Βρισκόταν στο στάδιο της διαμόρφωσης το ρεπορτάζ με θέμα τη βία σε διάφορες μορφές που δέχονται γυναίκες, κορίτσια και παιδιά στη διάρκεια ένοπλων συγκρούσεων, είτε ως θύματα, είτε ως αυτόπτες μάρτυρες εγκλημάτων, με επίκεντρο την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974, αλλά και τον εμφύλιο πόλεμο που συνεχίζεται από το 2011 στη γειτονική Συρία, όταν ήρθε η είδηση του θανάτου της γνωστής ακτιβίστριας του αντικατοχικού αγώνα Έλλης Σταύρου από την Κερύνεια, την περασμένη Δευτέρα 12 Ιουνίου 2023 στα 96 της χρόνια.

Η κηδεία της έγινε την επομένη στο νέο κοιμητήριο Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στη Λευκωσία. Η  δήμαρχος Κερύνειας Ρίτα Ελισσαίου Κωμοδίκη, αναφέρεται μεταξύ άλλων σε ανακοίνωσή της «στον αγώνα που η Έλλη Σταύρου έδινε καθημερινά, για χρόνια ολόκληρα στα οδοφράγματα για να ενημερώνει τους τουρίστες που προσπαθούσαν να περάσουν τα οδοφράγματα, για την εισβολή, την κατοχή, την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Κερυνειωτών και όλων των προσφύγων και το αναφαίρετο δικαίωμα για επιστροφή στην κατεχόμενη γη μας». Θεωρήθηκε από τον υπογράφοντα απαραίτητη μια μικρή έστω αναφορά, για να τιμηθεί η μνήμη της «Έλλης της Κερύνειας, της μάνας του οδοφράγματος, της ασυμβίβαστης υπερμάχου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων», όπως ήταν γνωστή για δεκαετίες, πολύ περισσότερο γιατί υπήρξε στη διάρκεια του μαύρου καλοκαιριού του 1974 εγκλωβισμένη στο ξενοδοχείο «Dome» της Κερύνειας για 13 μήνες και αυτόπτης μάρτυρας εμπόλεμης βίας εναντίον αμάχων.

Γνωρίζοντας τα εγκλήματα από πρώτο χέρι

Όπως η ίδια η Έλλη Σταύρου ανέφερε σε δηλώσεις και δημόσιες τοποθετήσεις της, βίωσε από πρώτο χέρι την εγκληματική συμπεριφορά του τουρκικού στρατού εισβολής και τη συστηματική διάπραξη βασανιστηρίων και κακοποιήσεων σε βάρος Ελληνοκυπρίων, αλλά και κάποιων ξένων γυναικών που διέμεναν τότε στην Κερύνεια και στις γύρω κοινότητες και είχαν εγκλωβιστεί στην περιοχή μετά την κατάληψη της από τον τουρκικό στρατό. Είναι χαρακτηριστική η αποκάλυψη που έκανε σε ομιλία της σε εκδήλωση ομογενών στο Λονδίνο στις 15 Ιουλίου 1998, με θέμα τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κύπρο.
Αναφερόμενη στις εμπειρίες της από τις μέρες του εγκλωβισμού της στο «Dome», είπε ότι εκείνο το διάστημα «βιάστηκαν βάναυσα γυναίκες… και όχι μόνο νεαρές… Δεν θα ξεχάσω – πρόσθεσε – μια Βρετανίδα που κατοικούσε στο ιδιόκτητό της σπίτι στα Φτέρυχα, σύζυγο ανώτερου αξιωματικού και ηλικίας πέραν των 80 χρονών, που την έφεραν στο ξενοδοχείο με ακατάσχετη αιμορραγία, αποτέλεσμα των τουρκικών «περιποιήσεων» και που σε λίγες μέρες πέθανε». Μνημονεύουμε εδώ τη μαρτυρία της Έλλης Σταύρου, αφού αφορμή για το ρεπορτάζ είναι η αυριανή 19η Ιουνίου που έχει ορισθεί από τον ΟΗΕ ως «Διεθνής Ημέρα για την εξάλειψη της σεξoυαλικής βίας κατά τη διάρκεια των ενόπλων συγκρούσεων» («International Day for the elimination of sexuαl violence in conflict»). Η συγκεκριμένη ημερομηνία παραπέμπει στην απόφαση 1820 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ της 19ης Ιουνίου 2008, που αναγνώριζε για πρώτη φορά ότι «η σεξoυαλική βία είναι μια τακτική πολέμου και μια απειλή για την ειρήνη και τη σταθερότητα στον κόσμο». Είναι ιστορικά καταγραμμένο ότι οι βιασμοί εκατοντάδων Ελληνοκυπρίων γυναικών και κοριτσιών σε κατεχόμενες περιοχές στη διάρκεια της τουρκικής εισβολής το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 1974 από Τούρκους στρατιώτες, ήταν ένα έγκλημα οργανωμένο και προγραμματισμένο από τον τουρκικό στρατό.

