«Ήταν ωραίες σαν άπλωναν τις σημαίες  κι έφταναν πιο ψηλά απ’ αυτές!»

Ab initio, θα σας εξομολογηθώ έναν κρυφό μου πόθο. Από μικρή ήθελα πολύ να ζούσα την εποχή του αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α. Ζήλευα, με την καλή έννοια, την ξαδέλφη μου, Παναγιώτα Λυσάνδρου-Νικολαΐδου, η οποία ήταν η αρχηγός των νεάνιδων του Λευκονοίκου. Ήταν άλλες εποχές, εθνικής έξαρσης και περηφάνιας! Γι’ αυτό και πρέπει να αναδειχθεί ο ρόλος της ελληνίδας της Κύπρου η οποία μαζί και δίπλα από τον άντρα, στην πρώτη γραμμή ή τα μετόπισθεν, είχε ισάξια συμβολή στην εποποιία του 1955-1959, που είναι η πιο κορυφαία στιγμή της κυπριακής ιστορίας. 

Πρωτίστως, αποτίω φόρο τιμής και κλίνω ευλαβικά το γόνυ στις γυναίκες-χήρες των αγωνιστών μας, οι οποίες έμειναν μόνες τους να αναθρέψουν τα παιδιά τους, χωρίς δουλειά, ενώ η Πολιτεία ήταν απούσα σχεδόν, με κάποια ψίχουλα της ντροπής που τους έδινε… Η γυναίκα του ήρωα Χαράλαμπου Καλαΐτζή στην Πάφο, η Ελισάβετ, (Σαβού), η γυναίκα του ήρωα του Αχυρώνα, Ανδρέα Κάρυου, στο Αυγόρου, η Δέσποινα, η γυναίκα του απαγχονισθέντος ήρωα Ανδρέα Παναγίδη, που έχω τη μεγάλη τιμή και ευλογία από την Παναγία να έχω πεθερά μου, παρόλο που δεν την γνώρισα, γιατί πέθανε, η Γιαννούλα Λυμπουρή- Παναγίδη σχετικά νέα. Μόνο αυτές ήξεραν τον γολγοθά που ανέβηκαν… Ευτυχώς που υπήρχαν οι συγγενείς και κυρίως ο Θεός! 

 Πιστεύω ακράδαντα ότι ο αγώνας της Ε.Ο.Κ.Α. βοήθησε τις γυναίκες να γίνουν ισότιμες με τους άντρες, να βγουν από το σπίτι και τα οικιακά και να χειραφετηθούν. Γεύτηκε τον αέρα της ελευθερίας η γυναίκα του νησιού μας και δεν τη χωρούσε ο τόπος!

Η Ανωτέρα Σχολή Λευκονοίκου, η «Καμίντζειος Ανωτέρα Σχολή», όπως λεγόταν από το όνομα του ευεργέτη της, Γεώργιου Καμιντζή, ήταν το εθνικό φυτώριο για τις αγωνίστριες. Άφοβες, ατρόμητες, ριψοκίνδυνες, αποφασιστικές, με βαθιά πίστη στον Θεό, με λεβεντιά και περηφάνια, δεν υπολόγιζαν τον κίνδυνο. 

Με την καθοδήγηση των καθηγητών, Φώτη Λοΐζίδη και του Ελλαδίτη Γυμνασιάρχη τους, Επαμεινώνδα Παπαχρίστου, έδωσαν το παρόν τους ως μέλη των ομάδων διαφώτισης, αναγραφής συνθημάτων σε πανό, τα οποία αναρτούνταν σε περίοπτα μέρη της κωμόπολής μας, διανομής φυλλαδίων, συμμετοχής σε διαδηλώσεις και παρελάσεις, όπως και στη διοργάνωση εθνικών εκδηλώσεων. Αξίζει, νομίζω, να αναφέρω τα ονόματα του Συνεργείου Κατασκευής Συνθημάτων και Σημαιών: Ευθυμίου Μυρούλα, Αθανασίου Ελένη, Κύρου Μαρία, Τακούση Ανδρούλα, Τακούση Μαρίτσα, Τακούση Νίκη, Τσαγκάρη Μυροφόρα.

 

 

 

Αναμφίβολα, η Σχολή γιόρταζε με μεγαλοπρέπεια όλες τις εθνικές επετείους με εθνικούς εορτασμούς και παρελάσεις. 

