Η σεξουαλική παρενόχληση εργαζομένων είναι πραγματικότητα τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Η νομοθεσία φαίνεται ότι δεν προστατεύει τα θύματα και δεν εφαρμόζεται επαρκώς, ενώ παράλληλα προκύπτει και ζήτημα ασυνεννοησίας μεταξύ αρμόδιων υπηρεσιών. Αυτά καταγγέλθηκαν στην Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Βουλής κατά τη διάρκεια εξέτασης του θέματος «Παραβίαση των δικαιωμάτων θυμάτων στη δημόσια υπηρεσία λόγω ανεπαρκούς εφαρμογής του Κώδικα Πρακτικής για την Πρόληψη και Αντιμετώπιση της Παρενόχλησης και Σεξουαλικής Παρενόχλησης στην εργασία», το οποίο ενέγραψε η βουλευτής Αλεξάνδρα Ατταλίδου. Αφορμή της συζήτησης αποτέλεσαν και τα περιστατικά που πρόσφατα έφεραν στο φως δημοσιεύματα του «Φ», για σεξουαλική παρενόχληση λειτουργών του Υπουργείου Παιδείας από τον προϊστάμενό τους, ο οποίος δικαιώθηκε σε πειθαρχική έρευνα, προήχθη αλλά πλέον διώκεται ποινικά.

Όπως διεφάνη κατά τη διάρκεια της συζήτησης, τα περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης στην εργασία, τα οποία καταγγέλλονται είναι λιγοστά και οι εν λόγω καταγγελίες διασκορπισμένες σε διάφορες υπηρεσίες και τμήματα. Την ίδια στιγμή υπογραμμίζεται μια διαστρέβλωση στο χειρισμό που τυγχάνουν, καθώς υποβαθμίζεται η φύση του αδικήματος.

Είναι παράλογο η σεξουαλική παρενόχληση να αποτελεί ζήτημα εξωδικαστικού συμβιβασμού και ήταν εσφαλμένα που συμπεριλήφθηκε τέτοια πρόνοια στη νομοθεσία, υπογράμμισε εκ μέρους της Επιτροπής Ισότητας του Υπουργείου Εργασίας, η Ελένη Κουζούπη, για τον τρόπο που τυγχάνει χειρισμού το συγκεκριμένο αδίκημα στην εργασία. «Υπάρχουν διαφορετικές εργασιακές σχέσεις. Υπάρχουν πολλοί τομείς που είναι γκρίζες ζώνες», υπογράμμισε ανάμεσα σε άλλα. Από την πλευρά της Υπηρεσίας και εξαιτίας περιστατικών, αποφασίστηκε να γίνουν εκπαιδεύσεις για σκοπούς πρόληψης.

Από την πλευρά της Επιτρόπου Διοικήσεως, η Νάσια Διονυσίου, υπογράμμισε ότι «μας πήρε 15 χρόνια και μια καταδίκη για να θεσπίσουμε Κώδικά». Ωστόσο, είπε, ο Κώδικας δεν επιβάλει εξουσίες και αρμοδιότητές, δεν είναι νομοθεσία. «Απλώς ενημερώνει εργοδότες και εργαζόμενους. Δεν υπάρχει μια νέα διαδικασία», υπογράμμισε και υπέδειξε ότι η νομοθεσία είναι του 2022. Όταν κατατεθεί μια καταγγελία, είπε η κ. Διονυσίου, τότε -εφόσον είναι ελαφριάς μορφής και εφόσον το επιθυμεί το θύμα- μπορεί να βρεθεί λύση ενδοϋπηρεσιακά. «Αν διαφωνεί το θύμα, τότε ενεργοποιείται πειθαρχική διαδικασία», είπε.

Διαπιστώσαμε, είπε ακόμη, πως δεν αναγνωρίζονταν η σεξουαλική παρενόχληση στη δημόσια υπηρεσία και μετά από διαβήματα του γραφείου της Επιτρόπου, συμπεριλήφθηκε. Στο παρελθόν, είπε, είχε γίνει έρευνα για σεξουαλική παρενόχληση και όταν ζήτησαν τον φάκελο διαπίστωσαν πως δεν έχει γίνει σωστά η διερεύνηση με αποτέλεσμα να εισηγηθούν όπως διεξαχθεί πειθαρχική δίωξη. «Σε μια πρόσφατη καταγγελία εισηγηθήκαμε πειθαρχική δίωξη. Επίσης, είχαμε υποψίες πως δεν δόθηκαν με ορθό τρόπο οι μαρτυρίες και καλέσαμε τους μάρτυρες να δώσουν και σε εμάς μαρτυρία».

