Είναι όλο και πιο δύσκολο για τις χρηματοπιστωτικές αγορές να απομακρυνθούν από το θορυβώδες τσίρκο της γαλλικής πολιτικής, ένα χρόνο μετά τις πρόωρες εκλογές που προκήρυξε ο Εμανουέλ Μακρόν, οι οποίες ενίσχυσαν τα λαϊκιστικά κόμματα και μείωσαν τη δική του εξουσία. Παρόλο που δεν είναι ακόμη αρκετό για να εκτροχιάσει πλήρως το hype για τα περιουσιακά στοιχεία του ευρώ σε έναν μετα-Τραμπ κόσμο, η Γαλλία φέρει μια εσάνς “Le Big Short” σε σχέση με τους γείτονές της. Ελπίζουμε ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής για το ευρώ κάνουν κάτι περισσότερο από το να σταυρώνουν τα δάχτυλα.

Καταλύτης, η τσαλακωμένη φιγούρα του Φρανσουά Μπαϊρού, του τέταρτου πρωθυπουργού της Γαλλίας μέσα σε δύο χρόνια, ο οποίος έχει γίνει μόνιμο στοιχείο στις τηλεοπτικές οθόνες, καθώς ο κεντρώος προετοιμάζεται για την ψήφο εμπιστοσύνης που ζήτησε και η οποία πιθανότατα θα αποτύχει. Πρόκειται για μια πολιτική αυτοθυσία που αποσκοπεί στο να σοκάρει τη χώρα ώστε να υποστηρίξει το αίτημά του για εξοικονόμηση 44 δισεκατομμυρίων ευρώ στον προϋπολογισμό, ώστε να αρχίσει να τιθασεύει το δημόσιο χρέος. Η πραγματικότητα είναι ότι έχει ενώσει τα κόμματα της αντιπολίτευσης εναντίον του. Οι τελευταίες προειδοποιήσεις του για την ανάγκη οι πλούσιοι boomers να δεχθούν θυσίες στο όνομα των νέων, αν και δικαιολογημένες, δεν θα αλλάξουν πολλά.
Αν χάσει το κεφάλι του -κάτι που μοιάζει πιθανό, δεδομένου ότι οι κεντροαριστεροί Σοσιαλιστές έχουν ενωθεί με την άκρα δεξιά και την άκρα αριστερά στην αντιπολίτευση- τότε μπορούμε να περιμένουμε ότι η δυναμική για ένα “σφίξιμο της ζώνης” θα εξασθενίσει περαιτέρω. Οι ιδέες του Μπαϊρού, συμπεριλαμβανομένης της κατάργησης δημόσιων αργιών, προφανώς ούτε φέρνουν ψήφους, ούτε ενισχύουν την ανάπτυξη. Αλλά ο “αντι-προϋπολογισμός” των Σοσιαλιστών, που περιλαμβάνει φόρο περιουσίας και επιστροφή της ηλικίας συνταξιοδότησης στα 62 έτη από τα 64, είναι μια επίδειξη άρνησης μπροστά σε ένα έλλειμμα που αναμένεται ήδη να παραμείνει γύρω στο 5,5% του ΑΕΠ το επόμενο έτος.

Για τον Μακρόν, ο οποίος δεν θα χαρεί να ξαναμπεί στο τέλμα της εσωτερικής πολιτικής, θα πρέπει να επιστρέψει στο σχεδιαστήριο: Να συγκεντρώσει μια νέα κυβέρνηση, να προσπαθήσει να εξασφαλίσει μια πλειοψηφία, να καταφύγει σε έναν προϋπολογισμό έκτακτης ανάγκης αν δεν βρεθεί κανένας. Ωστόσο, δεδομένης της τάσης των λαϊκιστικών κομμάτων να ζητούν το κεφάλι του ίδιου του Μακρόν, δεν μπορεί να αποκλειστεί μια ακόμη πρόωρη διεξαγωγή βουλευτικών εκλογών- ούτε και η παρόρμηση να ρισκάρει, ανακοινώνοντας για παράδειγμα ένα δημοψήφισμα. Αυτό σημαίνει περισσότερη αστάθεια σε μια χώρα όπου δύο στους τρεις ψηφοφόρους δηλώνουν ότι υποστηρίζουν το κύμα διαμαρτυρίας “μπλοκάρουμε τα πάντα”, το οποίο υποστηρίζουν ορισμένα συνδικάτα – αν και το δημόσιο χρέος αποτελεί επίσης κορυφαία ανησυχία σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις.
