Εδώ και δύο δεκαετίες, το Ισραήλ πιέζει τις Ηνωμένες Πολιτείες να το συνδράμουν σε μια στρατιωτική επιχείρηση με στόχο την καταστροφή του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν. Η προηγμένη αεροπορία του Ισραήλ δεν είχε το βεληνεκές και τις ασφαλείς γραμμές διέλευσης για να υποστηρίξει από μόνη της έναν μεγάλο όγκο χτυπημάτων βαθιά μέσα στο Ιράν.

Στις 13 Ιουνίου, οι IDF ξεκίνησαν τη μεγάλης κλίμακας αεροπορική επίθεση στο Ιράν, η οποία, όπως δήλωσε ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου, αναμένεται να διαρκέσει τουλάχιστον δύο εβδομάδες. Γιατί, μετά από τόσα χρόνια, η ισραηλινή ηγεσία αποφάσισε ότι μπορεί να εξαπολύσει αυτή την επίθεση μόνη της;

Σίγουρα, η ισραηλινή Πολεμική Αεροπορία (IAF) βελτίωσε τις δυνατότητές της αυτά τα χρόνια: διαθέτει πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς όπως ο Golden Horizon, drones μεγάλης εμβέλειας, περισσότερα μαχητικά F-35I stealth (και τροποποιημένα), καθώς και ενισχυμένα συστήματα αεράμυνας για να αναχαιτίσουν τους βαλλιστικούς πυραύλους του Ιράν.

Ωστόσο. ένα κρίσιμο γεγονός συνέβη 7 μήνες νωρίτερα: η πτώση της κυβέρνησης Άσαντ στη Συρία.

Γεωγραφικά, Ιράν και Ισραήλ ήταν δύσκολο να εμπλακούν σε απευθείας πολεμική σύρραξη. Το Ιραν προστατευόταν από τα περίπου 600 μίλια εχθρικού -για το Ισραήλ- ενάεριου χώρου της Συρίας και του Ιράκ. Από την άλλη, η Τεχεράνη ανέπτυξε σταδιακά και άρχισε να συσσωρεύει βαλλιστικούς πυραύλους μεσαίου και ενδιάμεσου βεληνεκούς που θα μπορούσαν να χτυπήσουν στο Ισραήλ.

Τα μαχητικά αεροσκάφη που μεταφέρουν βαρύ οπλισμό και εφεδρικά καύσιμα δεν μπορούν να πετάξουν όσο μακριά προβλέπουν οι προδιαγραφές μέγιστης εμβέλειας για τα “καθαρά” αεροσκάφη. Όμως η IAF θα μπορούσε να πραγματοποιήσει επιδρομές μεγάλων αποστάσεων χρησιμοποιώντας τα επτά αεροσκάφη KC-707 Re’em (και τα επτά KC-130H), όπως έκανε επανειλημμένα το 2024.

Η αεράμυνα του Ιράκ καταστράφηκε από τις ΗΠΑ το 2003, αλλά τα ισραηλινά αεροσκάφη έπρεπε να περάσουν από τον εναέριο χώρο της Συρίας για να φτάσουν στο Ιράκ. Και οι εναλλακτικές διαδρομές πάνω από την Ιορδανία και τη Σαουδική Αραβία μπορεί να μην αντιμετωπίζονταν φιλικά από τα εν λόγω κράτη που έχουν σημαντικότερες δυνατότητες αεράμυνας.

Η πτώση του καθεστώτος Άσαντ μπορεί να φαίνεται ασήμαντη, δεδομένου ότι το σύστημα αεράμυνας της Δαμασκού δεν μπόρεσε να ανακόψει επί 14 χρόνια τις ισραηλινές επιδρομές, καταρρίπτοντας μόνο ένα ισραηλινό F-16 το 2018. Η Ισραηλινή Πολεμική Αεροπορία “δίδαξε” πώς καταστρέφεις την εχθρική αεράμυνα όταν διέλυσε τους συριακούς πυραύλους γη-αέρος στον Λίβανο το 1982.

Ωστόσο, το να πρέπει συνεχώς να παρακάμπτει, να εξουδετερώνει ή να καταστρέφει τη συριακή αεράμυνα ήταν μια αποστολή με κινδύνους και σπατάλη πόρων για την Ισραηλινή Πολεμική Αεροπορία που έβλεπε την απόδοσή της να “μειώνεται” ενόψει μια πιθανής σύγκρουσης με το Ιράν.