Σε σχέση με την πρόσφατη υπόθεση που εξετάζεται στο Υπουργείο Παιδείας, διερωτήθηκε η κ. Διονυσίου, «Πώς να προχωρήσουμε; Μας απαντούν από το Υπουργείο Παιδείας ότι αναμένουν τη θέση της Νομικής Υπηρεσίας. Όμως, αυτή τη στιγμή παραβιάζεται η νομοθεσία και το Υπουργείο διαπράττει αδίκημα», είπε.  «Νιώθουμε ότι αντιμετωπίζουμε κενά ή αδυναμίες του συστήματος», είπε ακόμη και πρόσθεσε πως δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι έχουν γίνει και ενέργειες.

Από την πλευρά της Αστυνομίας αναφέρθηκε ότιυπάρχουν διαδικασίες που τρέχουν και υπάρχουν καταδίκες, ακόμη και ποινή φυλάκισης για σεξουαλική κακοποίηση στην εργασία. Αναφέρθηκε, δε, ότι η σεξουαλική παρενόχληση ενσωματώθηκε στον Κώδικα της Αστυνομίας και πλέον συνιστά πειθαρχικό αδίκημα. Όσον αφορά καταγγελίες στην Αστυνομία, αναφέρθηκε ότι έγιναν δύο το καλοκαίρι του 2024.

Γιάννης Παναγιώτου: «Δεν είναι όλες οι υποθέσεις ίδιες»

«Αν τα θύματα μένουν εκτεθειμένα, τότε απέτυχε η πολιτική», υπογράμμισε ο Υπουργός Εργασίας, Γιάννης Παναγιώτου και πρόσθεσε την πεποίθησή του ότι κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση και θα έχουν τα επιθυμητά αποτελέσματα το συντομότερο.

«Να μην κατηγορούμε το πλαίσιο που είναι σε ισχύ. Είναι άλλος ο ποινικός κώδικας, άλλη η εργασιακή νομοθεσία. Δεν πρέπει να πληγεί το ένα ή το άλλο. Δεν είναι όλες οι υποθέσεις ίδιες. Πρέπει όλοι μαζί να προστατέψουμε τις διαδικασίες που είναι σε ισχύ για να τις βελτιώσουμε. Και να μην δημιουργήσουμε αμφιβολίες στα θύματα για τη βούληση που υπάρχει, να τα προστατέψουμε», ανέφερε σε άλλο σημείο.

Ο Υπουργός, είπε επίσης, πως στόχος είναι η εφαρμογή της νομοθεσίας, ώστε να διασφαλίζεται ένα ασφαλές περιβάλλον εργασίας για όλους. Η σεξουαλική παρενόχληση έχει σχέση με το φύλο και για αυτό έχει και σημασία η αλλαγή κουλτούρας, επεσήμανε. Σήμερα, είπε, βρίσκεται στην εργασία το 80% των πολιτών. Αυτό επιτυγχάνεται με την ένταξη των γυναικών στην αγορά, με το ποσοστό τους να ανέρχεται στο 75% σήμερα, δηλαδή αρκετές μονάδες μεγαλύτερο σε σχέση με το παρελθόν.

Έχουν γίνει σημαντικά βήματα, χρειάζεται να γίνουν και άλλα πιο επισταμένα, ώστε να διασφαλιστεί το συναίσθημα ασφάλειας στην εργασία, είπε. Όσον αφορά στα περιστατικά, ο Υπουργός ανέφερε πως η επιβολή στοιχείων με σκοπό τη διεξαγωγή έρευνας από τους επιθεωρητές του Υπουργείου Εργασίας είναι υποχρεωτική με βάση τη νομοθεσία και σε αντίθετη περίπτωση προβλέπονται ποινές αν κάποιος παραβλέπει ή παρεμποδίζει να κατατεθεί στοιχείο ή έγγραφο σε σχέση με καταγγελία. «Δεν έχω υπόψη μου υπόθεση, η οποία να βρίσκεται υπό εξέταση και να έχει ελλιπή φάκελο», είπε ο κ. Παναγιώτου. 

