Ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Χακάν Φιντάν, δήλωσε ότι το αμερικανικό Κογκρέσο έχει μπλοκάρει την αδειοδότηση για την εξαγωγή κινητήρων που προορίζονται για το μαχητικό αεροσκάφος πέμπτης γενιάς Kaan, προκαλώντας νέες καθυστερήσεις στο φιλόδοξο πρόγραμμα της Άγκυρας.
Σε συνέντευξη Τύπου στη Νέα Υόρκη, όπου συμμετέχει στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, ο Φιντάν τόνισε ότι «οι άδειες πρέπει να εγκριθούν και οι κινητήρες να παραδοθούν ώστε να μπορέσει να ξεκινήσει η παραγωγή του KAAN», επισημαίνοντας ότι η διαδικασία παραμένει σε εκκρεμότητα. «Οι άδειες έχουν μπλοκάρει», σημείωσε χαρακτηριστικά, ενώ συμπλήρωσε με τη φράση «Όσο αναπνέουμε, υπάρχει πάντα ελπίδα» για να καταδείξει την αποφασιστικότητα της Τουρκίας να συνεχίσει το πρόγραμμα.
Η Άγκυρα θεωρεί το Kaan κομβικό για την αμυντική της βιομηχανία και για την επιδίωξη στρατηγικής απεξάρτησης από ξένες προμήθειες. Ωστόσο, η έλλειψη κινητήρων αποτελεί κρίσιμο εμπόδιο, καθυστερώντας την επιχειρησιακή αξιοποίηση. Το νέο πρωτότυπο του αεροσκάφους, αναγνωρισμένο ως P1, εντοπίστηκε σε στάδιο συναρμολόγησης στις εγκαταστάσεις της TUSAŞ/TAI και αναμένεται να πραγματοποιήσει την πρώτη του πτήση το 2026.
Η δημοσιοποίηση του δεύτερου πρωτοτύπου συνέπεσε με την επίσκεψη του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις ΗΠΑ, όπου συναντήθηκε στις 25 Σεπτεμβρίου με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ. Ο τελευταίος πρότεινε κίνητρα για την επανένταξη της Τουρκίας στο πρόγραμμα του F-35A, εφόσον η Άγκυρα δεσμευτεί να τερματίσει τις αγορές ρωσικού πετρελαίου. Ο Τραμπ δήλωσε ότι είναι έτοιμος να εξετάσει την άρση κυρώσεων, προκειμένου η Τουρκία να μπορέσει να αποκτήσει ξανά τα προηγμένα αεροσκάφη.
Η Τουρκία είχε αποκλειστεί από το πρόγραμμα F-35 το 2020, στην πρώτη θητεία Τραμπ, ως απάντηση στην αγορά του ρωσικού συστήματος S-400, που θεωρήθηκε απειλή για την ασφάλεια του F-35.
Σύμφωνα με αναλυτές, η πρόοδος με το Kaan θα μπορούσε να μεταβάλει τις ισορροπίες με την Ουάσιγκτον, καθώς η ανάπτυξη εγχώριου μαχητικού πέμπτης γενιάς μειώνει την εξάρτηση της Άγκυρας από αμερικανικά οπλικά συστήματα και ενισχύει τη διαπραγματευτική της θέση.