Από τα ευτυχισμένα παιδικά χρόνια μέχρι την τουρκική εισβολή και τον αγνοούμενο πατέρα και από τη χρυσή δισκογραφική περίοδο στην Ελλάδα μέχρι τον ερχομό της κόρης της στον κόσμο, η αγαπημένη ερμηνεύτρια με δικά της λόγια.
Η ευτυχισμένη οικογένεια: Τα πρώτα χρόνια της ζωής μου ήταν πολύ όμορφα. Γεννήθηκα στη Λευκωσία. Ο μπαμπάς μου είχε μία εταιρεία λεωφορείων στο Καϊμακλί. Επειδή έπαιζε φυσαρμόνικα, καθημερινά μας μάζευε και τα πέντε παιδιά του να παίξουμε μουσική και να τραγουδήσουμε. Ο αδελφός μου ο Πανίκος ξεκίνησε την πορεία του ως τραγουδιστής στις αρχές του ’70. Μάλιστα, κοντά του έκανα την πρώτη δημόσια εμφάνισή μου ως ερμηνεύτρια στην Κερύνεια. Ημασταν μία πολύ ευτυχισμένη οικογένεια, μέχρι τη στιγμή που ξέσπασε ο πόλεμος και χάθηκε ο πατέρας μου.

Η τουρκική εισβολή: Θυμάμαι την ημέρα που ακούστηκαν οι σειρήνες στη Λευκωσία. Τα αεροπλάνα βομβάρδιζαν το στρατόπεδο δίπλα μας. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον φόβο που ένιωσα. Η μονοκατοικία μας βρισκόταν στην Πράσινη Γραμμή. Οι πυροβολισμοί ήταν συνεχείς. Οι θείοι μου κατατάγηκαν στον στρατό. Οι υπόλοιποι συγγενείς από την Κερύνεια ήρθαν στο σπίτι μας. Η πείνα ήταν τεράστια. Το γεμάτο καρπούζια φορτηγό ενός γείτονα, που απλόχερα μοίρασε, έσωσε τη συνοικία μας εκείνη την εβδομάδα. Κατά τη διάρκεια της ανακωχής πήγαμε με τον αδελφό μου στο χωριό Ασσια, κοντά στην Αμμόχωστο, θεωρώντας πως εκεί δεν υπήρχε κίνδυνος. Πού να φανταστούμε ότι θα ακολουθούσε δεύτερη εισβολή. Μέσα σε μισή ώρα οι Τούρκοι έφτασαν εκεί. Η σθεναρή αντίσταση των κατοίκων οδήγησε σε μεγάλη σφαγή. Ακούγαμε τις σφαίρες, βλέπαμε τα τανκς και εν μέσω πυροβολισμών με τη συνοδεία του ΟΗΕ πήγαμε σε έναν καταυλισμό που είχαν στήσει οι Εγγλέζοι. Με το που έμαθε ο πατέρας μου ότι έπεσε η Ασσια, έφυγε με τα υπόλοιπα αδέλφια μου και τον ξάδερφό μου να μας βρουν. Στο στρατόπεδο της Τύμπου τους σταμάτησαν οι Τούρκοι. Σκότωσαν τον ξάδερφό μου, πυροβόλησαν τον πατέρα μου και τον κράτησαν αιχμάλωτο μαζί με τα αδέλφια μου. Είμαστε μία από αυτές τις οικογένειες που βλέπεις στα αρχειακά βίντεο να κρατούν τις φωτογραφίες των αγνοούμενων συγγενών τους. Στεκόμασταν στο λιοπύρι στην πλατεία που βρισκόταν το άγαλμα του Σολωμού και στο σημείο όπου ήταν η ξενοδοχειακή σχολή στη Λευκωσία. Εμείς γεμίζαμε λεωφορεία και ελευθερώναμε Τούρκους αιχμαλώτους και εκείνοι με το ζόρι παρέδιδαν 30 ανθρώπους. Τα αδέλφια μου ελευθερώθηκαν έπειτα από τέσσερις ημέρες αιχμαλωσίας.
Μια άλλη Κύπρος: Πλέον, όταν πηγαίνω στην Κύπρο πληγώνομαι, γιατί βλέπω ότι μετά από 51 χρόνια έχουν αλλάξει ολοκληρωτικά οι άνθρωποι. Δεν μπορώ να ακούω νέους ανθρώπους να λένε: «Ξέρετε τι κάναμε εμείς στους Τουρκοκύπριους;». Δεν μπορώ να το δεχτώ. Οι Τούρκοι έκαναν εισβολή, σκότωσαν και βίασαν κόσμο. Υπάρχει παραπληροφόρηση, ειδικά στη νέα γενιά. Είναι σοκαριστικό!