>Η τραγική δολοφονία της 17χρονης στην Ταύρου

Ένα ιδιαίτερα ειδεχθές έγκλημα που διέπραξαν το καλοκαίρι του 1974 Τούρκοι στρατιώτες σε βάρος αθώων γυναικοπαίδων που είχαν εγκλωβιστεί στα χωριά τους κατά την προέλαση του στρατού των εισβολέων, είναι η εν ψυχρώ δολοφονία της 17χρονης Ανδρούλας Χριστοδούλου τον Αύγουστο 1974 στο χωριό της, την Ταύρου Καρπασίας, όταν αντιστάθηκε στην απόπειρα τους να τη βιάσουν.

Η δολοφονία της έγινε σε σπίτι στο κέντρο του χωριού όπου κατέφυγε η πολυμελής οικογένεια της, μπροστά στα μάτια της μητέρας της, της 19χρονης αδελφής της Γιαννούλας και άλλων πέντε μικρότερων αδελφιών της 16, 13, 8, 7 και 3 χρόνων. (Ο πατέρας της είχε πεθάνει πριν την εισβολή). Από το σπίτι απουσίαζε ο 20χρονος μεγαλύτερος αδελφός της που ήταν στρατιώτης και δύο μικρότεροι αδελφοί 14 και 11 χρόνων που είχαν περάσει στις ελεύθερες περιοχές, μετά την κατάληψη της Αμμοχώστου. Τα δύο αγόρια πήγαιναν σχολείο και διέμεναν στην Αμμόχωστο μαζί με την Ανδρούλα, που ήταν μαθήτρια του Β΄ Γυμνασίου Αμμοχώστου (Οικονομικού) και είχε επιστρέψει στο χωριό της μετά την πρώτη φάση της εισβολής και την εκεχειρία. Ο τουρκικός στρατός πήρε το άψυχο σώμα της κοπέλας και το έθαψε σε άγνωστο μέρος, με τα αδέλφια της να αναζητούν ακόμα τα οστά της, μισό αιώνα μετά…  Η μητέρα τους έχει πεθάνει στο μεταξύ στην προσφυγιά, με τον καημό της άγριας δολοφονίας της κόρης της και της εξαφάνισης της σορού της.

Μια εκτεταμένη, ακριβής περιγραφή του εγκλήματος, όπως το διηγήθηκε η Γιαννούλα Χριστοδούλου, περιλαμβάνεται στο βιβλίο με τίτλο «Κύριε βοήθα να θυμόμαστε», που εκδόθηκε το 2005, του συναδέλφου Χρήστου Χαραλάμπους, για πολλά χρόνια ανταποκριτή του «Φ» στη Λεμεσό. Η Γιαννούλα μίλησε για τη δολοφονία της αδελφής της και στη δημοσιογράφο του ΡΙΚ Αίμιλη Μιχαήλ στο πλαίσιο της εκπομπής της «Χρονογράφημα» που μεταδόθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2022. Στο κεφάλαιο με τίτλο «Εξόντωση ψυχής» του βιβλίου του, ο Χρήστος Χαραλάμπους μεταφέρει την αφήγηση της Γιαννούλας: «Έξω στην αυλή ακούστηκαν βαριά βήματα κι ο φόβος μας κυρίεψε από την αρχή. Στο άνοιγμα της πόρτας φάνηκε ένα γυαλιστερό ξυρισμένο κεφάλι όπου ξεχώριζαν κάπου στη μέση, δυο γκρίζες τρύπες, που κάθε άλλο παρά με μάτια ανθρώπου έμοιαζαν. Όταν μας είδε, γέλασε με ανατριχιαστική ικανοποίηση και θυμούμαι ως τώρα τα κιτρινισμένα δόντια του. Από το φόβο μας μαζευτήκαμε όλες οι κοπέλες σε μια γωνιά, αλλά δεν βρίσκαμε τη δύναμη να βγάλουμε φωνή. Πίσω από τη μάνα μας, φάνηκαν άλλοι δυο Τούρκοι στρατιώτες, το ίδιο άγριοι και χειρότεροι. Μας έβαλαν, μάνα και παιδιά, σε μια γωνιά της κάμαρης κι άρχισαν να πυροβολούν στο ταβάνι και τους τοίχους. Οι σουβάδες έπεφταν στα κεφάλια μας, με το φόβο μας να φτάνει στο αποκορύφωμα».

