσιαστικά το νόμιμο της έκδοσης του εντάλματος.
Στην υπό συζήτηση περίπτωση, καταλήγει το Δικαστήριο, η ασάφεια και η παράλειψη διευκρίνισης και αποσαφήνισης εκ μέρους του ομνύοντα του ζητήματος της νομικής βάσης επί της οποίας έγινε η είσοδος στο υποστατικό, φαίνεται, εκ πρώτης όψεως, να εγείρει ζήτημα πλάνης του κατώτερου Δικαστηρίου, επηρεάζοντας την κρίση του σε σχέση με το ζήτημα της δικαιοδοσίας και της δυνατότητας του να εκδόσει ή μη το εκκαλούμενο διάταγμα, ως ειδικότερα η πλευρά των αιτητών προβάλλει.
Ενόψει τούτων, έδωσε άδεια στην εταιρεία να ζητήσει ακύρωση του διατάγματος κατακράτησης των τεκμηρίων και να οριστεί στις 4/9/2025 για ακρόαση.