Ακούστηκε παντού το «μήνυμα» που έστειλαν με κοινό άρθρο στους Financial Times ο Όλαφ Σολτς και ο Εμανουέλ Μακρόν.

Προειδοποίησαν, λέει, ότι η ΕΕ πρέπει να καταβάλει δραματικές προσπάθειες για να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά της, διαφορετικά κινδυνεύει να δει τον τρόπο ζωής της να υπονομεύεται. Επισήμαναν ότι μεταξύ των μεταρρυθμίσεων που χρειάζονται στην ΕΕ είναι περαιτέρω προσπάθειες για την απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές.

Μόνο που ένα από τα μεγάλα θέματα των Ευρωεκλογών είναι οι διαμαρτυρίες παραγωγικών τάξεων ότι η υλοποίηση της πράσινης συμφωνίας κοστίζει δισεκατομμύρια και καθιστούν την ευρωπαϊκή οικονομία μη ανταγωνιστική, τουλάχιστο μεσοπρόθεσμα. Και οι ανταγωνιστές της δεν εφαρμόζουν τις ίδιες δαπανηρές πολιτικές.

Αντί μιας πειστικής τοποθέτησης γιατί η ΕΕ χάνει με γρήγορους ρυθμούς τη δυνατότητα να ανταγωνιστεί ΗΠΑ και Κίνα, οι κύριοι Μακρόν και Σολτς είπαν ότι πρέπει να εντείνει η Ευρώπη την προσπάθεια για απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές. Το θέμα δεν είναι αν σωστά ή όχι η ΕΕ ξοδεύει για την πράσινη συμφωνία. Το ζητούμενο είναι αν οι ηγέτες των δύο μεγαλύτερων οικονομιών της Ένωσης έχουν δίκαιο να λένε πως με την περαιτέρω επένδυση στην πράσινη μετάβαση -επιβαρύνοντας το κόστος παραγωγής- η ευρωπαϊκή οικονομία γίνεται πιο ανταγωνιστική. Χώρια οι δέκα μαζεμένες αυξήσεις δανειστικών επιτοκίων και η ενεργειακή κρίση. Ευνόησαν άραγε την ανταγωνιστικότητα;

Ο Γιάνης Βαρουφάκης είχε ασχοληθεί τον περ. Δεκέμβριο με την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας. Για την έλλειψή της, κατ’ ακρίβεια.

Σε άρθρο του που σχολίαζε τις ευρωπαϊκές πιέσεις προς την Κίνα ότι αν δεν αλλάξει εμπορικές πρακτικές θα της επιβληθούν κυρώσεις, ο κ. Βαρουφάκης έγραψε: «Τελικά, το Πεκίνο περισσότερο διασκέδασε με αυτές τις κατηγορίες, παρά θορυβήθηκε».

Ο ίδιος σχολίασε την κατηγορία της ΕΕ ότι η κινεζική κρατική ενίσχυση ισοδυναμεί με «ντάμπινγκ» των κινεζικών εξαγωγών στις αγορές της Ευρώπης. Διαφώνησε και εξήγησε: «Οι κινεζικές μπαταρίες ή τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα (EVs) δεν γίνονται ανάρπαστα στην Ευρώπη λόγω κρατικών επιδοτήσεων, αλλά λόγω της ποιότητάς τους και του χαμηλού κόστους παραγωγής τους, που οφείλονται στις μαζικές κινεζικές επενδύσεις. Σήμερα, τα κινέζικα φωτοβολταϊκά είναι τέτοιας ποιότητας, που η ευρωπαϊκή βιομηχανία απλώς δεν μπορεί να τα ανταγωνιστεί, με ή χωρίς μεγάλη κρατική ενίσχυση».

Ο Γ. Βαρουφάκης επιχείρησε να εξηγήσει γιατί οι εισαγωγές της Ευρώπης από την Κίνα αυξάνονται, την ώρα που οι εξαγωγές της προς τον ασιατικό γίγαντα μειώνονται: «Γιατί συμβαίνει αυτή η αντιστροφή; Διότι, από το 2008, και ενώ η ΕΕ επέβαλε αυστηρή λιτότητα σε όλη την Ευρώπη, εκμηδενίζοντας τις όποιες επενδύσεις στις βιομηχανίες της, η Κίνα ενίσχυσε τις επενδύσεις της στο περίπου 50% του εθνικού της εισοδήματος (ποσοστό που συνιστά παγκόσμιο ρεκόρ). Το να μιλά η φον ντερ Λάιεν για «μερκαντιλισμό» της Κίνας είναι γελοίο, ιδίως όταν μιλά και εκ μέρους των Γερμανών βιομηχάνων, που τα τελευταία πενήντα χρόνια πανηγυρίζουν για το συνεχές εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας έναντι της υπόλοιπης Ευρώπης, των Ηνωμένων Πολιτειών, της Κίνας. Αυτοί οι ίδιοι Γερμανοί επιχειρηματίες, ό,τι κι αν λέει η φον ντερ Λάιεν, γνωρίζουν ότι οι Κινέζοι ομόλογοί τους που παράγουν φωτοβολταϊκά, μπαταρίες, ηλεκτρικά αυτοκίνητα κ.λπ. δεν χρειάζονται καμία κρατική ενίσχυση για να έχουν την εμπορική επιτυχία που παρατηρείται».

Και κατέληγε: «Συνοπτικά, η Ευρώπη αιμορραγεί κεφάλαια, ενώ το πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της υποχωρεί προς το «κόκκινο», ως αποτέλεσμα της ανόητης επιβολής σκληρής λιτότητας για πάνω από μια δεκαετία. Αυτή η πολυετής, εξωφρενική λιτότητα, σε συνδυασμό με το μαζικό τύπωμα χρήματος υπέρ τραπεζιτών και ραντιέρηδων, μαζί και με τη μόνιμη αποτυχία να εδραιώσει την ουσιαστική τραπεζική ένωση, οδήγησαν την ΕΕ επί δεκατρία χρόνια να ζει σε μια αντίφαση: Ποτέ άλλοτε δεν υπήρχε τόσο πολύ χρήμα στα χρηματοπιστωτικά κυκλώματα της Ευρώπης και την ίδια στιγμή οι ευρωπαϊκές επενδύσεις στις τεχνολογίες του μέλλοντος δεν ήταν ποτέ τόσο χαμηλές. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Ευρώπη υπολείπεται τόσο των ΗΠΑ όσο και της Κίνας».

ΥΓ. Στην ομιλία του τη Δευτέρα στη Δρέσδη, ο Εμμανουέλ Μακρόν είπε, σύμφωνα με το ΚΥΠΕ, ότι «η Ευρώπη χρειάζεται ένα τεράστιο επενδυτικό σοκ, το οποίο θα χρηματοδοτηθεί τόσο από ιδιωτικά κεφάλαια όσο και από κρατικές δαπάνες»…