>Η απόπειρα βιασμού και ο φόνος

Είπε συνεχίζοντας την αφήγησή της η Γιαννούλα Χριστοδούλου: «Η καημένη η μάνα μου έκλαιγε και έσφιγγε πάνω της τα μωρά να τα προστατέψει, αλλά έβρισκε και το θάρρος και φώναζε στους γιουρούκκηδες. «Σκοτώστε με πρώτα εμένα», γύρισε και είπε στον ένα που φαινόταν πιο κακός απ’ όλους και τότε εκείνος κόλλησε το όπλο στο λαιμό της και τη φοβέρισε. Ύστερα ήρθε προς το μέρος μου κι αφού με άρπαξε από τα μαλλιά, γύρισε το κοντάκι και με κτύπησε στο μάγουλο. Άρχισε να τρέχει αίμα κι ένιωσα όλο μου το πρόσωπο να μουδιάζει…

Κάποια στιγμή, τους είδα που αλληλοκοιτάχτηκαν και γέλασαν με τρόπο που με έκανε να ανατριχιάσω. Με μια απότομη κίνηση ο ένας από τους γιουρούκκηδες πέταξε το όπλο του στον άλλο και άπλωσε το χέρι του ν’ αρπάξει την αδελφή μου την Ανδρούλα. Εκείνη αγκάλιασε τη μάνα μας από τη μέση και σφιγγόταν πάνω της. Έσφιγγε η μάνα μας στην αγκάλη της τα μωρά και με τα χέρια της προσπαθούσε να κάνει πέρα τον γιουρούκκη που ήθελε με το ζόρι ν’ αρπάξει την αδελφή μου. Ένας από τους Τούρκους άρπαξε την Ανδρούλα μας από τη μασχάλη, τη χώρισε από τον κόρφο της μάνας μας και την πέταξε στο πάτωμα. Η καημένη η αδελφή μου έφερε τα χέρια κι αγκάλιασε το κορμί της να το προστατέψει. Τα πόδια της είχαν μαζευτεί το ένα κολλητά στο άλλο και τα έσφιγγε, κατορθώνοντας να γλιτώσει την ατίμωση. Ο γιουρούκκης στάθηκε λίγο να την κοιτάζει κι έτσι ακίνητη όπως ήταν στο πάτωμα, τράβηξε το πιστόλι που είχε στην κόξα του, τέντωσε το δεξί του χέρι και δεν την άφησε να σηκωθεί. Πυροβόλησε μια φορά και το αίμα έτρεξε ποταμός από την κεφαλή της αδελφής μου κι έκανε λίμνη στα σανίδια… Κοπήκαν τα πόδια της μάνας μας, τραβούσε τα μαλλιά της και παούριζε και γονατιστή σύρθηκε κοντά στο παιδί της, αλλά ο γιουρούκκης, της έδωσε μια κλωτσιά και την πέταξε μακριά.

Ακούστηκε ύστερα δεύτερος πυροβολισμός και πρόλαβα να δω το όπλο του άλλου στρατιώτη που ακόμα ήταν στραμμένο στην Ανδρούλα και ξεκάπνιζε. Είχε πυροβολήσει την αδελφή μου στο πλευρό και την αποτέλειωσε. Το αίμα της που είχε πεταχτεί σε όλη την κάμαρη και τα κλάματα τα δικά μας που έσμιγαν με τα ανακαλητά της μάνας μας, μαρτυρούσαν το φονικό. Αφού μας μακέλεψαν οι γιουρούκκηδες, πετάχτηκαν από τη σκάλα και χάθηκαν. Δεν θυμούμαι πόση ώρα μείναμε μέσα στο σπίτι.

Ο Σωτηράκης μας που ήταν 7 χρονών, κατέβηκε τρέχοντας τη σκάλα και βγήκε στο δρόμο φωνάζοντας ότι σκότωσαν την Ανδρούλα. Τον πλησίασαν δυο Οηέδες Σουηδοί και έπιασε τον ένα από το χέρι και τον τραβούσε προς το σπίτι και τους έφερε στο ανώι και είδαν τη νεκρή αδελφή μου.

Σε λίγο άρχισαν να καταφθάνουν κάμποσοι στρατιώτες των Ηνωμένων Εθνών, μαζί με Τούρκους αξιωματικούς και Τουρκοκύπριους ζαπτιέδες. Αργότερα μας έβαλαν σε ένα αυτοκίνητο και από την Ταύρου, μας πήραν στη Γαλάτεια. Η Ανδρούλα μας, έμεινε πίσω…».

