Δυνάμει δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, οι τροποποιήσεις στον περί Γάμου Νόμο (Ν. 104 (Ι)/2003), στον περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμο (Ν. 23/1990) και στον περί Απόπειρας Συνδιαλλαγής και Πνευματικής Λύσης του Γάμου Νόμο (Ν. 22/1990) τυγχάνουν πλέον εφαρμογής.

Οι συγκεκριμένες τροποποιήσεις επιφέρουν αρκετές αλλαγές και εκμοντερνίζουν τον τρόπο χειρισμού και εκδίκασης υποθέσεων ενώπιον των Οικογενειακών Δικαστηρίων, διευκολύνοντας την άβολη κατάσταση που εκ της φύσης τους χαρακτηρίζουν τέτοιου είδους διαφορές.

Αρχικά, η τροποποίηση του περί Γάμου Νόμου (Ν. 104 (Ι)/2003), αφορά τους λόγους τους οποίους ο εκάστοτε Αιτητής δύναται να επικαλεστεί για την έκδοση διαζυγίου. Συγκεκριμένα, έχει διατηρηθεί ως λόγος ο ισχυρός κλονισμός του γάμου, που τεκμαίρεται ως τέτοιος σε περίπτωση διγαμίας, μοιχείας, εγκατάλειψης ή βίας εναντίον του Αιτητή, με την προσθήκη της άσκησης βίας εναντίον τέκνου, να αποτελεί σημαντική αλλαγή. Διαφοροποιείται επίσης η διάρκεια της διάστασης των συζύγων ως λόγος αμάχητου κλονισμού του γάμου, από 4 έτη σε 2, ενώ οι λόγοι αλλαγής φύλου και αφάνειας, τροποποιούνται έτσι ώστε να αφορούν οποιοδήποτε των συζύγων.

 Η εξίσου σημαντική προσθήκη που εισάγεται όμως, είναι η δυνατότητα έκδοσης συναινετικού διαζυγίου με την από κοινού συναίνεση των συζύγων να αιτηθούν τη λύση του γάμου τους. Προβλέπεται όμως ο περιορισμός ότι θα μπορούν να το πράξουν, νοουμένου ότι έχουν παρέλθει τουλάχιστον 6 μήνες από την ημερομηνία του γάμου και νοουμένου ότι, εφόσον υπάρχουν ανήλικα τέκνα, έχει ρυθμιστεί ή πρόκειται εκ συμφώνου να ρυθμιστεί η Γονική Μέριμνα και Επικοινωνία των τέκνων με τους διαδίκους.

Όπως έχω ήδη αναφέρει, στόχος των πρόσφατων τροποποιήσεων ήταν, μεταξύ άλλων, η απλοποίηση και προσπάθεια ταχύτερης επίλυσης των διαφορών μεταξύ των συζύγων. Ο στόχος αυτός υλοποιείται σε πολύ μεγάλο βαθμό δυνάμει της τροποποίησης του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμου(Ν. 23/1990).

Ειδικότερα, εισάγεται πλέον, η απλοποίηση στον χειρισμό  και κατ’ επέκταση η γρηγορότερη και αποτελεσματικότερη εκδίκαση των υποθέσεων με την μείωση στη σύνθεση των Οικογενειακών Δικαστηρίων, από τριμελή σε μονομελή, ενώ επίσης δίδεται  η δυνατότητα να εκδικάζει ο ίδιος Δικαστής όλες τις διαδικασίες που εκκρεμούν ενώπιον των Οικογενειακών Δικαστηρίων, μεταξύ των ίδιων διαδίκων, ανεξαρτήτως επαρχίας στην οποία βρίσκονται.

