Πειρατές οδηγοί ταξί χωρίς καμία άδεια και νομιμότητα διώκονται ποινικά για την παράνομη δραστηριότητά τους, αλλά τη γλυτώνουν ελλείψει μαρτυρίας.
Για την ακρίβεια, οι ποινικοί ανακριτές προωθούν τις υποθέσεις για καταχώρηση χωρίς, όμως, να εξασφαλίζουν το πιο σημαντικό: Τη μαρτυρία από τον πελάτη των κατηγορούμενων, στους οποίους προσφέρονται οι υπηρεσίες μεταφοράς.
Μοιραία οι υποθέσεις πέφτουν στα Δικαστήρια και οι «πειρατές» μπορούν να συνεχίζουν ανενόχλητοι να παρανομούν.
Αυτά που μόλις έχουμε καταγράψει και τα οποία προκαλούν εύλογα ερωτήματα, δεν αποτελούν απλώς προϊόν πληροφόρησης. Καταγράφονται σε ντοκουμέντα και δη επιστολογραφία μεταξύ της Νομικής Υπηρεσίας και της Αστυνομίας Κύπρου.
Μέσω των γραπτών θέσεων που έχουν ανταλλαγεί μεταξύ των δυο πλευρών και τα οποία φέρνει σήμερα στο φως της δημοσιότητας ο «Φ», καθίσταται σαφές πως ο τρόπος με τον οποίο τυγχάνουν χειρισμού πολλές τέτοιες υποθέσεις πέφτουν στο Δικαστήριο και κατά συνέπεια το φαινόμενο συνεχίζει να υφίσταται.
Πώς ήρθε στην επιφάνεια
Το όλο ζήτημα απασχόλησε τη Νομική Υπηρεσία τον περασμένο Μάρτιο, με αφορμή αίτημα κατηγορούμενου για υπόθεση παράνομης χρήσης μηχανοκίνητου οχήματος για τη μεταφορά επιβατών επ΄ αμοιβή.
Δικηγόρος της Δημοκρατίας στην οποία ανατέθηκε ο χειρισμός του θέματος συνέταξε σημείωμα και το απέστειλε στην Αστυνομία επισημαίνοντας αυτά τα κενά στο ανακριτικό έργο.
Στο σημείωμά της (14/3) που διαβιβάστηκε στην Αστυνομία αναφέρεται ότι σωρεία τέτοιων υποθέσεων, δηλαδή που αφορούν το αδίκημα της χρήσης μηχανοκίνητου οχήματος επ΄ αμοιβή, καταχωρούνται στα Επαρχιακά Δικαστήρια Παγκύπρια.
Διατυπώνει, ωστόσο, τη θέση ότι θα πρέπει να γίνεται «ενδελεχής έλεγχος» πριν την εισήγηση του εξεταστή της υπόθεσης/αστυνομικού ανακριτή για ποινική δίωξη του υπόπτου.
Κι αφού πρώτα επικαλείται νομολογία του 1971, επεξηγεί πως το ζητούμενο στη βάση αυτής είναι όπως κατά το ανακριτικό έργο επιχειρηθεί να καταδειχθεί πως η μεταφορά του επιβάτη από ένα πειρατή οδηγό ταξί έχει εμπορικό ή επιχειρηματικό χαρακτήρα.
Στη συνέχεια καταγράφει το αυτονόητο. Ότι δεν μπορεί να αποδειχθεί αυτό χωρίς τη μαρτυρία των επιβατών, οι οποίοι να δίδουν κατάθεση για την υπόθεση και να λένε το προφανές, πως κατέβαλαν αντίτιμο για την μεταφορά τους.
Να μην καταχωρείται
Η δικηγόρος της Δημοκρατίας, που υπογράφει το εν λόγω σημείωμα, καταγράφει τη θέση ότι αν δεν εντοπίζεται ο επιβάτης για να δώσει κατάθεση η υπόθεση δεν θα πρέπει να προωθείται από την Αστυνομία για ποινική δίωξη. Συμπληρώνει ότι χωρίς αυτή τη μαρτυρία θα είναι ορατός ο κίνδυνος απόρριψης της υπόθεσης λόγω αδυναμίας της απόδειξης.
Είναι προφανές ότι η υποβολή αιτήματος προς τον Γενικό Εισαγγελέα για αναστολή της ποινικής δίωξης κατηγορούμενου για συναφή υπόθεση, που ήταν και η αφορμή για την εξέταση του ζητήματος από τη Νομική Υπηρεσία, υπεβλήθη έχοντας την ίδια βάση. Ότι, δηλαδή, δεν υπήρχε επαρκής μαρτυρία, με την οποία να μπορεί να αποδειχθεί η υπόθεση σε βάρος του κατηγορούμενου προσώπου.