Στο Λευκόνοικο λειτουργούσαν η Α.Ν.Ε. Νεανίδων και οι Ομάδες Διαφώτισης Γυναικών. Όπως αναφέρει η υπεύθυνη της Α.Ν.Ε. Νεανίδων, κ. Παναγιώτα Λυσάνδρου-Νικολαΐδου, οι ομάδες τους ήταν οκτώ με 32 μέλη στην αρχή και 44 μέλη στη συνέχεια. Η Α.Ν.Ε. Νεανίδων Λευκονοίκου ιδρύθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 1957 και μέχρι τις 22 Νοεμβρίου 1958 είχε υπεύθυνη την Παναγιώτα Λυσάνδρου. Όταν η Παναγιώτα ανέλαβε καθήκοντα Ιθυνούσης Γυναικών, ανέλαβε μέχρι το τέλος του αγώνα ως υπεύθυνη η Παναγιώτα Μαυρή-Χατζηπαυλή, επίσης συγγένισσά μου από την πλευρά της μητέρας μου. 

Κάθε ομάδα είχε την ομαδάρχη της: Ευθυμίου Μυρούλα, Κυπριανού Θεοδώρα, Καζαμία Νίτσα Α., Αθανασίου Ελένη, Καλλικά Μαρούλα Α., Κουππάρη Σπυρούλα και Παπαπέτρου Παναγιώτα. Ανάμεσα στα ονόματα των νεάνιδων, κάποιες ήταν θυγατέρες αριστερών, κάτι που συνέβαινε και στους νέους, όπως και στην Α.Ν.Ε. μαθητών και μαθητριών της Ανωτέρας Σχολής, κάτι που αποδεικνύει ότι η οργάνωση αγκάλιασε όλους τους νέους και τις νεάνιδες, ανεξαρτήτως πολιτικών πεποιθήσεων των γονιών τους.

Θα ήθελα να αναφέρω, επίσης, ότι είχαμε στο Λευκόνοικο και μαθήτριες Ακριτόπουλα, στα οποία συμμετείχαν σχεδόν όλες οι μαθήτριες. 

Θα ήθελα να εξηγήσω ότι, ενώ το Λευκόνοικο διοικητικά ανήκει στη Μεσαορία, για τους σκοπούς της οργάνωσης μπήκε στον τομέα Καρπασίας, πιστεύω λόγω της σχέσης που είχε ο τομεάρχης Φώτης Παπαφώτης, από την Ακανθού, με το Λευκόνοικο, αφού φοίτησε στην Καμίντζειο Ανωτέρα Σχολή Λευκονοίκου, αλλά και επειδή στη Σχολή φοιτούσαν και πολλά παιδιά από την Ακανθού τα οποία διέμεναν στο Λευκόνοικο και είχαν μεγάλη δράση.

Στον Υποτομέα Λευκονοίκου, όπως τον καθόρισε ο τομεάρχης, ιδρύθηκαν τον Νοέμβριο του 1958 και τέσσερις Ομάδες Διαφώτισης, Ο.Δ., Γυναικών, αποτελούμενες από έξι μέλη η καθεμιά, με αρχηγό τη Σοφούλα Τακούση-Χοίρα. 

Υπεύθυνες κάθε ομάδας ήταν οι ακόλουθες:

Λούλα Λυσάνδρου-Τοφή (αδελφή του πατέρα μου), Φίσιερ Μυρούλα, Παττίχη Σοφία, Χρυσοστόμου-Λεωνίδου Βασούλα (Δημήτρη).

 

Αναμφισβήτητα, πολλές από τις αποστολές που αναλάμβαναν οι γυναίκες ήταν και επικίνδυνες, όπως η μεταφορά καταζητουμένων ή η διανομή φυλλαδίων.

Θα ήθελα να αναφέρω κάποια στοιχεία από τη δράση της Σοφούλας Χοίρα, που έφυγε πέρυσι. Δυναμική και πρωτοπόρα, έμαθε από νωρίς αυτοκίνητο και μετέφερε μηνύματα στη Λευκωσία, έχοντας συνήθως μαζί της και τη Σοφία Παττίχη. Έβαζε και τον γιο της, τον Κυριάκο, στο αυτοκίνητο στο πίσω μέρος, ένα παιδάκι που όταν άρχισε ο αγώνας ήταν ενός έτους, τάχα μου ότι ήταν άρρωστος και τον έπαιρναν στη Λευκωσία στον παιδίατρο. Άνετες οι δύο κυρίες, αν τους σταματούσαν άγγλοι στρατιώτες, η Σοφούλα, η οποία φοίτησε στις Καλογριές στη Λάρνακα, τους μιλούσε στα αγγλικά και τους εξηγούσε τον λόγο του ταξιδιού τους. Ήταν και καλλονή, οπόταν οι άβγαλτοι νεαροί στρατιώτες πίστευαν το παραμύθι της, κι έτσι περνούσε χωρίς κανένας καμία φορά να την υποψιαστεί. 

