Η κρίσιμη δοκιμασία της πολιτικής του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για την Ουκρανία θα ερχόταν όταν συνειδητοποιούσε ότι κάτι που θεωρούσε εύκολο – η επίτευξη μιας ειρηνευτικής συμφωνίας – αποδεικνύεται πολύ δύσκολο. Τότε θα ερχόταν αντιμέτωπος με την επιλογή να αναλάβει το δύσκολο, επικίνδυνο έργο της αναζήτησης μιας βιώσιμης διευθέτησης ή, αντίθετα, αυτή της απεμπλοκής, αφήνοντας τον πόλεμο να ακολουθήσει τη φρικτή πορεία του. 

Η στιγμή του Τραμπ έφτασε, και φαίνεται να επιλέγει τη φυγή και όχι τη μάχη. Η επιλογή του ήρθε μετά τις τελευταίες, άκαρπες διαπραγματεύσεις. Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, και αρκετοί Ευρωπαίοι ηγέτες πρότειναν μια άμεση κατάπαυση του πυρός που είχε ως στόχο να κερδίσει την υποστήριξη του Τραμπ – και θα ακολουθούσαν δυτικές κυρώσεις εάν ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν αρνιόταν. Ωστόσο, όταν ο Πούτιν ζήτησε αντ’ αυτού άμεσες ειρηνευτικές συνομιλίες, ο Τραμπ υποστήριξε την ιδέα, ακόμη και όταν ο Πούτιν αρνήθηκε να παραστεί στις διαπραγματεύσεις που ο ίδιος είχε προτείνει.

Αυτό που προέκυψε στη συνέχεια, από τη δίωρη τηλεφωνική επικοινωνία του Τραμπ με τον Πούτιν τη Δευτέρα, ήταν μια ανούσια συμφωνία για την επιδίωξη μιας συμφωνίας, μαζί με την επιβεβαίωση των σκληρών ρωσικών θέσεων που διασφαλίζουν ότι δεν θα υπάρξει καμία συμφωνία. Ο Τραμπ ανέλαβε τα καθήκοντά του με τη δέσμευση να τερματίσει αυτόν τον πόλεμο εντός 24 ωρών. Συνεχίζει να αποτυγχάνει, λόγω δύο θεμελιωδών και ολοένα και πιο προφανών γεγονότων.

Το πρώτο είναι ότι διέγνωσε λανθασμένα το πρόβλημα ως ουκρανική αδιαλλαξία και όχι ως απροθυμία του Πούτιν να επιτρέψει στη χώρα αυτή να επιβιώσει ως ένα εδαφικά βιώσιμο, γεωπολιτικά ανεξάρτητο κράτος. Εδώ έρχεται ο δεύτερος λόγος: Σε αυτό το στάδιο, δεν υπάρχει κανένας συμβιβασμός. Ο πόλεμος θα συνεχιστεί έως ότου η Ουκρανία συνθηκολογήσει και γίνει μια διαμελισμένη, αποστρατιωτικοποιημένη ρωσική σατραπεία – ή έως ότου ο Πούτιν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το τίμημα για την κατάκτηση αυτού του τροπαίου είναι υπερβολικά υψηλό.


 
Ο Πούτιν έχει μια στρατηγική για την επίτευξη του στόχου του: Το ονομάζει “grind and tap”. Οι στρατοί του θα αλέσουν τις ανθεκτικές αλλά αριθμητικά ασθενέστερες δυνάμεις της Ουκρανίας, για να τις εξαντλήσουν και τελικά να κάμψουν το ηθικό τους. Εν τω μεταξύ, ο Πούτιν θα συνεχίσει να παραπλανά τον Τραμπ, χωρίς να διαπραγματεύεται ποτέ σοβαρά, αλλά και χωρίς να αρνείται να διαπραγματευτεί. Με αυτόν τον τρόπο, θα μπορέσει να εξαντλήσει τον χρόνο της στρατιωτικής βοήθειας των ΗΠΑ προς την Ουκρανία, πιθανότατα αυτό το καλοκαίρι, αποφεύγοντας παράλληλα την οργή που θα μπορούσε να προκαλέσει μια ευθεία απόρριψη των πρωτοβουλιών του Τραμπ. 

Το περίγραμμα της δυτικής στρατηγικής για την αποτροπή της ατζέντας του Πούτιν δεν αποτελεί μυστήριο. Θα περιλαμβάνει τη διατήρηση των αμερικανικών και ευρωπαϊκών αποστολών όπλων πέραν του τρέχοντος έτους, ώστε η Ουκρανία να συνεχίσει να σκοτώνει τα ρωσικά στρατεύματα – και ώστε ο Πούτιν να μην μπορεί να συνεχίσει να αλέθει χωρίς πρόσθετες, πολιτικά τοξικές κινητοποιήσεις. Θα περιλαμβάνει “κυρώσεις που τσακίζουν κόκκαλα”, του είδους που πρότεινε ο γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκράχαμ, ένας τραμπικός Ρεπουμπλικανός, για να συντρίψει τις ρωσικές πωλήσεις πετρελαίου και να επιταχύνει μια κρίση της πολεμικής οικονομίας του Πούτιν.

