Σημαντικές εξελίξεις, αρκετές εκ των οποίων θετικές, αναμένονται το επόμενο διάστημα στον ευρύτερο τομέα παροχής επαγγελματικών υπηρεσιών.
Οι θετικές εξελίξεις προκύπτουν από τη Δύση και πιο συγκεκριμένα από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, αφού αμερικανικές τράπεζες έχουν εκφράσει ανοικτά την πρόθεση τους για να εντάξουν την Κύπρο στις περιοχές δραστηριοποίησής του.

Οι εξελίξεις αφορούν σε δύο μέτωπα. Το πρώτο έχει να κάνει με ανταπόκριση προς κυπριακές τράπεζες για συναλλαγές σε δολάριο. Ένα καυτό ζήτημα που εδώ και χρόνια προβληματίζει τις κυπριακές τράπεζες αφού ο αριθμός των τραπεζών που τους πρόσφεραν τέτοιου είδους υπηρεσίες ήταν περιορισμένος και υπήρχαν ανησυχίες ότι σε περίπτωση που και οι υφιστάμενες αποφάσιζαν να διακόψουν τη συνεργασία με τις κυπριακές τράπεζες, θα δημιουργούνταν πολύ μεγάλα προβλήματα. Οι πληροφορίες λένε πως μεγάλη αμερικανική τράπεζα έχει πλέον αποφασίσει, και πρέπει να θεωρείται δεδομένο, πως θα προσφέρει υπηρεσίες correspondent banking σε μία κυπριακή τράπεζα. Υπενθυμίζεται πως παλαιότερα είχε ακουστεί το όνομα της JP Morgan, ωστόσο, ακόμα δεν έχει υπάρξει επίσημη επιβεβαίωση. Σε περίπτωση που οι πληροφορίες επιβεβαιωθούν προφανώς θα είναι μία πολύ καλή εξέλιξη για τον χρηματοπιστωτικό τομέα στην Κύπρο και συνάμα μία ηθική ικανοποίηση για τις προσπάθειες που καταβάλλονται τα τελευταία χρόνια για να βελτιωθεί η εικόνα που εκπέμπει η Κύπρος στο εξωτερικό σε θέματα παροχής επαγγελματικών υπηρεσιών. Πρόκειται μάλιστα για μία εξέλιξη που έρχεται εν μέσω αρνητικού κλίματος λόγω του σάλου που δημιουργήθηκε με την παραχώρηση διαβατηρίων μέσω του επενδυτικού προγράμματος σε άτομα αμφιβόλου κύρους. 

Η άλλη θετική εξέλιξη, που αναμένεται και πάλι από τις ΗΠΑ, αφορά στον τομέα της παροχής υπηρεσιών προς επενδυτικά ταμεία. Ένας τομέας που αναπτύσσεται ραγδαία μετά το 2014 και ουσιαστικά αποτελεί τη διέξοδο από το καθεστώς της παροχής υπηρεσιών σε holding εταιρείες. Τα τελευταία στοιχεία από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δείχνουν πως τα υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία των επενδυτικών ταμείων που έχουν εγγραφεί στην Κύπρο ξεπερνούν πλέον τα 7,5 δισ., ενώ ακόμα πιο θετικό είναι το γεγονός πως αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ τυγχάνουν διαχείρισης από επενδυτικά ταμεία που έχουν αιτηθεί εγγραφής στη Κύπρο, θέλοντας να εκμεταλλευτούν το ευνοϊκό νομοθετικό πλαίσιο που έχει δημιουργηθεί αλλά και τα χαμηλά, συγκριτικά, τέλη. Με αυτά τα ευνοϊκά δεδομένα στον ορίζοντα, και με νέες νομοθεσίες που θα κάνουν ακόμα πιο ευνοϊκή τη χώρα ως προορισμό για επενδυτικά ταμεία, φαίνεται να έχει ήδη εκφραστεί ενδιαφέρον από μεγάλη αμερικανική τράπεζα για την παροχή υπηρεσιών custodian προς επενδυτικά ταμεία με έδρα την Κύπρο. Κατά καιρούς έχει ειπωθεί από τους άμεσα εμπλεκόμενους στον, πως μία τέτοια εξέλιξη θα ήταν καθοριστική για την περαιτέρω προσέλκυση ταμείων στην Κύπρο, αφού δεν υπάρχει καλύτερη ψήφος εμπιστοσύνης για ένα προορισμό από την κάθοδο μίας μεγάλης διεθνούς τράπεζας. Βέβαια, η συγκεκριμένη εξέλιξη δεν αναμένεται να είναι άμεση αλλά εκφράζονται ελπίδες πως μέχρι το τέλος του έτους ή έστω αρχές του 2021 θα υπάρξουν χειροπιαστές εξελίξεις. 

