Το Εφετείο επικύρωσε την ποινή φυλάκισης οκτώ ετών που επέβαλε σε 52χρονο Ελλαδίτη το Κακουργιοδικείο Λεμεσού, σε υπόθεση που αφορούσε εμπορία προσώπων και νομιμοποίηση εσόδων.
Το Εφετείο συμφώνησε με το Κακουργιοδικείο ότι η εμπορία προσώπων αποτελεί μια αποτρόπαια μορφή παραβίασης των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που υπονομεύει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Όπως σημειώνει στην απόφαση, «έχει δυστυχώς λάβει διεθνώς μεγάλες διαστάσεις και θεωρείται ένα από τα σοβαρότερα αδικήματα που διαπράττονται στο πλαίσιο του οργανωμένου εγκλήματος. Και αυτό δεν είναι διόλου τυχαίο.
Η εξασφάλιση τεράστιου κέρδους που διοχετεύεται σε διεθνή δίκτυα οργανωμένου εγκλήματος, αναμφίβολα συνιστά την κινητήρια δύναμη για την εμφάνιση, αλλά και τη ραγδαία εξάπλωση αυτού του φαινομένου, το οποίο υποθάλπεται, βεβαίως, από την αναζήτηση σεξουαλικών υπηρεσιών. Σε αδικήματα αυτού του είδους, οι δράστες ουσιαστικά εκμεταλλεύονται την ευάλωτη θέση του θύματος είτε αυτή αφορά την οικονομική του εξαθλίωση, είτε το χαμηλό μορφωτικό ή νοητικό του επίπεδο και γενικότερα την απελπισία του και την έλλειψη οιασδήποτε προοπτικής για εξεύρεση μιας αξιοπρεπούς εργασίας», προστίθεται στην απόφαση.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Κατηγορείται ότι βίασε τη 16χρονη κόρη του
Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης, η παραπονούμενη 31 ετών από τη Βουλγαρία ήρθε μαζί με τον κατηγορούμενο στην Κύπρο και εργάστηκε ως πόρνη, με σκοπό να ξεχρεώσει χρέος πέντε χιλιάδων ευρώ που είχε σε τοκογλύφους στην Ελλάδα για τα έξοδα της καρκινοπαθούς μητέρας της. Όπως κρίθηκε, ο κατηγορούμενος έλαβε γνώση της ευάλωτης θέσης στην οποία βρισκόταν η παραπονούμενη και χρησιμοποίησε προς όφελος του την ανάγκη της για χρήματα, με σκοπό να την εκμεταλλευθεί. Έτσι, προσφέρθηκε να τη βοηθήσει να έρθει και εργαστεί στην Κύπρο σαν πόρνη. Για να τη δελεάσει προς τούτο και προκειμένου να την πείσει ότι θα κέρδιζε πολλά χρήματα χωρίς κανένα πρόβλημα, προσφέρθηκε να ταξιδέψει και ο ίδιος μαζί της στην Κύπρο –εφόσον η παραπονούμενη δεν είχε επισκεφθεί ξανά την Κύπρο και δεν γνώριζε κανένα– ώστε να τακτοποιήσει τη στέγαση της και να της εξηγήσει πώς «γίνεται η δουλειά», αφού, όπως τη διαβεβαίωσε, είχε καλές σχέσεις στην Κύπρο και ήξερε «πώς θα τη βάζει να δουλέψει ως πόρνη». Κάτω από αυτές τις συνθήκες, εκμεταλλευόμενος την ανάγκη της παραπονούμενης, την έπεισε να έλθει στην Κύπρο και να του καταβάλλει €200 εβδομαδιαίως από την άσκηση πορνείας.
Η 31χρονη εργάστηκε ως πόρνη από τις αρχές Ιουλίου 2020 μέχρι 23.11.2020, όταν διακόπηκε με την παρέμβαση της Αστυνομίας. Σύμφωνα με την απόφαση, όταν η παραπονούμενη δεν κατέβαλλε έγκαιρα στον 52χρονο το ποσό των €200 εβδομαδιαίως, αυτός την εξευτέλιζε φωνάζοντας, βρίζοντας την με χυδαίο τρόπο, φτύνοντας την και υποτιμώντας την, λέγοντας της ότι είναι «ένα τίποτα» χωρίς αυτόν. Το ίδιο συνέβαινε και όταν η παραπονούμενη διαμαρτυρόταν για τα χρήματα που του έδινε, γιατί διέμενε μαζί της και δεν είχε την ελευθερία της ή γιατί δεν ήθελε να εργάζεται ως πολύ αργά το βράδυ.
Όλα αυτά τα ευρήματα οδήγησαν το Εφετείο να σφραγίσει την απόφαση του Κακουργιοδικείου, απορρίπτοντας και τους δύο λόγους έφεσης ότι η κοπέλα ήρθε στην Κύπρο με δική της θέληση και πως η ποινή ήταν αυξημένη.