Εφτά κυπριακές εταιρείες, που ασχολούνται με την κατασκευή τούβλων και κεραμιδιών στις ελεύθερες περιοχές, καταχώρησαν το 2009 αγωγή κατά της Δημοκρατίας ζητώντας αποζημιώσεις για παραβίαση των δικαιωμάτων τους για ίση μεταχείριση, λόγω της μη υποβολής σε ελέγχους των τούβλων που έρχονται από τις κατεχόμενες περιοχές. Αξίωσαν επίσης διάταγμα με το οποίο «να απαγορεύει στον Γενικό Εισαγγελέα ή και διά αντιπροσώπων ή και διά προσώπων που βρίσκονται υπό την ευθύνη του, από την συνέχιση της παράβασης των συνταγματικών ατομικών δικαιωμάτων των Εναγόντων». Τέλος, ζήτησαν γενικές και ειδικές αποζημιώσεις «για τη ζημία την οποία υπέστησαν» αφού όπως ανέφεραν στο δικόγραφα, «μέχρι τον Μάϊο του 2009 είχαν διακινηθεί από τις κατεχόμενες περιοχές τούβλα συνολικής αξίας περί τα €95.000».

Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, που εκδίκασε την αγωγή, την απέρριψε αφού έκρινε ότι οι αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας διασφαλίζουν ότι τα εμπορεύματα που διέρχονται από τη γραμμή τηρούν τους κανόνες της ΕΚ σε θέματα υγείας, ασφάλειας, προστασίας του περιβάλλοντος και των καταναλωτών καθώς και όσον αφορά την απαγόρευση της εισόδου εμπορευμάτων παραποίησης/απομίμησης και πειρατικών εμπορευμάτων.

Πέντε από τις εφτά εταιρείες εφεσίβαλαν την πρωτόδικη απόφαση και το Ανώτατο Δικαστήριο σε δευτεροβάθμια διαδικασία απέρριψε την έφεση, ευθυγραμμιζόμενο με την απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας.

Κατά την έφεση οι εταιρείες Κεραμοποιεία Παλαικύθρου (ΚΑΠΑ) ΛΤΔ, Επιχειρήσεις Μέλιος και Παφίτης ΛΤΔ, Κεραμείο Κακογιάννης ΛΤΔ, Ηνωμένα Τουβλοποιεία ΛΤΔ και  Ledra Brick Factory LTD, παραπονούνταν για τη μη άσκηση ελέγχου «του κατεχόμενου εργοστασίου παραγωγής τούβλων από τη Δημοκρατία».

Ο Γενικός Εισαγγελέας, όσον αφορά στο θέμα της αντιμετώπισης εμπορευμάτων που προέρχονται από τις περιοχές οι οποίες βρίσκονται εκτός του αποτελεσματικού ελέγχου της Κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας, είχε δικογραφήσει πως αυτό καλύπτεται «από τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 866/2004 του Συμβουλίου για το καθεστώς βάσει του άρθρου 2 του Πρωτοκόλλου αριθ. 10 της Πράξης Προσχώρησης της Κύπρου στην Ε.Ε. (καλούμενο «Κανονισμό της Πράσινης Γραμμής»), όπως και από τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθμ. 1480/2004 της Επιτροπής, για τον καθορισμό ειδικών κανόνων όσον αφορά τα εμπορεύματα που εισέρχονται από τις περιοχές που ευρίσκονται εκτός του αποτελεσματικού ελέγχου της Κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας, στις περιοχές στις οποίες η Κυβέρνηση ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο».

Είχε ακόμη δικογραφήσει ότι η υποχρέωση της Κυπριακής Δημοκρατίας εξαντλείται στον έλεγχο των εμπορευμάτων και όχι της διαδικασίας παραγωγής τους σε εργοστάσια τα οποία βρίσκονται σε περιοχές εκτός του αποτελεσματικού ελέγχου της Κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Στη δίκη είχε καταθέσει πολιτικός μηχανικός στο Υπουργείο Εσωτερικών, σύμφωνα με την οποία για τα δομικά προϊόντα που διέρχονται από τις περιοχές στις οποίες η Κυπριακή Δημοκρατία δεν ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο, υπάρχει συγκεκριμένη πρακτική που ακολουθείται για την εποπτεία των εν λόγω προϊόντων. Τα προϊόντα υπόκεινται σε εργαστηριακό έλεγχο ή σε έλεγχο στη βάση εγγράφων ή και στα δύο, κατέθεσε.

Το Ανώτατο Δικαστήριο διαφώνησε με τη θέση των εταιρειών τονίζοντας στην απόφασή του: «με τον προσήκοντα σεβασμό, δεν μπορούμε να αντιληφθούμε πώς η Κυπριακή Δημοκρατία παραβιάζει εν προκειμένω την αρχή της ισότητας εις βάρος των εφεσειουσών. Τα εργοστάσια που παράγουν τα τούβλα στις κατεχόμενες περιοχές, είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι δεν μπορούν να ελεγχθούν από τις αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως συμβαίνει με τα εργοστάσια που λειτουργούν στις περιοχές που ελέγχονται από την Κυπριακή Δημοκρατία.

Με άλλα λόγια, τονίζουν οι τρεις δικαστές του Ανωτάτου, δεν βρισκόμαστε μπροστά σε δύο ίδιες κατηγορίες εργοστασίων οι οποίες αντιμετωπίζουν διαφορετική αντιμετώπιση από τις αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αντιλαμβανόμαστε πως η θέση των εφεσειουσών δεν είναι πως και τα δικά τους εργοστάσια παραγωγής τούβλων δεν θα πρέπει να ελέγχονται για σκοπούς ισότητας. Περαιτέρω, όλα τα δομικά προϊόντα των εργοστασίων που παράγονται στις κατεχόμενες περιοχές, όταν πρόκειται να μεταφερθούν στις ελεύθερες περιοχές, μπορούν να ελεγχθούν, και ελέγχονται, από τις αρμόδιες αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας».

Μετά το εύρημα αυτό το Δικαστήριο απέρριψε την έφεση και των πέντε εταιρειών.