Η «μάνα» Χαρούλα Αλεξίου: Λίγους μήνες μετά την εισβολή, η Χαρούλα Αλέξιου επισκέφτηκε την Κύπρο. Μας άκουσε ως ντουέτο μαζί με τον αδελφό μου τον Πανίκο σε μία εκδήλωση στην Πλατεία Ελευθερίας και μας είπε: «Αν σκεφτείτε ποτέ να έρθετε στην Ελλάδα, ελάτε να με βρείτε». Στα τέλη του 1975 συναντηθήκαμε στη Θεσσαλονίκη όπου εμφανιζόταν με τον Γιώργο Νταλάρα. «Θέλω να ακούσεις δύο παιδιά από την Κύπρο», του είπε. Μας έκανε ακρόαση και δουλέψαμε μαζί τους και με την Αννα Βίσση το 1976 στην μπουάτ «Θεμέλιο». Ενιωθα η πιο ευτυχισμένη της Γης. Η Χαρούλα ήταν πάρα πολύ ζεστή και υποστηρικτική. Μας φέρθηκε σαν μάνα. Το κλίμα των μπουάτ δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Γινόταν πραγματική τέχνη!
Ο μεγάλος έρωτας: Μετά τη συνεργασία με την Αλεξίου και τον Νταλάρα όλες οι πόρτες άνοιξαν. Ξεκίνησα να φοιτώ στη σχολή φωνητικής του Κλάβα, όπου και γνώρισα τον έρωτα στο πρόσωπο του δασκάλου Παναγιώτη Μαθιέλη. Αρχικά η σχέση μας ήταν φιλική. Ενιωθα ότι είχα έναν φίλο, έναν αδελφό, έναν πατέρα. Αυτά τα τρία στοιχεία με έκαναν να δεθώ τόσο πολύ μαζί του και στην πορεία να τον ερωτευτώ ολοκληρωτικά. Ηθελε να γίνει παραγωγός μου και ήταν πολύ άξιος. Ηταν επίσης υπέροχος συνθέτης και πρώτος ξάδερφος με τη Φλέρυ Νταντωνάκη, με την οποία συναντιόμασταν τη δεκαετία του ’80. Τραγουδούσαμε παρέα στο σπίτι με την κιθάρα μου. Ηταν οικογένεια! Μία εκφραστική και αληθινή γυναίκα, ένας βαθιά καλοσυνάτος άνθρωπος.