Αυτός είναι και ο λόγος που οι επενδυτές επανεξετάζουν τα γαλλικά περιουσιακά στοιχεία, καθώς η δημοσιονομική εξυγίανση και η πολιτική σαφήνεια καθυστερούν, ενώ η πιστοληπτική αξιολόγηση κρέμεται από μια κλωστή. Η Γαλλία ήταν η λιγότερο αγαπητή χρηματιστηριακή αγορά της ζώνης του ευρώ τον περασμένο μήνα, σύμφωνα με την έρευνα της Bank of America Corp. για τους διαχειριστές ευρωπαϊκών κεφαλαίων, και έχει υποαποδώσει σε σχέση με όλες τις μεγάλες αγορές μέχρι στιγμής φέτος. Το γαλλικό 10ετές ομόλογο διαπραγματεύεται σε παρόμοιες αποδόσεις με την Ιταλία, γεγονός που αποτελεί αξιοσημείωτη εξέλιξη, αν αναλογιστεί κανείς ότι η Ρώμη αποτελούσε συνώνυμο της οικονομικής και πολιτικής δυσλειτουργίας. Εν τω μεταξύ, στο spread με τα γερμανικά ομόλογα έχει φθάσει τις 80 μονάδες βάσης – οι νέες εκλογές θα το εκτοξεύσουν πιθανότατα στις 90 και πλέον μ.β.
Για να είμαστε σαφείς, η χώρα δεν είναι καταδικασμένη – και το να την αποκαλέσουμε τη νέα Ελλάδα θα ήταν υπερβολικό. Το οικονομικό κλίμα έχει περάσει σε θετικό έδαφος και το Bloomberg Economics αναμένει ότι το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 0,7% φέτος, καλύτερα από τη στασιμότητα που παρατηρείται στη Γερμανία. Δημοσιονομικές ανησυχίες μαστίζουν επίσης τη Βρετανία μετά το Brexit, όπου οι αποδόσεις των 30ετών τίτλων είναι στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 27 ετών. Η γήρανση της κοινωνίας, οι εμπρηστικοί πολιτικοί και τα υψηλά ελλείμματα δεν είναι σπάνιο φαινόμενο και η Γαλλία παραμένει μια ελκυστική αγορά, λέει η Celine-Marie Mechain, συν-επικεφαλής της Goldman Sachs Group Inc. στο Παρίσι.
Ωστόσο, η εύθραυστη κατάσταση της Γαλλίας γίνεται όλο και πιο ορατή, καθώς η πολιτική διάθεση αγγίζει τα όρια του μηδενισμού και τα συμφέροντα ξεσκίζουν το ένα από το άλλο, αντί να αντιμετωπίσουν βαθιά ριζωμένα ζητήματα ανάπτυξης, παραγωγικότητας και δημογραφίας. Το περασμένο έτος είδαμε τη συρρίκνωση της χρηματοδότησης των νεοφυών επιχειρήσεων, τις αναδιαρθρώσεις εταιρικών χρεών να συσσωρεύονται και περισσότερες ενδείξεις ότι οι πλούσιοι ομογενείς κατευθύνονται σε πιο εύφορα εδάφη. Τα υψηλότερα ασφάλιστρα κινδύνου δεν θα βοηθήσουν: Οι εκτιμήσεις του γαλλικού υπουργείου Οικονομικών για το 2025 δείχνουν ότι μια αύξηση των επιτοκίων κατά 1% στο μεσομακροπρόθεσμο χρέος θα πρόσθετε περίπου 30 δισ. ευρώ σε επιπλέον πληρωμές τόκων έως το 2030. Αυτό είναι σχεδόν το μέγεθος του αμυντικού προϋπολογισμού, σε μια εποχή που οι Ευρωπαίοι χρειάζονται μια ενωμένη ήπειρο και επενδύσεις τρισεκατομμυρίων για να διασφαλίσουν το γεωπολιτικό τους μέλλον.
Χρειάζεται δράση, όχι εφησυχασμός. Με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να δηλώνει δημοσίως ότι οποιαδήποτε κατάρρευση κυβέρνησης της ευρωζώνης είναι “ανησυχητική”, ενώ παράλληλα προειδοποιεί για τους κινδύνους στην οικονομική ανάπτυξη από έναν πιο προστατευτικό κόσμο, τώρα είναι η ώρα να σχεδιάσουμε συντονισμένη δράση αντί να περιμένουμε το μεγάλο φινάλε του τσίρκου.