Μέσα Απριλίου η Αστυνομία
Η Αστυνομία στη βάση της πιο πάνω καθοδήγησης ενημέρωσε σχετικά τα μέλη της, μέσων των αστυνομικών διευθύνσεων επαρχιών, στα μέσα του περασμένου μήνα. Αρμόδιος αξιωματικός, αφού πρώτα καταγράφει τις παραμέτρους που επισημαίνονται από τη Νομική Υπηρεσία, καταλήγει προτρέποντας τα αστυνομικά στελέχη να μην προωθούν καμία υπόθεση για ποινική δίωξη αν δεν εξασφαλίζεται μαρτυρία από τον επιβάτη.
Η τελική απόφαση
Όπως είναι γνωστό όταν ολοκληρωθεί η ποινική διερεύνηση μιας υπόθεσης από έναν αστυνομικό ανακριτή, τότε ο σχετικός φάκελος με την εισήγηση του εξεταστή προωθείται στη Νομική Υπηρεσία. Ο Γενικός Εισαγγελέας, άλλωστε, είναι αυτός που έχει τον τελευταίο λόγο για άσκηση ή όχι ποινικής δίωξης.

Συνεχείς οι διαμαρτυρίες επαγγελματιών οδηγών ταξί
- Πέντε στα επτά ταξί είναι παράνομα, σύμφωνα με μαρτυρία που δόθηκε στη Βουλή τον περασμένο μήνα
Βάσει του περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμου του 1982 (9/1982), οι άδειες οδικής χρήσης για μεταφορά επιβατών χορηγούνται «για τη μεταφορά επιβατών αστικού ή αγροτικού ταξί με μίσθωση» και «για τη μεταφορά επιβατών υπεραστικού ταξί με κόμιστρο κατά επιβάτη».
Οι επαγγελματίες οδηγοί ταξί διαχρονικά κάνουν λόγο για «πειρατεία», αναφερόμενοι κυρίως στην παράνομη παροχή υπηρεσιών ταξί από άτομα ή εταιρείες που δεν διαθέτουν την απαραίτητη άδεια.
Συχνά μη αδειοδοτημένα οχήματα ή οδηγοί (χωρίς επαγγελματική άδεια ή ασφάλιση) μεταφέρουν επιβάτες επί πληρωμή.
Επιπλέον, οι επαγγελματίες καταγγέλλουν πως άτομα χρησιμοποιούν ιδιωτικά αυτοκίνητα για μεταφορά τουριστών ή ντόπιων, συχνά μέσω πλατφορμών ή κοινωνικών δικτύων.
Γίνεται, ακόμη, λόγος για ξένες εταιρείες ή πλατφόρμες που λειτουργούν εκτός ρυθμιστικού πλαισίου, ανταγωνιζόμενες τους νόμιμους ταξιτζήδες χωρίς να πληρώνουν φόρους ή τέλη.
Οι νόμιμοι οδηγοί ταξί κατά καιρούς έχουν προβεί σε διαμαρτυρίες με διάφορα μέσα, με το προφανές επιχείρημα ότι αυτή η παράνομη δραστηριότητα πλήττει τον τζίρο τους.
Όπως πολύ συχνά αναφέρουν, δημιουργείται αθέμιτος ανταγωνισμός, εξηγώντας πως αντιμετωπίζουν αυστηρούς ελέγχους και ότι έχουν κόστος στη συντήρηση του επαγγέλματός τους, ενώ οι «πειρατές» λειτουργούν ανεξέλεγκτα.
Θέτουν, παράλληλα, θέμα κινδύνου για την ασφάλεια των επιβατών, αφού οι παράνομοι οδηγοί δεν ελέγχονται ούτε ασφαλίζονται επαρκώς.
Στις 10 Απριλίου
Ενδεικτικά των όσων αναφέραμε πιο πάνω είναι και τα όσα ακούστηκαν στην κοινοβουλευτική επιτροπή Μεταφορών στις 10 Απριλίου. Εκπρόσωπος των οδηγών ταξί ανέφερε ενώπιον των βουλευτών-μελών της επιτροπής ότι πέντε στα επτά ταξί στη Λεμεσό είναι παράνομα. Έκανε λόγο και για περίπτωση οδηγού ταξί ο οποίος παρέσυρε πεζό σε διάβαση και εξακολουθεί να διενεργεί μεταφορές. Διατύπωσε και σοβαρότερους ισχυρισμούς σε βάρος «πειρατών» οδηγών ταξί, καθώς είπε πως κάποιοι απ΄ αυτούς κάνουν χρήση ναρκωτικών και στη συνέχεια μεταφέρουν παράνομα επιβάτες. Ταυτόχρονα, εξαπέλυσε πυρά κατά της Αστυνομίας για ολιγωρία στη διερεύνηση καταγγελιών.
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία που δόθηκαν στην συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής επιτροπής Μεταφορών τους πρώτους έξι μήνες του 2024 έγιναν 120 καταγγελίες για πειρατεία μετά από καταγγελίες. Πάντως, ανεξάρτητα με τις όποιες προσπάθειες, η κατάσταση δεν έχει αναστραφεί.