Η συνάντηση με τον Χατζή: Ηταν το 1980, κάναμε συναυλίες παρέα, ενώ εκείνος προετοίμαζε τον δίσκο «Το Ταμ ταμ» όπου επρόκειτο να τραγουδήσω. Ξαφνικά αποφασίστηκε να ερμηνεύσει τα κομμάτια η Μαρινέλλα. Μετά από πολλά χρόνια, στο αφιέρωμα για τα 30 χρόνια καριέρας μου στο Κατράκειο, ο Κώστας Χατζής μου είπε: «Νιώθω πολύ άσχημα που τότε δεν είπες τα τραγούδια». Μάλιστα, μοιράστηκε με το κοινό την ιστορία και τα ερμηνεύσαμε μαζί.
Η Eurovision: Το ’83 ο Σταύρος Σιδεράς μου ζήτησε να συμμετάσχω στη Eurovision με το τραγούδι «Η αγάπη ακόμα ζει» που ερμηνεύσαμε παρέα. Ξαφνικά, από τα μαγαζιά της Αθήνας βρεθήκαμε με τις κιθάρες μας στον διαγωνισμό. Γνωριστήκαμε και με τον Τζόνι Λόγκαν που ήταν εξαιρετικός. Το τραγούδι μας δεν πήγε στις πρώτες θέσεις, όμως η επιτυχία του κρατά μέχρι σήμερα αν σκεφτείς ότι έχει ενταχθεί στο ρεπερτόριο χορωδιών σε πολλά σχολεία της Κύπρου. Δεκατέσσερα χρόνια αργότερα ξαναβρέθηκα στη Eurovision με το τραγούδι «Μάνα μου», που έγραψα εγώ και ερμήνευσαν τα αδέλφια μου Αντρος και Χαρά Κωνσταντίνου. Γυρίσαμε από την Ιρλανδία πολύ συγκινημένοι και περήφανοι έχοντας λάβει την πέμπτη θέση για το νησί μας.

Η Μαρινέλλα, η Βίσση & η κόντρα: Μετά τη Eurovision του ’83 συνεργάστηκα με τη Μαρινέλλα σε ένα φανταστικό σχήμα που ξεκίνησε στη Θεσσαλονίκη. Ημασταν πέντε γυναίκες. Εκείνη, η Βίκυ Μοσχολιού, η Αννα Βίσση, η Δώρα Στέρη κι εγώ. Στη σκηνή γίνονταν χαμός. Θυμάμαι πως όλες μαζί κάναμε τις αδελφές Τατά. Η Μαρινέλλα ήταν πρωτοπόρος. Μου έλεγε: «Εχεις τα φόντα να κάνεις καριέρα. Θέλω να βγαίνεις και να βλέπεις πώς είμαι στη σκηνή». Με στήριξε πολύ. Κάναμε και ντουέτο το τραγούδι της «Μπορεί». Με τη Βίσση υπήρξε μία προστριβή – βέβαια αυτά πια έχουν περάσει. Τότε έβγαζε το «Δώδεκα». Ενώ η Μαρινέλλα με αβαντζάριζε και αποφάσισε να φωτογραφηθούμε οι πέντε μαζί, από το team της Βίσση υπήρξε αντίδραση και η φωτογράφηση έγινε ξανά με τα τρία μεγάλα ονόματα.
Το άφησα από τότε πίσω μου. Είναι λογικό όταν οι καλλιτέχνες παλεύουν να κάνουν καριέρα να υπάρχουν και κάποιες κόντρες.
Οι «Θάλασσες»: Το 1987 υπέγραψα τελικά συμβόλαιο με τη Lyra και ο Κυριάκος Μαραβέλιας ήθελε να κάνουμε με τον Μάριο Τόκα και τον Σαράντη Αλιβιζάτο τον πρώτο μου δίσκο. Τελευταίο τραγούδι ήταν το «Αγγελέ μου και φονιά», αλλά ήταν το πρώτο που έκανε γκελ στο κοινό. Ο δίσκος «Τραγούδια για την Κωνσταντίνα» έγινε χρυσός, ενώ πολλά από τα κομμάτια, όπως οι «Θάλασσες», διασκευάστηκαν από σημαντικούς καλλιτέχνες, όπως οι Μητροπάνος, Πάριος, Βοσκόπουλος, Χατζής, Κούκα.