Στόχος το largely compliant 

Το γεγονός των επόμενων εβδομάδων που όλοι αναμένουν με ανυπομονησία είναι η τελική έκθεση της Moneyval σε σχέση με την πρόοδο που έκανε η χώρα σε θέματα συμμόρφωσης με τους κανόνες κατά του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος και την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Μία μακρά και εξοντωτική διαδικασία έχει ολοκληρωθεί και πλέον όλοι αναμένουν να δουν το τελικό αποτέλεσμα ενώ στο ενδιάμεσο οι διακρατικές επαφές και συμμαχίες για την τελική αξιολόγηση που θα περιλαμβάνει η έκθεση είναι έντονες. Το βασικό ζητούμενο από πλευράς Κύπρου είναι όπως στις πλείστες κατηγορίες η χώρα χαρακτηριστεί ως «largely compliant» δηλαδή ως «συμμορφούμενη σε μεγάλο βαθμό».

Απώτεροι στόχοι είναι τρεις:  

•    Καλύτερη βαθμολογία σε σχέση με την προηγούμενη αξιολόγηση
•    Βαθμολόγηση κοντά στον μέσο όρο των υπόλοιπων χωρών της ΕΕ
•    Σημαντικά καλύτερα αποτελέσματα από της Μάλτας

Πέραν όμως των προσδοκιών για τη γενικότερη εικόνα, με ενδιαφέρον αναμένεται η θέση της Moneyval όσον αφορά επιμέρους τομείς των υπηρεσιών. Θα τύχουν όλοι της ίδιας αντιμετώπισης ή για κάποιους οι συστάσεις θα είναι πιο αυστηρές; Το ίδιο ισχύει και για τις εποπτικές Αρχές. Θα ικανοποιήσουν όλες στον ίδιο βαθμό της ευρωπαϊκή Αρχή ή κάποιες θα κριθεί ότι χρειάζεται να αναβαθμίσουν τους ελέγχους και τις δράσεις που κάνουν; 

Οι αποδείξεις

Τα τελευταία χρόνια, η Κύπρος έχει κάνει δραστικά βήματα προς την κατεύθυνση της συμμόρφωσης με τους διεθνείς κανόνες κατά του ξεπλύματος χρήματος και της εφαρμογής των βέλτιστων διεθνών πρακτικών σε τέτοιου είδους θέματα.

Πέραν όμως από τη θεωρία, κινήσεις έγιναν και στην πράξη. Κατ’ αρχήν, περιορίστηκαν γενικότερα οι δραστηριότητες των τραπεζών στον τομέα της διεθνούς τραπεζικής. Κίνηση που είχε ως αποτέλεσμα να χάσουν σημαντικό μέρος των εσόδων τους αλλά και των κερδών. Ωστόσο, το ρίσκο «φήμης» που υπήρχε ήταν πολύ μεγαλύτερης αξίας. Στα ίδια πλαίσια, σχεδόν εκμηδενίστηκε ο ρόλος των introducers (λογιστών, δικηγόρων κι άλλων) που λειτουργούσαν ως εισηγητές για νέους πελάτες. Λιγότεροι εισηγητές, λιγότερο πρόσωπα που επιθυμούν να ανοίξουν λογαριασμούς με τις κυπριακές τράπεζες. 
Παράλληλα, η ύπαρξη στοιχείων από ανεξάρτητο οίκο που να αποδεικνύει ποιος είναι ο τελικός δικαιούχος σε μια συναλλαγή είναι πλέον προαπαιτούμενο για τη διεκπεραίωση της. Όλα αυτά βέβαια, έχουν οδηγήσει σε υπερβολικούς και σε κάποιες περιπτώσεις αχρείαστους ελέγχους, ώστε ακόμα και ο ίδιος ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Κωνσταντίνος Ηροδότου να καλεί τις τράπεζες να μην καθυστερούν τη διεκπεραίωση συναλλαγών που είναι νομότυπες. 

Το βασικότερο στοιχείο όμως που έχει να προτάξει η Κύπρος σε σχέση με τη δράση των τελευταίων χρόνων, είναι η αποσύνδεση, σε μεγάλο βαθμό, του τομέα παροχής υπηρεσιών από εταιρείες ρωσικών συμφερόντων και χωρών του πρώην ανατολικού μπλοκ. Είναι χαρακτηριστικό πως τα τελευταία οι εισροές και εκροές χρημάτων από τις συγκεκριμένες χώρες έχουν μειωθεί δραματικά. Την ίδια ώρα, σημαντική μείωση καταγράφουν και τα δεδομένα για τις καταθέσεις φυσικών και νομικών προσώπων από αυτές τις χώρες. Τάση που έγινε πολύ έντονη τη διετία 2017-2018 αλλά πλέον έχει περιοριστεί αφού ο συνολικός όγκος των καταθέσεων είναι μικρότερος και δεν προκαλεί εντυπώσεις.