Επιπλέον, το Ισραήλ δεν μπορούσε να διακινδυνεύσει να στείλει τα KC-707 του στον συριακό εναέριο χώρο όσο η Δαμασκός είχε ενεργά πυραυλικά συστήματα μεγάλου βεληνεκούς και ύψους, όπως οι S-200 και S-300.

Αυτό άλλαξε όταν ανατράπηκε η κυβέρνηση του Μπασάρ αλ Άσαντ από τις δυνάμεις των ανταρτών τον περασμένο Δεκέμβριο. Ο στρατός του Άσαντ κατέρρευσε, η αεροπορία και η αεράμυνα της Συρίας αδρανοποιήθηκαν πλήρως. Αν και η νέα κυβέρνηση ήταν εχθρική προς το Ιράν, ο Νετανιάχου έδωσε εντολή στην IAF να βομβαρδίσει τα εγκαταλελειμμένα πολεμικά αεροπλάνα αλλά και τα εναπομείναντα συστήματα αεράμυνας της Συρίας, “απαγορεύοντας” στη νέα κυβέρνηση στη Δαμασκό να διεκδικήσει την κυριαρχία του εναέριου χώρου της.

Έτσι άνοιξε ένας ασφαλής διάδρομος για τα ισραηλινά πολεμικά πλοία ώστε να συνοδεύουν τα ισραηλινά μαχητικά και να τα ανεφοδιάζουν ως τις παρυφές της ζώνης αεράμυνας του Ιράν – ουσιαστικά τα ισραηλινά μαχητικά διεύρυναν σημαντικά την εμβέλεια δράσης τους.

Το να μην χρειάζεται να καταστέλλεται ταυτόχρονα η αεράμυνα της Συρίας και του Ιράν ήταν ένα πλεονέκτημα για το Τελ Αβίβ. Ο ασφαλής διάδρομος έδωσε περισσότερες επιλογές στο Ισραήλ για την αναζήτηση και διάσωση πιλότων ή για την εισβολή ειδικών δυνάμεων στο ιρανικό έδαφος και -ακόμα πιο σημαντικό- για την απομάκρυνσή τους από το Ιράν με το πέρας της αποστολής τους όπως έγινε στις 13 Ιουνίου. Ειδικότερα, δύο αεροσκάφη C-130 ή KC-130H καταγράφηκαν να πετούν σε χαμηλό ύψος πάνω από τη Συρία εκείνο το πρωί.

Όλες αυτές οι κινήσεις θα ενείχαν μεγαλύτερο κίνδυνο αν έπρεπε τα ισραηλινά αεροσκάφη να διασχίσουν εκατοντάδες μίλια συριακής αεράμυνας.

Οι αποτυχίες του Ιράν

Η πτώση του Άσαντ ήταν η τελευταία και πιο σοβαρή αποτυχία για το Ιράν. Πριν το 2024, Ιράν και Χεζμπολάχ είχαν δημιουργήσει οπλοστάσια με πυραύλους μεγάλης εμβέλειας, ρουκέτες και drones. Κανείς δεν γνώριζε πόσο αποτελεσματικά θα μπορούσε να αντιμετωπίσει το Ισραήλ μια μαζική επίθεση εναντίον του.

Το “κακό” ξεκίνησε από τις ήπιας κλίμακας επιθέσεις της Χεζμπολάχ εναντίον του Ισραήλ, σε υποστήριξη της Χαμάς. Αποτέλεσμα ήταν τα μαζικά αντίποινα του Ισραήλ, που σκότωσε ηγετικά στελέχη της Χεζμπολάχ σε μια συντονισμένη επίθεση με παγιδευμένους βομβητές και ασύρματους που ανατινάχτηκαν, βομβάρδισε οπλοστάσια και καταφύγια της διοίκησης της Χεζμπολάχ και εξόντωσε τον ηγέτη Χασάν Νασράλα. Η Χεζμπολάχ δεν μπόρεσε να αντιδράσει πειστικά.