Ο Υπουργός διέταξε, όπως είπε ο κ. Παναγιώτου, να διεξαχθεί έρευνα σε σχέση με τον χειρισμό που τυγχάνουν οι καταγγελίες σεξουαλικής παρενόχλησης στην εργασία. 

Από την πλευρά του, ο διευθυντής του Τμήματος Εργασίας, Αλέξανδρος Αλεξάνδρου σημείωσε ότι σε διάστημα τριών ετών έχουν λάβει 10 καταγγελίες. Συγκεκριμένα, το 2022 έλαβαν τέσσερις καταγγελίες, το 2023 μία και το  2024 έλαβαν πέντε. «Όλες έχουν διερευνηθεί», υπογράμμισε.

Εκ μέρους του Υπουργείου Παιδείας, η λειτουργός Λίζα Λοΐζου, ανέφερε ότι λειτουργούν στο πλαίσιο των διαδικασιών όταν λαμβάνουν κάποια καταγγελία. «Αν το Τμήμα Επιθεώρησης Εργασίας μας ζητά το φάκελο της υπόθεσης, πρέπει να λάβουμε γνωμάτευση από τη Νομική Υπηρεσία, διότι εμπεριέχονται προσωπικά δεδομένα», υπογράμμισε.

Απροστάτευτα τα θύματα σύμφωνα με τις οργανώσεις

Δαιδαλώδεις είναι οι διαδικασίες για τα θύματα, κατήγγειλε στη διάρκεια της συζήτησης η εκπρόσωπος της ΠΑΣΥΔΥ. Την προστασία των εργαζομένων ζήτησε εκπρόσωπος της οργάνωσης Ισότητα. Από την πλευρά της ΣΕΚ, υπογραμμίστηκε πως δεν έλαβαν καμία καταγγελία, ειδάλλως θα είχαν αποταθεί στο υπουργείο Εργασίας. Εκ μέρους της ΠΟΓΟ αναφέρθηκε πως υπάρχουν Κώδικες και Νομοθεσία που δεν εφαρμόζεται. Εκ μέρους του Μεσογειακού Ινστιτούτου Μελετών Κοινωνικού Φύλου, η Χριστίνα Καϊλή, επεσήμανε πως πρέπει να εκσυγχρονιστεί η διαδικασία και να δημιουργηθεί πρωτόκολλο.

Καταδικάζουν οι βουλευτές

Ο βουλευτής του ΑΚΕΛ και αντιπρόεδρος της Επιτροπής, Γιώργος Κουκουμάς, αναφέρθηκε σε παρενοχλητικά μηνύματα, για αγγίγματα ακόμη και κάποιο ανεπιθύμητο φιλί. Όπως είπε, η σεξουαλική παρενόχληση στην εργασία είναι μια μορφή έμφυλης βίας και διάκρισης.

Η βουλευτής Αλεξάνδρα Ατταλίδου, υπογράμμισε πως η σεξουαλική παρενόχληση είναι η χειρότερη μορφή παρενόχλησης στην εργασία. Αυτό που χρειάζεται, είπε, είναι η διασφάλιση ότι τα θύματα μπορούν να καταγγείλουν απολαμβάνοντας την ασφάλεια ότι δεν θα αντιμετωπίσουν αντίποινα για την καταγγελία τους. Τον Αύγουστο του 2024, ανέφερε, η κ. Ατταλίδου, κατέθεσε ερωτήματα προς το υπουργείο Εργασίας, στο πλαίσιο  κοινοβουλευτικού ελέγχου, ωστόσο δεν έλαβε ξεκάθαρες απαντήσεις.

Η βουλευτής Ρίτα Σούπερμαν, αναφέρθηκε σε ένα πολύ σοβαρό ζήτημα για το οποίο έχουν γίνει ενέργειες. Ωστόσο, είπε, υπάρχει χάσμα μεταξύ της νομοθεσίας και της εφαρμογής της. «Δεν πρέπει να υπάρχουν καθυστερήσεις στη διαδικασία απονομής της δικαιοσύνης». Διερωτήθηκε, ακόμη, πώς είναι δυνατόν η σεξουαλική παρενόχληση να μην αντιμετωπίζεται ως ποινικό αδίκημα από την πρώτη στιγμή.