 

 

 

Επιπρόσθετα, η Σοφούλα διαδραμάτισε σημαντικότατο ρόλο στην αποθεραπεία του αγωνιστή Μιχαλάκη Τακούση, ξαδέλφου της, όταν τραυματίστηκε το 1956, μια βδομάδα πριν από την Αγία Εβδομάδα, σε εκπαίδευση στην περιοχή Παλιόκρεμμος. Κατά την εκπαίδευση, ένα περίστροφο εκπυρσοκρότησε κατά λάθος και τον τραυμάτισε στα δάκτυλα, τους γοφούς και την πλευρά. Έχανε πολύ αίμα. Τον μετέφεραν μέχρι το Σφαγείο και ήρθε ο Μιχαήλ Σπύρου Κκιρατζής που τον μετέφερε στο σπίτι του γερο-Ττιμή, όπου τον επισκέφτηκε ο κυβερνητικός γιατρός Χατζημηνάς, που του έδωσε τις πρώτες βοήθειες. 

Μετά από λίγες μέρες τον μετέφεραν στο σπίτι της Σοφούλας, όπου έμεινε περίπου έναν μήνα, κατά τη διάρκεια του οποίου τον επισκεπτόταν τακτικά ο γιατρός Χατζημηνάς. Εννοείται ότι η Σοφούλα τον περιποιόταν με κίνδυνο της ζωής της, αφού το σπίτι της ήταν στον κεντρικό δρόμο Λευκωσίας- Αποστόλου Ανδρέα. 

Μπορούμε να ξεχάσουμε τις γυναίκες οι οποίες συμμετείχαν μαζικά στη διαφώτιση, ιδιαιτέρως κατά την περίοδο της Παθητικής Αντίστασης; Διαφώτιζαν τον κόσμο ότι δεν έπρεπε να αγοράζει αγγλικά υφάσματα-κασμήρια, αλλά να υφαίνουν τα ρούχα τους. Έτσι, όλες οι υφάντριες ύφαιναν αλατζιές. 

Δεν θα μπορούσαμε, επίσης, να παραλείψουμε τις γυναίκες που είχαν κρησφύγετα στα σπίτια τους ή όσες φιλοξενούσαν καταζητούμενους αγωνιστές. 

Πέραν του ότι διέτρεχαν μεγάλο κίνδυνο και αυτές, οι οικογένειές τους και η περιουσία τους, είχαν επιπρόσθετη υποχρέωση να πλένουν, να ταΐζουν, να περιποιούνται τους αγωνιστές σαν παιδιά τους. Κρησφύγετα είχαν οι: 1) Ευθύμιος Κουρτέλλας και Κουλλού, 2) Χριστοφή Νικόλας και Σπυρού, 3) Χατζημαρκουλής Μάρκος και Ανδριανού και 4) Σοφοκλέους Σοφοκλής.

Αυτοί λέγονταν κουμπάροι και ασφαλώς διέτρεχαν μεγάλο κίνδυνο. 

Υπήρχαν και οι έκτακτοι κουμπάροι, γείτονες όσων είχαν κρησφύγετα, όπου περνούσαν κάποιες ώρες της μέρας τους οι καταζητούμενοι, όπως ο θείος μου Γεώργιος Καμιντζής και η θεία μου Χρυστάλλα, στο σπίτι των οποίων περνούσαν τη μέρα τους οι καταζητούμενοι που έμεναν στο κρησφύγετο του Νικολή και της Σπυρούς Χριστοφή. Εκεί ερχόταν και κάποιο από τα παρπερούθκια για να τους κουρέψει και να τους ξυρίσει.

Αναντίλεκτα, πρέπει να αναφέρουμε ότι οι γυναίκες σε περιόδους κέρφιου, αναλάμβαναν πολλές υπηρεσίες, όπως να μεταφέρουν τρόφιμα, να ράψουν ελληνικές σημαίες, να πλέξουν τρικά και γενικά να εμψυχώσουν τους αγωνιστές.

