Matt Randolph
Μία από τις σημαντικότερες προεκλογικές υποσχέσεις του Ντόναλντ Τραμπ ήταν να τερματίσει τον πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Έχουμε Αύγουστο, είμαστε στον όγδοο μήνα της διακυβέρνησης Τραμπ, και ο πόλεμος μαίνεται. Φαίνεται ότι η αμερικανική κυβέρνηση έχει επιλέξει το πεδίο όπου θέλει να δώσει αυτήν τη μάχη: είναι στην Κίνα και στην Ινδία. Στην αρχή της σύγκρουσης, η κυβέρνηση Μπάιντεν επέβαλε κυρώσεις στο ρωσικό πετρέλαιο. Σύμφωνα με το Κέντρο Έρευνας για την Ενέργεια και τον Καθαρό Αέρα (Centre for Research on Energy and Clean Air), οι κυρώσεις αυτές ήταν ως επί το πλείστον αναποτελεσματικές, καθώς το πετρέλαιο απλώς ανακατευθύνθηκε προς την Κίνα, την Ινδία και την Τουρκία. Και σαν μην έφτανε αυτό, από το λιμάνι Ceyhan της Τουρκίας έφευγαν ρωσικά πετρελαιοειδή προς την ΕΕ.
Στο τέλος του 2022, η G7 επέβαλε πλαφόν 60 δολαρίων στην τιμή του ρωσικού πετρελαίου. Σύμφωνα με το αμερικανικό Υπουργείο Οικονομικών, σκοπός του πλαφόν ήταν να περιοριστεί η τιμή πώλησης που θα μπορούσαν να πετύχουν οι Ρώσοι για το πετρέλαιό τους, χωρίς να απομακρυνθούν τα βαρέλια αυτά από την αγορά. Αυτό θα μείωνε τα κέρδη της Ρωσίας, ενώ παράλληλα θα διατηρούσε τις ροές πετρελαίου και θα απέτρεπε ένα σοκ τιμών. Η αντίδραση της Κίνας και της Ινδίας στο πλαφόν ήταν να αγοράσουν ακόμη περισσότερο πετρέλαιο με έκπτωση από τη Ρωσία. Τον Μάιο του 2023, το Ινστιτούτο Ενεργειακών Ερευνών ανέφερε ότι οι αγορές πετρελαίου από τα δύο κράτη σημείωσαν ρεκόρ, συνολικά 110 εκατ. βαρέλια μηνιαίως, μια αύξηση της τάξης του 10% σε σύγκριση με τον Απρίλιο του 2023. Η Κίνα και η Ινδία, που εξαρτώνται σημαντικά από τις εισαγωγές πετρελαίου και κατατάσσονται στην πρώτη και τρίτη θέση αντίστοιχα στη σχετική κατηγορία, θα εκμεταλλευθούν οποιαδήποτε ευκαιρία για να αγοράσουν φθηνό πετρέλαιο.
Πριν την επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο, η κυβέρνηση Μπάιντεν προσπάθησε να αποθαρρύνει την Ινδία και την Κίνα από το να συνεχίσουν να αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο με discount. Απείλησε με νέες κυρώσεις και έδωσε εναλλακτικές στην προσφορά για να βοηθήσει την Ινδία να κινηθεί σε άλλες αγορές, αλλά οι προσπάθειες της Ουάσιγκτον δεν απέδωσαν. Οι κυρώσεις στο ρωσικό πετρέλαιο, σε συνδυασμό με το πλαφόν, δεν ήταν αποτυχία – απλώς δεν έφεραν τον τερματισμό του πολέμου. Εντούτοις ο αντίκτυπος τους έγινε αισθητός στη Ρωσία, καθώς τα ετήσια έσοδα από το πετρέλαιο μειώθηκαν κατά 50%, σύμφωνα με τοη δεξαμενή σκέψης Bruegel. H σημαντική μείωση των εσόδων έφερε περικοπές σε κοινωνικές υπηρεσίες όπως η υγειονομική περίθαλψη και η εκπαίδευση, επιπλέον, οι δημόσιες συντάξεις “πάγωσαν” και ο πληθωρισμός αυξήθηκε στο 12%. Η επιβάρυνση των κοινωνικών υπηρεσιών προκάλεσε διαμαρτυρίες στο εσωτερικό της χώρας, κυρίως το 2024.
Πώς ο Τραμπ αλλάζει τις αγορές πετρελαίου
Ο Τραμπ ανέλαβε τα προεδρικά καθήκοντά του τον Ιανουάριο του 2025 και από την τρίτη ημέρα της θητείας του ζήτησε από τον OPEC+ να αυξήσει την παραγωγή πετρελαίου. Τα περισσότερα επιχειρήματά του αφορούσαν τη μείωση των τιμών της βενζίνης και τη μείωση του πληθωρισμού στις ΗΠΑ. Δευτερευόντως άσκησε ακόμη μεγαλύτερη πίεση στη Ρωσία. Ο Τραμπ απείλησε να επιβάλει δασμούς 100% στην Κίνα την 1η Αυγούστου, αν οι Κινέζοι δεν σταματούσαν να αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο. Έπειτα, ο Αμερικανός πρόεδρος απείλησε την Ινδία, μέσω ανάρτησης στην πλατφόρμα Truth Social, με βαρύτερους δασμούς αν δεν έκανε το ίδιο. Στο μεταξύ, ο OPEC ανακοίνωσε άλλη μια αύξηση της παραγωγής κατά 574.000 βαρέλια ημερησίως, γεγονός που φέρνει την αύξηση της παραγωγής στα 2,2 εκατ. βαρέλια ημερησίως από όταν άνοιξε αυτός ο κύκλος. Οι εξελίξεις μπορούν να πάρουν ένα σωρό διαφορετικές τροπές, μα καμία από αυτές δεν είναι θετική για τους καταναλωτές στις ΗΠΑ.
Βρισκόμαστε πλέον στο στάδιο της διαπραγμάτευσης, όπου οι προσπάθειες του Τραμπ να πιέσει τους ηγέτες της Κίνας και της Ινδίας να ανακατευθύνουν τις ροές εισαγωγής πετρελαίου από διαφορετικές πηγές μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά την αμερικανική οικονομία. Οι οικονομολόγοι προχωρούν σε εκτιμήσεις για το ποιες μπορεί να είναι οι πραγματικές επιπτώσεις των δασμών στους καταναλωτές. Οι επιπτώσεις, αναμφισβήτητα, θα γίνουν αισθητές. Διαφορετικές απόψεις υπάρχουν αναφορικά με τον βαθμό που θα γίνουν αισθητές και τη σοβαρότητά τους. Όπως και στη Μέση Ανατολή τις προηγούμενες δεκαετίες, οι αγορές πετρελαίου παίζουν και σήμερα καθοριστικό ρόλο στις παγκόσμιες στρατιωτικές συγκρούσεις και στην προοπτική επίλυσής τους.