Μια γκάφα ολκής κατά την προσαγωγή της κύριας υπόπτου για διαρροή βίντεο από το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης του Δικαστηρίου Λάρνακας, που φέρεται, μάλιστα, να συνδέεται με την απόπειρα φόνου της Πύλας, απειλεί την πορεία της σοβαρότατης υπόθεσης. Όσο κι εάν ακούγεται απίστευτο, 29χρονη ιδιωτική φρουρός στο δικαστήριο αφέθηκε ελεύθερη αφού παρήλθε για… τρία λεπτά ένα 24ωρο από τη σύλληψή της. Σημειώνεται πως, σύμφωνα με τη νομοθεσία, η Αστυνομία υποχρεούται να προσάγει ένα ύποπτο ενώπιον του δικαστηρίου για σκοπούς έκδοσης διατάγματος κράτησής πριν περάσει ένα 24ωρο από τη σύλληψή του.
Η 29χρονη είχε συλληφθεί στις 11:25 το πρωί της Δευτέρας ως ύποπτη για τη διαρροή βίντεο που εντοπίστηκαν στο κινητό 29χρονου, ο οποίος είχε συλληφθεί στις 14 Σεπτεμβρίου για την υπόθεση απόπειρας φόνου και του εμπρησμού αυτοκινήτων εταιρείας ενοικιάσεων οχημάτων στην Πύλα στις 14 Αυγούστου. Σημειώνεται πως για εκείνη την υπόθεση είναι υπόδικοι 5 Σύροι, εκ των οποίων και 44χρονος κατάδικος στις Κεντρικές Φυλακές. Στην πορεία 0 29χρονος αφέθηκε ελεύθερος εν αναμονή των εξετάσεων, μεταξύ άλλων, στο κινητό του τηλέφωνο. Η Αστυνομία τον συνέλαβε ξανά τη Δευτέρα όταν στο κινητό του εντοπίστηκαν τρία βίντεο που φαίνεται να λήφθηκαν από κινητό τηλέφωνο, σε πραγματικό χρόνο, από το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης του Δικαστηρίου Λάρνακας.
Όπως λέχθηκε στο δικαστήριο το ένα βίντεο, διάρκειας 5 δευτερολέπτων, λήφθηκε στις 28 Αυγούστου από την κάμερα στο υπόγειο του δικαστηρίου Λάρνακας και απεικόνιζε τη μεταφορά στα κρατητήρια του 44χρονου κατάδικου, που φέρεται ως ο εντολέας της εγκληματικής ενέργειας της Πύλας. Τα άλλα δύο βίντεο, διάρκειας 18 και 13 δευτερολέπτων αντίστοιχα, λήφθηκαν στις 10 Σεπτεμβρίου και απεικονίζουν το πρώτο τη μεταφορά άλλου κρατούμενου στα κρατητήρια του δικαστηρίου και το δεύτερο τη μεταφορά του σε αίθουσα του δικαστηρίου.
Πριν την έναρξη της διαδικασίας προσωποκράτησης των δύο υπόπτων ο δικηγόρος της 29χρονης, Χριστόφορος Δημητρίου, έθεσε προδικαστικό ζήτημα αφού, όπως είπε, η διαδικασία προσωποκράτησης ξεκίνησε αφότου παρήλθαν 24 ώρες από τη σύλληψη της. Το δικαστήριο έπειτα από μισάωρη διακοπή αποφάνθηκε πως πρέπει να αφεθεί ελεύθερη η ύποπτη, αφού είχε συλληφθεί στις 11:25 τη Δευτέρα και οδηγήθηκε ενώπιον του σήμερα στις 11:28. Η απόφαση προκάλεσε την αντίδραση της Αστυνομίας, που υποστηρίζει πως το αίτημα υποβλήθηκε στη δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου μία ώρα πριν αρχίσει η διαδικασία προσωποκράτησης.
Αρμόδια πηγή ανέφερε στο philenews πως υπήρξε αμέσως συνεννόηση με τη Νομική Υπηρεσία και αναμένεται να κατατεθεί έφεση επί της απόφασης της πρωτόδικου δικαστού, με δικαιολογητικό «λανθασμένη διαδικασία εκ μέρους της». Η 29χρονη εργαζόταν στην αίθουσα που καταλήγει το υλικό από τις κάμερες του κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης του δικαστηρίου και συνελήφθη αφού φέρεται να εργαζόταν τις επίδικες ώρες που στάληκαν τα βίντεο. Η ίδια φέρεται ν’ ανέφερε προφορικά πως ενδεχομένως να μην εργαζόταν και να υπέγραφε για λογαριασμό της ο υπεύθυνός της.
Αίσθηση προκαλεί και το γεγονός πως, όπως λέχθηκε στο δικαστήριο, την ώρα που η ύποπτη μεταφερόταν στα κρατητήρια εκκίνησε το κινητό της εξ αποστάσεως και είναι άγνωστο εάν διαγράφηκαν αρχεία. Σ’ ότι αφορά στον δεύτερο ύποπτο ο συνήγορός του έφερε ένσταση στην κράτησή της κατακεραυνώνοντας τον τρόπο διερεύνησης από την Αστυνομία χαρακτηρίζοντας «ως αδιανόητο το πρόσωπο που φέρεται να είχε πρωταρχικό ρόλο στην υπόθεση να είναι ελεύθερο και να ζητείται η κράτηση αυτού που δεν μπορεί να επηρεάσει μάρτυρες». Το δικαστήριο, ωστόσο, έπειτα από μακρά διαδικασία που ολοκληρώθηκε στις 4 το απόγευμα ενέκρινε το αίτημα της Αστυνομίας για την κράτησή του για περίοδο 8 ημερών.
Σημειώνεται πως ο 29χρονος είχε καταδικαστεί για πολύκροτη υπόθεση και ακολούθως μπήκε στο πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων. Στην πορεία δύο άτομα από το προσωπικό του περιβάλλον δολοφονήθηκαν εν ψυχρώ, ενώ ο ίδιος κρίθηκε ως αναξιόπιστος μάρτυρας.
Σ’ ότι αφορά στην υπόθεση της Πύλας, που έχει τη σφραγίδα του οργανωμένου εγκλήματος, είναι ορισμένη στις 29 Οκτωβρίου ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, ώστε οι 5 Σύροι ν’ απαντήσουν εάν παραδέχονται ή όχι ενοχή στις βαριές κατηγορίες που αντιμετωπίζουν.