Το κρησφύγετο που φιλοξένησε τον Γρηγόρη Αυξεντίου

Μια άλλη περίπτωση γυναίκας που θα πρέπει να αναφερθεί είναι η κ. Γεωργία Κυριάκου Καζαμία η οποία φιλοξένησε στο σπίτι της τον Γρηγόρη Αυξεντίου, όταν αυτός θα έκανε την καταδρομική επιχείρηση κατά του αστυνομικού σταθμού Λευκονοίκου στις 4 Οκτωβρίου 1955, για να δώσει ένα μάθημα στον στρατάρχη Σερ Τζων Χάρντιγκ ο οποίος ερχόταν στο νησί για να εξαρθρώσει την Ε.Ο.Κ.Α. 

 

 

 

Στις 3 Οκτωβρίου έφτασαν στο σπίτι της και άναψε τον φούρνο με την αδελφή της, την Κυριακού Σολωμή Σούγλη, εξαιρετική νοικοκυρά, και έβαλαν οφτά και τους τάισαν. Περίμεναν να έρθει το αυτοκίνητο διαφυγής, και επειδή δεν ήρθε, η επιχείρηση αναβλήθηκε για την επόμενη μέρα. 

Ο Αυξεντίου, επειδή υπήρχε κέρφιου, τη συμβούλεψε να πετάξει τα φαγητά που έμειναν, να συγυρίσει τα πιάτα και την κουζίνα, ώστε να μην καταλάβουν οι στρατιώτες, αν έρθουν για έλεγχο, ότι είχε άλλα άτομα στο σπίτι της. Το βράδυ, όμως, αφού αναβλήθηκε η επιχείρηση, έπρεπε να τους ταΐσει. Παραπονέθηκε στον Αυξεντίου γιατί να τη βάλει να πετάξει τα φαγητά, αλλά εκείνος της είπε να τους κόψει καρπούζι με χαλούμι να φάνε. Η ίδια, όμως, προτίμησε να τους ετοιμάσει κοτόπουλο με μακαρόνια.

Η θεία Γιωρκού μού ανέφερε ότι μόλις μπήκε στην κουζίνα ο Γρηγόρης, αμέσως τον κατάλαβε και του είπε: «Είσαι ο Γρηγόρης Αυξεντίου». Αυτός γέλασε και καταρχάς αρνήθηκε, αλλά όταν αυτή επέμενε ότι τα δόντια του και το όλο παρουσιαστικό του της θύμιζαν τον Αυξεντίου, παραδέχτηκε ότι όντως αυτός ήταν, πράγμα που δεν συνάδει με έναν στρατιωτικό σε ανταρτοπόλεμο, γιατί μπορούσε να τη βασανίσουν οι Άγγλοι και να μαρτυρήσει. 

Η ίδια η θεία η Γιωρκού φιλοξένησε στο σπίτι της για έναν μήνα τον Στυλιανό Λένα, όταν ήρθε στο Λευκόνοικο για να δείξει στους αγωνιστές πώς να κατασκευάζουν βόμβες. Μιλά με πολλή συγκίνηση και σεβασμό γι’ αυτόν τον αγωνιστή, ο οποίος ήταν εξαιρετικό παιδί και πολύ ευγενής. Έπαιζε με τη μικρή κόρη της, και, όταν έλειπε ο σύζυγός της, αυτός κλεινόταν στο σαλόνι και διάβαζε. «Λυπήθηκα πολύ, όταν έμαθα ότι σκοτώθηκε», θα μας πει στη συνέντευξη που της πήραμε για την ετοιμασία του ντοκιμαντέρ μας «Λευκόνοικο …της Μεσαρκάς καμάριν». 

Άλλη μια περίπτωση γυναίκας που αξίζει να αναφέρω είναι η Δεσπούλα Σιόκκου-Παττίχη, η οποία περίμενε τον αρραβωνιαστικό της, ο οποίος ήταν καταζητούμενος, μέχρι το τέλος του αγώνα. Σε συνέντευξή της σε μένα το 2017, αναφέρει ότι η πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής της ήταν η μέρα που βγήκαν από τα κρησφύγετα οι καταζητούμενοι, μαζί και ο Κυριάκος της, και πήγαν στην Αρχιεπισκοπή.