Ταυτόχρονα, γίνεται προσπάθεια μείωσης και απλοποίησης των διαδικασιών, εφόσον δίδεται η δυνατότητα στα Οικογενειακά Δικαστήρια, να επιλαμβάνονται θεμάτων γονικής μέριμνας, διατροφής  ή χρήσης οικογενειακής στέγης και κινητής περιουσίας, με την έγερση μίας μόνο αίτησης. Η αλλαγή αυτή, αποτελεί σημαντική πρόοδο, αν σκεφτεί κανείς ότι μέχρι πρότινος, το κάθε θέμα, αφορούσε διαφορετική δικαιοδοσία, και για το οποίο θα έπρεπε να εγερθεί ξεχωριστή αίτηση ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου, δημιουργώντας έτσι, αχρείαστη ταλαιπωρία και περιττά έξοδα.

Πέραν των πιο πάνω, η τροποποίηση του εν λόγω Νόμου, ενισχύει και ενδυναμώνει καίρια τις εξουσίες του Δικαστηρίου, εφόσον δύναται πλέον αυτεπάγγελτα, να διατάξει την παροχή συμβουλευτικής ή ψυχολογικής στήριξης σε παιδί, χωρίς να απαιτείται συγκατάθεση των γονέων, ενώ έχει επίσης τη δυνατότητα να εκδώσει αυτεπάγγελτα προσωρινό διάταγμα Γονικής Μέριμνας, Διατροφής, αποκλειστικής χρήσης ή χρήσης κινητής περιουσίας.

Το τελευταίο σκέλος των πρόσφατων τροποποιήσεων αφορά τον περί Απόπειρας Συνδιαλλαγής και Πνευματικής Λύσης του Γάμου Νόμο (Ν. 22/1990), ο οποίος σχετίζεται με την εμπλοκή που είχε η εκκλησία αναφορικά με την πνευματική λύση του θρησκευτικού γάμου.

Οι κυριότερες αλλαγές, οι οποίες κατά την άποψή μου είχαν καταστεί απαραίτητες, αφορούν την αναγκαιότητα αποστολής γνωστοποίησης για πρόθεση καταχώρησης αίτησης διαζυγίου. Συγκεκριμένα, η καταχώρηση αίτησης διαζυγίου που αφορά θρησκευτικό γάμο, μπορεί πλέον να καταχωρηθεί  εντός 6 εβδομάδων από την παραλαβή από τον οικείο Επίσκοπο της γνωστοποίησης, αντί των 3 μηνών, ως ίσχυε μέχρι τώρα, ενώ, συμβαδίζοντας με την ψηφιακή εποχή, η γνωστοποίηση μπορεί πλέον να καταχωρείται ηλεκτρονικά μέσω της ιστοσελίδας της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου.

Τέλος, η σημαντικότερη αλλαγή η οποία εισάγεται, σε συνάρτηση με τις σύγχρονες ευαισθησίες και τις περιστάσεις που επικρατούν σήμερα στην κοινωνία, έγκειται στο ότι όταν ο λόγος διαζυγίου είναι ισχυρός κλονισμός λόγω βίας, τότε η αίτηση δύναται να καταχωρηθεί, χωρίς να απαιτείται η αποστολή γνωστοποίησης, νοουμένου όμως ότι έχει υποβληθεί καταγγελία στην αστυνομία ή στις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, αναφορικά με την ασκηθείσα βία και οι εν λόγω υπηρεσίες έχουν εκδώσει σχετική προς τούτο βεβαίωση. Η εξέλιξη αυτή, επιτρέπει ουσιαστικά σε ένα άτομο το οποίο έχει υποστεί βία, να μην είναι αναγκασμένο να περιμένει το πέρας μακρόχρονων προθεσμιών για να δύναται να υποβάλει αίτηση διαζυγίου.

Συνεπώς, ένεκα και της φύσης των υποθέσεων του Οικογενειακού Δικαίου, προκύπτει ότι, οι τροποποιήσεις που επήλθαν, αναμφίβολα θα συμβάλουν θετικά στον εκσυγχρονισμό του συγκεκριμένου τομέα δικαίου, έτσι ώστε να συνάδει και με την περαιτέρω πρόοδο και τον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας.

*Δικηγόρος, Δικαστηριακό Τμήμα, Γραφείο Λευκωσίας ΕLIAS NEOCLEOUS & CO LLC