Περίμενε κανένας να δει αυτά τα αποτελέσματα στις ελληνικές βουλευτικές εκλογές της 21ης Μαΐου; Ούτε ο πιο αισιόδοξος επιτελάρχης ή οπαδός της Νέας Δημοκρατίας δεν θα μπορούσε να το προβλέψει.

Η αμηχανία ήταν έκδηλη και στα δύο στρατόπεδα μετά τις ανακοινώσεις των αποτελεσμάτων, αν και, όπως είναι φυσικό, στη Νέα Δημοκρατία δεν θα μπορούσε να κρυφτούν ο ενθουσιασμός και η “ανατριχιαστική συγκίνηση” του Μάκη Βορίδη όταν είδε τον χάρτη της Ελλάδας να βάφεται μπλε. Είναι κατανοητή σε προσωπικό επίπεδο η αντίδρασή του, αλλά είναι εξίσου ανθρώπινη η φρίκη που προξενεί ο αναπόφευκτος σχολιασμός του αποτελέσματος ενός από τους ανθρώπους που προέρχεται και βρίσκεται ιδεολογικά στην ακροδεξιά.

Το κοντέρ έγραψε ότι οι πολίτες διά της ψήφου τους επικρότησαν μια Κυβέρνηση που τους τελευταίους μήνες επιδιδόταν σε μία αδιάκοπη κούρσα χορήγησης επιδομάτων, ώστε να μπορούν οι άνθρωποι να καλύψουν ένα μέρος των βασικών τους αναγκών, που εμπλέκεται σε ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα παρακολουθήσεων, που αποδεδειγμένα ελέγχει τη συντριπτική μερίδα του Τύπου, που διαχειρίστηκε με τον πλέον τραγικό τρόπο την πρόσφατη πανδημία, που συνεχίζει τη διάλυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας, που επί των ημερών της συνέβη η μεγαλύτερη σιδηροδρομική καταστροφή στην ελληνική ιστορία – την οποία και διαχειρίστηκε με ψέματα, προσπαθώντας να στήσει σκηνικά παραποίησης της πραγματικότητας, που επέτρεψε την αύξηση της αστυνομικής βίας και αυθαιρεσίας, που εκτόξευσε το δημόσιο χρεός, …που…που…που…

Η προεκλογική περίοδος, ίσως η πιο υποτονική και άνοστη μέχρι την επόμενη, δεν είχε στο επίκεντρο τα σημαντικά ζητήματα που απασχολούν την κοινωνία, εκεί που στο προεκλογικό ερώτημα: «ποιος βγαίνει;» κυριαρχούσε η απάντηση: «εγώ ξέρω ότι με το ζόρι βγαίνει ο μήνας». Άλλωστε, το σύνθημα δόθηκε από την Κομισιόν λίγες ώρες μετά από τη γνωστοποίηση των αποτελεσμάτων: «Διασφάλιση συνετούς δημοσιονομικής πολιτικής, ιδίως με τον περιορισμό της ονομαστικής αύξησης των καθαρών πρωτογενών δαπανών, τερματισμό των μέτρων ενεργειακής στήριξης που ισχύουν έως το τέλος του 2023, χρησιμοποιώντας τις σχετικές εξοικονομήσεις για τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος». Επιστροφή στη Δημοσιονομική Πειθαρχία δηλαδή, από την οποία παρέκκλινε σταθερά η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Οι επόμενοι μήνες αναμένονται κρίσιμοι και προμνημονιακοί.

Η ανεπάρκεια του ΣΥΡΙΖΑ

Μία ανάγνωση του αποτελέσματος των εκλογών είναι πως ηττήθηκε κατά κράτος ο ΣΥΡΙΖΑ. Όμως, μια τέτοια ήττα θα ήταν περισσότερο εμφανής αν εκδηλωνόταν μέσω αύξησης της αποχής ή και από την ενίσχυση των μικρότερων κομμάτων, που προέρχονταν από τη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ μετά από το δημοψήφισμα του ’19. Αντιθέτως, η συμμετοχή ξεπέρασε εκείνη του 2019, ενώ κόμματα όπως το Μερα25 απέτυχαν να πιάσουν το όριο του 3% και να μπουν στη Βουλή, την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση αύξησε τον απόλυτο αριθμό των ψήφων που έλαβε.

Η απόδοση του αποτελέσματος στη συνολική ανεπάρκεια του ΣΥΡΙΖΑ είναι απλουστευτική και παραπλανητική. Ο ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε να χτίσει το κόμμα εκείνο που θα το πλαισίωναν οι ψηφοφόροι της κεντροαριστεράς, έπειτα από τη μεγάλη κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ στα πρώτα μνημονιακά χρόνια. Ένας πολιτικός αχταρμάς, που είχε συμπεριλάβει παλιότερα στελέχη του ΠΑΣΟΚ αλλά και του ακροδεξιού κόμματος του Π. Καμμένου, με το οποίο και είχε συγκυβερνήσει.