Αναντίλεκτα, η πιο πονεμένη μάνα του Λευκονοίκου την περίοδο του Αγώνα ήταν η μάνα του ήρωα Λουκά Ιατρού, η χήρα Κουλλού, που δούλευε στον αλευρόμυλο του Δημήτρη Ιγνατίου, του Πήτρου, για να αναστήσει τα δύο αγόρια της που της άφησε ο άτυχος άντρας της που έχασε τη ζωή του στις μηχανές του αλευρόμυλου… 

Της είπαν ότι ο γιος της έπαθε ηλεκτροπληξία και τον μετέφεραν σε κλινική στη Λευκωσία. Πόσα άντεξε αυτή η γυναίκα! Από τη Λευκωσία, τον μετέφεραν στην Αθήνα κι από κει στην Αμερική. Γύρισε πίσω, καθισμένος στο αναπηρικό αμαξίδιό του και έζησε με πολλές ταλαιπωρίες άλλα δέκα χρόνια… Η μάνα πάντα δίπλα του. Αξίζει να μνημονεύσουμε και τις γυναίκες δύο θυμάτων του αγώνα: τη σύζυγο του Ζάνου και τη σύζυγο του Μπάκα, οι οποίες έπρεπε να ανασκουμπωθούν για να δουλέψουν να αναστήσουν τα παιδιά τους, αφού οι Άγγλοι σκότωσαν τον σύζυγο της πρώτης και ο Μπάκας σκοτώθηκε από βόμβα που ρίφθηκε εναντίον ενός Άγγλου αξιωματικού του οποίου ήταν οδηγός. Τι τράβηξαν για να μεγαλώσουν τα παιδιά τους! Η Κυπριακή Δημοκρατία απούσα!

Μια άλλη γυναίκα που έχασε τον σύζυγό της ήταν η …Πιττάκαρα, η οποία έμεινε χήρα, όταν οι Τουρκοκύπριοι της Σίντας σκότωσαν τον άντρα της, τον Θεόδωρο Αχιλλέως, κοντά στην Κοντέα, όταν επέστρεφε με τη μοτοσυκλέτα του από τη Δεκέλεια, όπου εργαζόταν ως γραμματειακό προσωπικό. 

Δεν θα μπορούσα να μη μνημονεύσω τις περιπτώσεις που οι άγγλοι στρατιώτες, κυρίως σε περίοδο  κέρφιου, έκαναν άνω κάτω τα σπίτια τους, μετακινούσαν κεραμίδια, αναποδογύριζαν τα πάντα, έβγαζαν τα μαρμαράκια, άνοιγαν τα ερμάρια και έριχναν τα ρούχα έξω, τα ξέσκιζαν, τους διέλυαν το σπίτι τους για να βρουν τεκμήρια της Ε.Ο.Κ.Α. ή αντάρτες. Στον πολυήμερο αποκλεισμό του Λευκονοίκου, από τις 12/12/1958 ως τις 20/12/1958, οι γυναίκες με εντολή της Αστυνομίας έβγαιναν μία ώρα το πρωί να ψωνίσουν για την οικογένειά τους.

Το λάβαρο στα χέρια των νεανίδων

Στις 28 Οκτωβρίου 1957, όπως κάθε χρόνο, «έγινε η καθιερωμένη για την εθνική επέτειο δοξολογία στον Ιερό Ναό Αρχαγγέλου. Τη δοξολογία ακολούθησε παρέλαση, η οποία όμως βρέθηκε αντιμέτωπη με στρατιωτική δύναμη που είχε καταλάβει τον χώρο μπροστά από την εκκλησία. Μόλις οι παρελαύνοντες συναντήθηκαν με τους στρατιώτες αναγκάστηκαν να σταματήσουν, οπότε οι στρατιώτες άρπαξαν το λάβαρο της Ο.Χ.Ε.Ν. Νεανίδων Λευκονοίκου, το οποίο κρατούσε η Μαρούλα Γ. Πρόσφυγα. Κατά τη στιγμή αυτή η παραστάτις Μυρούλα Ε. Κουρτέλλα απώθησε τους στρατιώτες και τους αφαίρεσε το λάβαρο και το έδωσε πάλι στα χέρια της Πρόσφυγα. Κατόπιν τούτου η παρέλαση ακολούθησε παρόδους και έφτασε στον χώρο μπροστά στην Α.Τ.Ε., όπου συναντήθηκε και πάλι με στρατιωτική δύναμη. Επακολούθησε άγριος λιθοβολισμός των στρατιωτών εκ μέρους των παρελαυνόντων, οι οποίοι είχαν ήδη συγκεντρώσει ποσότητα λίθων στις γύρω περιοχές».

Κάποιες μαθήτριες, επιπλέον, πρωτοστατούσαν σε πράξεις ρηξικέλευθες, όπως στην περίπτωση που διαδήλωσαν κατά του σχεδίου Μακμίλλαν, την 1η Οκτωβρίου 1958.