Η Δύση θα ενίσχυε ταυτόχρονα το πρόγραμμα της Ουκρανίας για επίθεση βαθύτερα [σσ. στο ρωσικό έδαφος], βοηθώντας τη να κατασκευάσει ή να αγοράσει τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη και τους πυραύλους που μπορούν να πλήξουν τις υποδομές του Πούτιν και να τον φέρουν σε δύσκολη θέση στο εσωτερικό της χώρας. Θα στήριζε οικονομικά τον πόλεμο του Κιέβου, κατάσχοντας τα παγωμένα κρατικά περιουσιακά στοιχεία της Ρωσίας και παραδίδοντάς τα στην Ουκρανία. Και θα διατύπωνε σοβαρές ευρωπαϊκές εγγυήσεις ασφαλείας, υποστηριζόμενες από την αμερικανική ισχύ, ώστε να διατηρηθεί οποιαδήποτε ανακωχή. 

Αυτή η στρατηγική δεν είναι σίγουρο ότι θα λειτουργήσει, δεδομένης της υψηλής ανοχής του Πούτιν στον πόνο. Ωστόσο, είναι ο καλύτερος, ίσως ο μόνος δρόμος για να τον πείσει ότι δεν μπορεί απλώς να εξαντλήσει τους εχθρούς τους μέχρι τέλους. Δυστυχώς, αυτή η στρατηγική θα ήταν δύσκολη υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, και ο Τραμπ την έχει κάνει ακόμη πιο δύσκολη.

Η επιβολή κυρώσεων στους αγοραστές του ρωσικού πετρελαίου, δηλαδή την Κίνα και την Ινδία, έχει γίνει πιο δύσκολη, δεδομένου ότι ο Τραμπ – με τον αντιπαραγωγικό δασμολογικό πόλεμο του – κυνηγά εμπορικές συμφωνίες και με τις δύο χώρες. Η διατήρηση των αποστολών όπλων θα απαιτούσε δραματικές επενδύσεις σε βασικές δυνατότητες, όπως τα συστήματα αεράμυνας, στα οποία το Πεντάγωνο παρουσιάζει ελλείψεις.

Η αμφιθυμία του Τραμπ για το ΝΑΤΟ και η αντιπάθειά του για την Ουκρανία καθιστούν το ζήτημα των εγγυήσεων ασφαλείας δυσεπίλυτο. Αλλά κυρίως, ο Τραμπ δεν μπορεί να στραφεί σε μια πιο επιθετική στρατηγική, διότι αυτό προϋποθέτει να κάνει τον πόλεμο της Ουκρανίας – για τον οποίο διαμαρτύρεται, ακατάπαυστα, ότι είναι πόλεμος του πρώην προέδρου Τζο Μπάιντεν – δικό του. 

Ο Τραμπ έχει κατακεραυνώσει τον ρόλο της Αμερικής στην Ουκρανία από την αρχή. Έχει υποστηρίξει ότι η Ουάσινγκτον σπαταλά χρήματα και ρισκάρει έναν Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Έτσι, η στροφή και άρα η πραγματική τιμωρία του Πούτιν θα σήμαινε τον εναγκαλισμό ενός σκοπού στον οποίο ο Τραμπ δεν πίστεψε ποτέ. Θα σήμαινε επίσης για τον Τραμπ να ξεπεράσει τη συνήθειά να απομακρύνεται από δυσάρεστες προκλήσεις -είτε το πυρηνικό πρόγραμμα της Βόρειας Κορέας στην πρώτη θητεία του είτε τον πόλεμο στην Ουκρανία στη δεύτερη- που δεν μπορεί εύκολα να λύσει. 

Ωστόσο, το να απομακρυνθεί, αυτή τη φορά, δεν θα λειτουργήσει υπέρ του. Διατυμπανίζει δήθεν μεγάλες ευκαιρίες για οικονομικές συμφωνίες με τον Πούτιν. Αλλά αν απεμπλακεί από την Ουκρανία, το καλύτερο σενάριο είναι ένας παρατεταμένος πόλεμος στον οποίο η Ρωσία θα παραμείνει μια υπερστρατιωτικοποιημένη απολυταρχία, της οποίας η οικονομία εξακολουθεί να υπόκειται σε ευρωπαϊκές κυρώσεις και της οποίας τα διυλιστήρια πετρελαίου εκρήγνυνται ανά τακτά διαστήματα – όχι ακριβώς το περιβάλλον που οι αμερικανικές επιχειρήσεις θα σπεύσουν να εκμεταλλευτούν. Το χειρότερο σενάριο είναι μια διάβρωση της θέσης της Ουκρανίας που ξεκινάει αργά και στη συνέχεια παίρνει μορφή χιονοστιβάδας, καταλήγοντας σε πλήρη ήττα ή σε μια δολοφονική ειρήνη υπό την απειλή όπλου.

Αυτό το μείγμα ανθρώπινης τραγωδίας και στρατηγικής ταπείνωσης δεν άρεσε στους Αμερικανούς όταν συνέβη στο Αφγανιστάν. Δεν θα τους αρέσει καθόλου αν συμβεί στην Ουκρανία. Ο πόλεμος στη χώρα αυτή μπορεί να καταλήξει να στοιχειώνει τον Τραμπ, όσο κι αν επιμένει ότι δεν είναι δική του μάχη.

BloombergOpinion