Σημειώνουμε ότι η Γαλάτεια είναι τουρκοκυπριακό χωριό κοντά στην Ταύρου και στη διάρκεια της εισβολής υπήρξε διοικητικό κέντρο για τον τουρκικό στρατό. Δεν είναι τυχαίο που οι Τούρκοι μετονόμασαν τη Γαλάτεια σε Mehmetcik, ονομασία που δίνεται στους Τούρκους στρατιώτες… Η οικογένεια της Ανδρούλας παρέμεινε εγκλωβισμένη στην κατεχόμενη Ταύρου μέχρι τον Φεβρουάριο 1976 που μητέρα και παιδιά μεταφέρθηκαν στις ελεύθερες περιοχές κι εγκαταστάθηκαν αρχικά σε εγκαταλελειμμένο σπίτι Τουρκοκυπρίων στο χωριό Αυδήμου και στη συνέχεια στον προσφυγικό συνοικισμό Αγίου Αθανασίου στη Λεμεσό.

Το κορίτσι από τη Συρία που χάθηκε στη νύχτα…

Ο υπογράφων γνώρισα την 21χρονη φοιτήτρια Χάιφα Αμπντουλαάλ (Haifa Abdoulaal) από τη Συρία πριν τέσσερα χρόνια, όταν ήταν 17 χρόνων μαθήτρια του Λυκείου Παλουριώτισσας. Εκείνη τη μέρα είχε αφηγηθεί – με καλά ελληνικά – σε εκδήλωση στο Πανεπιστήμιο  Frederick στη Λευκωσία, το εφιαλτικό οδοιπορικό της προσφυγιάς για την ίδια και την οικογένειά της τον Νοέμβρη 2011 από τη Συρία στην Τουρκία και από εκεί με βάρκα μέσω θαλάσσης στα κατεχόμενα και στη συνέχεια στις ελεύθερες περιοχές. Ήταν μόλις λίγους μήνες μετά το ξέσπασμα του καταστροφικού εμφύλιου πολέμου στη χώρα, που ακόμα συνεχίζεται. Η οικογένεια κατάγεται από την παραθαλάσσια πόλη Japleh στη μεσογειακή δυτική ακτή της Συρίας κοντά στη Λατάκεια, σε απόσταση μόλις 120 χιλιομέτρων από την Κύπρο. Η μαρτυρία της ήταν συγκλονιστική, ιδιαίτερα για το γεγονός ότι η 8χρονη τότε Χάιφα, είχε χαθεί μέσα στη νύχτα και είχε ξεμείνει στα κατεχόμενα για πολλές ώρες, ενώ οι γονείς της και τα δύο μικρότερα αδέλφια της 6 και 4 χρόνων, είχαν περάσει στις ελεύθερες περιοχές! (Στην Κύπρο γεννήθηκε αργότερα το μικρότερο παιδί της οικογένειας). 

Στη διάρκεια εκείνης της εκδήλωσης στο Frederick στις 16 Μαϊου 2019 που κάλυψα δημοσιογραφικά, είχε ανακοινωθεί από την Αλίκη Χατζηγεωργίου πρόεδρο του μη κερδοσκοπικού Ιδρύματος «ΖΩΗ κατά της Εμπόλεμης Βίας» (ZOE vs War Violence) και από τα άλλα μέλη του διοικητικού του συμβουλίου, περιλαμβανομένης της αντιπροέδρου Νατάσας Φρειδερίκου, η δημιουργία του Ιδρύματος, «με στόχο την αναγνώριση, καταδίκη και τερματισμό όλων των μορφών  βίας κατά γυναικών, κοριτσιών, παιδιών και ευάλωτων ατόμων, θυμάτων και μαρτύρων κατά τη  διάρκεια ένοπλων συρράξεων, όπως οι βιασμοί, η σεξουαλική εκμετάλλευση, η παρενόχληση, η κακοποίηση και η κάθε μορφή βίας που δέχονται γυναίκες, κορίτσια και παιδιά». Ξαναείδα τη Χάιφα την Παρασκευή 9 Ιουνίου 2023 στο πλαίσιο του ρεπορτάζ αυτού.

Μου είπε ότι φόρεσε τη μουσουλμανική μαντήλα τα τελευταία δύο χρόνια, «και είναι καθαρά δική της απόφαση και όχι οποιουδήποτε άλλου». Τα δύο αυτά χρόνια, φοιτά με υποτροφία στο Πανεπιστήμιο  Frederick, στο τμήμα Γραφικών Τεχνών, αφού έχει τελειώσει το Γυμνάσιο και το Λύκειο Παλλουριώτισσας με πολύ καλούς βαθμούς. «Ό,τι καλό πω για την κυρία Νατάσα Φρειδερίκου και για τον πατέρα της, θα είναι λίγο, γιατί μου έδωσαν την ευκαιρία να πραγματοποιήσω το όνειρο μου να σπουδάσω», παρατήρησε.