Σε αυτές τις εκλογές ξεδίπλωσε διάπλατα αυτή την ιδεολογική του σύγχυση: προσπάθησε να ανοιχτεί στους ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής, ενέταξε στα ψηφοδέλτιά του τον πρώην εκπρόσωπο Τύπου του Κώστα Καραμανλή, μιλούσε για δικαιοσύνη απέναντι στα σκάνδαλα της κυβέρνησης αλλά δεν απέκλεισε από τις εκλογές πρώην υπουργό του καταδικασμένο από την δικαιοσύνη. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα συνεχίζει να πληρώνει την πλήρη ευθυγράμμισή του με τις πολιτικές επιταγές της Τρόικας και τις ανεκπλήρωτες προσδοκίες που καλλιέργησε στον ελληνικό λαό. Είναι πολύ πιθανό να επιστρέψει τον πολιτικό χώρο που κατέλαβε στο ΠΑΣΟΚ, έχοντας επιτελέσει στο ακέραιο τον ιστορικό ρόλο των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, χάνοντας μελλοντικά και τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Η νίκη της συνήθειας

Ο άλλος παράγοντας είναι ο Μητσοτάκης, αναμφίβολα η προσωποποίηση της επιτυχίας του επικοινωνιακού σχεδιασμού. Ένας άνθρωπος αποκομμένος από τον κοινωνικό ιστό, βαθύτατα συνδεδεμένος με τον νεποτισμό και την οικογενειοκρατία, δίχως ιδιαίτερα επικοινωνιακά χαρίσματα, προφυλαγμένος όλα αυτά τα χρόνια από τον Τύπο και το επιτελείο του, κατάφερε να φαντάζει σαν η μόνη επιλογή για τη διακυβέρνηση της Ελλάδας.

Απαγκιστρώθηκε ακόμα και από την εικόνα του πατέρα του και τους αρνητικούς συνειρμούς που φέρνει στο άκουσμα του ονόματός του, σε μεγαλύτερες κυρίως ηλικίες, η σύνδεσή του με την Αποστασία, που έφερε τελικά και τη Χούντα του 1967. Το επιτελείο του αξιοποίησε στο έπακρο πλατφόρμες όπως το Tik Tok και το Instagram, δίνοντας κυρίως στους νέους μια διαφορετική εικόνα από εκείνη που παραδοσιακά υπήρχε στις προεκλογικές περιόδους.

Η αλήθεια είναι ότι ο Τύπος δούλεψε υπέρ του Μητσοτάκη σε τέτοιο βαθμό που δεν έχει συμβεί ποτέ για κανένα πρωθυπουργό, καθώς εδώ και 4 χρόνια μόνο ανταποκριτές του Ξένου Τύπου έχουν προβεί σε δύσκολα ερωτήματα, απαιτώντας απαντήσεις, σε αντίθεση με ηχηρά ονόματα της εγχώριας ελίτ, που αναλώνονταν σε προεπιλεγμένες και ανώδυνες τοποθετήσεις. Η απουσία οποιασδήποτε αναφοράς στα Τέμπη ή στη διαχείριση της πανδημίας είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα. Η επικράτηση του Μητσοτάκη είναι η νίκη της συνήθειας. Ένας κόσμος κουρασμένος από την έντονη πολιτικοποίηση των τελευταίων χρόνων, επέλεξε εκείνον που έχει συνηθίσει να βλέπει, όπως ένα πληκτικό προϊόν που διαφημίζεται καθημερινά προς ευρεία κατανάλωση.

Αν η Αριστερά ή η “Αριστερά” στην Ελλάδα βασίσει τις αναλύσεις της μόνο στο δεδομένο της επικοινωνιακής επιτυχίας του επιτελείου του πρωθυπουργού, θα μείνει για πολλά χρόνια στο περιθώριο, αδυνατώντας να συμπορευτεί με την κοινωνία. Αντιθέτως, δυνάμεις που προέρχονται από την ακροδεξιά θα συνεχίσουν να κερδίζουν ολοένα και περισσότερο έδαφος, ακόμα και εντός της Νέας Δημοκρατίας. Ο νικητής των εκλογών κουρέλιασε τη διαδικασία, προαναγγέλλοντας νέες εκλογές με διαφορετικό εκλογικό νόμο, που θα του εξασφαλίσει ενισχυμένη παρουσία στη Βουλή. Από τα λεγόμενα κορυφαίων υπουργών της, με δεδομένο το momentum των τελευταίων αποτελεσμάτων, θα μπορούσε η ΝΔ να προβεί μόνη της ακόμα και σε Συνταγματική Αναθεώρηση, διασφαλίζοντας 180 έδρες. Είναι τέτοια η θεσμική παρακμή, που κανένας δεν στάθηκε απέναντι σε εκείνους που μιλούσαν για αυτή την “ευκαιρία”, καθώς κάτι τέτοιο είναι παράνομο, εφόσον δεν έχει προηγηθεί καμία από τις προβλεπόμενες διαδικασίες που προηγούνται της όποιας Συνταγματικής Αναθεώρησης.  

Σημάδια παραίτησης και αποπροσανατολισμού

Σε κάθε περίπτωση, η ελληνική κοινωνία δείχνει έντονα σημάδια παραίτησης και αποπροσανατολισμού, ζώντας την τελευταία δεκαετία έναν πολύ πυκνό πολιτικό χρόνο. Οι επαναληπτικές εκλογές δεν αναμένεται να έχουν μεγάλες εκπλήξεις ως προς τον νικητή. Το μεγάλο ερώτημα είναι οι συσχετισμοί που θα διαμορφωθούν και που θα κληθούν πολύ σύντομα να αντιμετωπίσουν μια κυβέρνηση που αναμένεται, με βάση όσα είδαμε την προηγούμενη τετραετία, περισσότερο αυταρχική απέναντι στην κοινωνία. Η ιστορία της κυβέρνησης του πατρός Μητσοτάκη δείχνει πολύ πιθανό να επαναληφθεί. Και ίσως μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τα οριστικά αποτελέσματα των επόμενων εκλογών να έχει η αναμενόμενη κοινωνική ριζοσπαστικοποίηση.

* Συνεργάτης Φιλελεύθερου