Το δεύτερο “κακό” είναι οι σύντομες, αλλά μεγάλες επιθέσεις που εξαπέλυσε το Ιράν κατά του Ισραήλ: πρώτα με 320 drones και πυραύλους τον περσινό Απρίλιο και μετά τον Οκτώβριο με 200 βαλλιστικούς πυραύλους. Η αμυντική προσπάθεια του Ισραήλ να αποκρούσει αυτές τις επιθέσεις -με τη συνδρομή των αεροπορικών και ναυτικών δυνάμεων των ΗΠΑ και πολλών ακόμη κρατών- ήταν μεγάλης κλίμακας, κόστισε ακριβά αλλά ήταν επιτυχημένη, καθώς δεν είχε πολλές απώλειες σε ανθρώπινες ζωές ούτε και μεγάλες ζημιές σε στρατιωτικό εξοπλισμό.

Οι επιθέσεις του Ιράν έδωσαν στην ισραηλινή ηγεσία τη δυνατότητα να καταλάβουν καλύτερα τις επιχειρησιακές του ικανότητες για χτυπήματα μεγάλου βεληνεκούς. Το Ιράν απεδείχθη λιγότερο ικανό απ’ ό,τι φοβούνταν οι περισσότεροι.

Η ισραηλινή αντεπίθεση στις 26 Οκτωβρίου κατέστρεψε τα πιο εξελιγμένα συστήματα αεράμυνας του Ιράν: τους ρωσικούς S-300.

Άθελά της η Τεχεράνη αποπνέει λιγότερο φόβο μετά τις επιθέσεις της. Η Συρία έπαψε να είναι “μαξιλαράκι ασφαλείας” μετά την πτώση του Άσαντ. Η εκλογή του Τραμπ σηματοδότησε ότι οι ΗΠΑ θα ήταν πιο θετικά διακείμενες στο να υποστηρίξουν μια ισραηλινή επίθεση κατά του Ιράν, είτε συμφωνώντας εκ των προτέρων με τη στρατιωτική επιχείρηση είτε μη τιμωρώντας το Ισραήλ που επιτέθηκε.

Το Ισραήλ κατέστρεψε την αεράμυνα του Ιράν. Και τώρα;

Η IAF επιτίθεται σε στόχους σε όλο το δυτικό Ιράν, χωρίς εμφανείς απώλειες αεροσκαφών έως τώρα. Ωστόσο, δεν διαθέτει τα κατάλληλα όπλα για να χτυπήσει στο υπέδαφος του Ιράν και να καταστρέψει τις πυρηνικές εγκαταστάσεις στη Νατάνζ και στο Φορντό. Υπάρχουν αναφορές ότι οι εγκαταστάσεις στη Νατάνζ έχουν υποστεί σημαντικές ζημιές λόγω απώλειας ηλεκτρικής ενέργειας. Το Φορντό, πάντως, που βρίσκεται κυριολεκτικά κάτω από ένα βουνό, αν έχει υποστεί ζημιές, αυτές είναι ελάχιστες.

Ίσως οι IDF να βγάλουν “κάποιον λαγό από το καπέλο τους”: ένα μυστικό όπλο ή μια επικίνδυνη επιδρομή κομάντος. Ή ο Νετανιάχου μπορεί να ελπίζει ότι τα αντίποινα του Ιράν θα αναγκάσουν τις ΗΠΑ να εμπλακούν στον πόλεμο και να χτυπήσουν με βόμβες GBU-57 βαθιάς διείσδυσης.

Ο Νετανιάχου έχει θέσει ως στόχο την αλλαγή του καθεστώτος της Τεχεράνης. Ίσως ικανοποιηθεί από κάποιες πολύ σημαντικές πολιτικές παραχωρήσεις. Ενδέχεται όμως να επιμείνει πεισματικά στις επιθέσεις σσε βάρος του Ιράν για να μην επιτρέψει την ανακατασκευή πυρηνικών εγκαταστάσεων ή την ανάπτυξη βαλλιστικών πυραύλων – όπως έκανε με τη Συρία που τη βομβάρδιζε για πάνω από μια δεκαετία.

Ωστόσο, η γεωγραφία μπορεί αποτελεί πρόβλημα σε ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο βομβαρδισμού λόγω του “στρατηγικού βάθους” του Ιράν. Η Τεχεράνη θα μπορούσε να ανοικοδομήσει εγκαταστάσεις και να ανασυγκροτήσει δυνάμεις στο ανατολικό Ιράν, όπου η ικανότητα κρούσης του Ισραήλ είναι πολύ πιο περιορισμένη.

Forbes