Έχει ακόμα δύο χρόνια πανεπιστημιακής φοίτησης και όπως ανέφερε στον «Φ», «επιδίωξή της είναι να τελειώσει τις σπουδές της, να εργαστεί και να ζήσει στην Κύπρο που τώρα είναι η πατρίδα της και την αγαπά για όλα όσα της πρόσφερε». Πρόσθεσε ότι «έχει ζήσει στην Κύπρο περισσότερα χρόνια από όσα έζησε στη Συρία και είναι δικαίωμα της ίδιας και της οικογένειας της, να της δοθεί επιτέλους η κυπριακή ταυτότητα και υπηκοότητα, για να μπορεί να ζήσει στον τόπο της με ελευθερία και ισοτιμία, όπως κάθε άλλος πολίτης της Κυπριακής Δημοκρατίας».

«Είμαι περήφανη για τη Χάιφα»

Ανέφερε τα εξής στον «Φ» η πρόεδρος του συμβουλίου του Πανεπιστημίου Frederick Νατάσα Φρειδερίκου: «Τη Χάιφα την είδα για πρώτη φορά τον Οκτώβρη 2018 στην εκπομπή 24 ΩΡΕΣ της τηλεόρασης Alpha Κύπρου. Τότε ήταν ακόμα μαθήτρια Λυκείου. Αυτό που χαρακτήριζε και χαρακτηρίζει το Πανεπιστήμιο Frederick διαχρονικά, είναι η ανθρωποκεντρική του προσέγγιση. Αυτή η προσέγγιση έχει τις ρίζες της στον πατέρα μου και ιδρυτή του Πανεπιστημίου μας, ο οποίος πίστευε βαθιά στη δύναμη της εκπαίδευσης.

Πίστευε ότι η εκπαίδευση έχει μετασχηματιστικό ρόλο στη ζωή κάποιου. Έχοντας το αυτό ως βασική μας αρχή, το Πανεπιστήμιο διαχρονικά στήριζε και στηρίζει πάρα πολλούς νέες και νέους για να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους με διάφορα προγράμματα υποτροφιών που προσφέρει, λαμβάνοντας υπόψη πολλά και διαφορετικά κριτήρια (ακαδημαϊκά, κοινωνικά, οικονομικά και άλλα). Όταν λοιπόν το 2018 ακούσαμε την ιστορία της Χάιφας και την επιθυμία της όταν μεγαλώσει να σπουδάσει και όταν αντιληφθήκαμε ότι μένει μόλις λίγη απόσταση μακριά από το Πανεπιστήμιό μας, επικοινωνήσαμε μαζί της και τη γνωρίσαμε. Εκείνη η γνωριμία έμελλε να σημαδεύσει τη ζωή μου. Το είπα πάρα πολλές φορές ότι οι φοιτητές μας είναι πηγή έμπνευσης για εμένα και η Χάιφα είναι σίγουρα μια από αυτές τις περιπτώσεις.

Τη Χάιφα τη χαρακτηρίζει το υπέροχο της χαμόγελο και η θετική της στάση για τη ζωή, παρόλες τις κακουχίες που βίωσε. Είναι από τα άτομα που είναι βαθιά ευγνώμονες για τη βοήθεια που της δόθηκε και δεν χάνει ευκαιρία για να εκφράσει αυτή την ευγνωμοσύνη. Της το είπα και της ίδιας, αλλά παίρνω και αυτή την ευκαιρία να το ξαναπώ, ότι είμαι ιδιαίτερα περήφανη γι’ αυτήν. Είμαι περήφανη για την απίστευτη προσπάθεια που καταβάλλει (είναι πάρα πολύ καλή φοιτήτρια). Από τη στιγμή που έλαβε την υποτροφία για να σπουδάσει στο Πανεπιστήμιο, έχει δείξει αποφασιστικότητα, αφοσίωση και ανεξάντλητη ενέργεια. Παρατηρώ τον τρόπο που αντιμετωπίζει τις σπουδές της και το πάθος που επενδύει σε κάθε μάθημα και κάθε νέα της πρόκληση. Η συνεχιζόμενη της προσπάθεια να μαθαίνει και να εξελίσσεται, προκαλεί θαυμασμό. Είμαι περήφανη που την έχω στη ζωή μου και είμαι μάρτυρας της εξέλιξής της».