Κατά την ημέρα αυτή έγινε απεργία και διαδήλωση κατά της εφαρμογής του Αγγλοτουρκικού Σχεδίου. Ακολούθησε παρέλαση διά της κεντρικής οδού του χωριού η οποία κατευθύνθηκε στο οίκημα του Θ.Ο.Ι. «Απόστολος Βαρνάβας», όπου θα ψαλλόταν ο Εθνικός Ύμνος και θα ακολουθούσε διάλυση της παρέλασης. Μόλις έφτασε η παρέλαση στον χώρο μπροστά στον σύλλογο, κατέφθασε αστυνομική και στρατιωτική δύναμη, που διαρκώς πυροβολούσε για εκφοβισμό. Ένας αξιωματικός Άγγλος άρπαξε τη σημαία από τα χέρια του ιερέα Παπαμιχαήλ Κκουσή. Όταν συνέβηκε αυτό, η μαθήτρια Μυρούλα Ε. Κουρτέλλα επιτέθηκε με ορμή κατά του αξιωματικού και άρπαξε τη σημαία την οποία και έδωσε στον σημαιοφόρο ιερέα. Σε όλη τη διάρκεια της άγριας συμπλοκής οι στρατιώτες πυροβολούσαν συνεχώς για εκφοβισμό του πλήθους. Αλλά ματαιοπόνησαν. Και ντροπιασμένοι εγκατέλειψαν τον χώρο. Η αποτυχία τους να διαλύσουν τους διαδηλωτές ήταν παταγώδης».

Καταληκτικά, η δράση των μαθητριών και των πιο μεγάλων γυναικών στο Λευκόνοικο είναι πολύπλευρη, πολύμορφη, αξιόλογη και αξιοζήλευτη. Σχεδόν όλες οι μαθήτριες μα και οι νέες κοπέλες ήταν αναμεμειγμένες στον αγώνα για αποτίναξη του ξένου ζυγού, για ένωση και λευτεριά. Μέθυσαν με το όραμα της λευτεριάς και της Ελλάδας και δεν υπολόγιζαν τον κίνδυνο. Ως Δήμαρχος Λευκονοίκου και ως γυναίκα τις θαυμάζω και τις τιμώ. Πόσο θα ήθελα να ζω κι εγώ εκείνη την ηρωική εποχή!

 

 

 

*Δήμαρχος Λευκονοίκου

 Πρωτοστατούσαν οι μαθήτριες στην παθητική αντίσταση

Δεν θα μπορούσα να μην αναφέρω και την εξόρμηση της Α.Ν.Ε. της Καμιντζείου Ανωτέρας Σχολής Λευκονοίκου, την Κυριακή, 7/4/1958. Δύο λεωφορεία με αγόρια και κορίτσια μαζί με τον καθηγητή τους, τον κ. Παύλο Χατζημιχαήλ από την Ακανθού, περιόδευσαν στα χωριά Αφάνεια, Μουσουλίτα, Στρογγυλό, Βατυλή και Άσσια, με σκοπό την «εξύψωση του εθνικού φρονήματος των κατοίκων».

Τα παιδιά τραγουδούσαν «με ενθουσιασμό και πάθος τραγούδια λευτεριάς και αγάπης προς τη μάνα Ελλάδα. Οι καμπάνες των εκκλησιών κτυπούσαν χαρμόσυνα και ο κόσμος τα καμάρωνε και τα χειροκροτούσε. Στην πλατεία που καταλήξαμε εκτελέστηκε ένα πλούσιο καλλιτεχνικό πρόγραμμα εθνικού περιεχομένου».

Αξιοσημείωτη ήταν η προσφορά των μαθητριών στην ετοιμασία των φυλλαδίων. Όπως αναφέρει ο αγωνιστής Μιχαλάκης Τακούσης: «Τα πρώτα φυλλάδια που ρίχτηκαν στο Λευκόνοικο γράφτηκαν ιδιοχείρως και με σινική μελάνι από τις μαθήτριες του Γυμνασίου Λευκονοίκου. Αργότερα, εγώ και ο Λούης Αθανασίου κλέψαμε τον πολυγράφο του Γυμνασίου και τον πήραμε στο σπίτι του γερο-Ττιμή και τον χρησιμοποιούσαμε για την παραγωγή φυλλαδίων». Αναμφισβήτητα, οι μαθήτριες πρωτοστατούσαν και στις παρελάσεις με την ευκαιρία των εθνικών επετείων.