Η χρυσή 3ετία: Αρχές του ’90 ξεκίνησα στο «Diogenis Palace». Μεταξύ άλλων, είχα την τεράστια τιμή να συνεργαστώ με τις τρεις θεές του λαϊκού τραγουδιού, τις Μαίρη Λίντα, Πόλυ Πάνου και Καίτη Γκρέυ. Η Ιστορία υποδεχόταν το νέο αίμα. Με αγαπούσαν και οι τρεις. Σκοτωνόντουσαν επίσης μεταξύ τους για τις θέσεις, τα τραγούδια. Ξέρεις, όμως, πάντα συμβαίνει κάτι μαγικό: όσο και να μην τα βρίσκουν οι καλλιτέχνες, όταν βγαίνουν στη σκηνή ξεχνούν τα πάντα!
Το «φλερτ» με τον Τσοβόλα: Με τον Δημήτρη Τσοβόλα δεν υπήρξε φλερτ. Ηταν κατασκευασμένο από τους δημοσιογράφους. Ο Τσοβόλας ερχόταν συχνά όπου τραγουδούσα επειδή ήταν θαυμαστής. Μία φορά ήρθε στον «Διογένη» με τη γυναίκα του. Βγαίνω στη σκηνή και παρατηρώ τον κόσμο να κοιτά μία εμένα, μία εκείνον για να κόψουν αντιδράσεις. Πήγα κοντά, εκείνος μου έδωσε ένα λουλούδι και κάποιοι μάλλον ένιωσαν ότι έτσι επιβεβαιώθηκε το ειδύλλιο. Δεν αντέδρασα, άλλωστε αυτά δεν μπορείς να τα ανατρέψεις. Απλώς δεν έδινα τροφή, δεν άφησα ποτέ κανένα υπονοούμενο.

Ο ερχομός της Χριστίνας: Οταν γνώρισα τον δεύτερο σύζυγό μου ήμουν έτοιμη να κάνω παιδί. Είμαι πολύ χαρούμενη γιατί ήρθε στον κόσμο ένα παιδί με ενσυναίσθηση, η Χριστίνα μου. Της αφοσιώθηκα. Φροντίσαμε τη σχέση μας. Ο δεσμός μας είναι πολύ ισχυρός.
Χωρίς συνταγή: Αγαπώ όλα τα τραγούδια μου, δεν πήγαινα με συνταγή επιτυχίας. Οι περισσότεροι στίχοι ήταν βιωματικοί. Ο Σαράντης Αλιβιζάτος έβλεπε μια μελαγχολία στα μάτια μου παρότι ήμουν ένα χαρούμενο παιδί και από εκεί εμπνεύστηκε τις «Θάλασσες». Το ίδιο και η Τασούλα Θωμαΐδου. Ηταν κομβική η συνάντησή μας. Το «Μια Ελλάδα φως» ήταν ποίηση. Θυμάμαι όταν το άκουσε ο Yianni, της είπε: «Εγραψες όσα σκεφτόμουν όταν δημιούργησα τη μουσική».

Η δύναμη: Παρακαλώ να έχω υγεία για να μπορώ να παλεύω τα πάντα στη ζωή. Δεν ξέρω από πού αντλώ δύναμη. Θυμάμαι, ο πατέρας μου έλεγε: «Αυτό το παιδί μας έχει κάτι διαφορετικό». Ισως ήταν το πείσμα, η αγωνιστικότητά μου. Δεν τα παρατάω. Πιστεύω στον Θεό. Μας δίνει πάντα αυτό που μπορούμε να αντέξουμε.
Το «Ζεϊμπέκικο» & τα live: Με πετυχαίνεις σε μία απόλυτα δημιουργική περίοδο. Μόλις κυκλοφόρησε το τραγούδι «Χορεύω το ζεϊμπέκικο» που εμπνεύστηκε η Τασούλα Θωμαΐδου σε μουσική του Θάνου Γεωργουλά. Παράλληλα, στο «Mayor», στο Κολωνάκι, κάθε Τετάρτη με τον Γιώργο Γερολυμάτο και τον Αγγελο Αδριανό ερμηνεύουμε τα πιο αγαπημένα τραγούδια των τελευταίων 60 χρόνων.