Η συζήτηση για τους δασμούς επανέρχεται στις Ηνωμένες Πολιτείες, ωστόσο αναλυτές εκτιμούν ότι η κυβέρνηση του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ θα πρέπει να επικεντρωθεί αλλού για να περιορίσει την αυξανόμενη επιρροή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στους αμερικανικούς επιχειρηματικούς κολοσσούς.
Ο John Tamny υπενθυμίζει μέσα από άρθρο του ότι η σημασία της αμερικανικής αγοράς για τις εταιρείες εκτός ΗΠΑ παραμένει καταλυτική. Η Anna Worthington, διευθύντρια της βρετανικής αλυσίδας κουρείων Ruffians, δήλωσε στους New York Times πως «αν θέλετε να γίνετε brand και να πετύχει, πρέπει να λειτουργήσετε στις ΗΠΑ». Η φράση αυτή, σημειώνει ο αρθρογράφος, αναδεικνύει τη δύναμη της αμερικανικής οικονομίας ως παγκόσμιου σημείου αναφοράς.
Παρά το γεγονός ότι οι ΗΠΑ αποτελούν πόλο έλξης για ξένα brands, η ίδια δυναμική ισχύει και αντιστρόφως: τα αμερικανικά προϊόντα και υπηρεσίες είναι εξαιρετικά δημοφιλή διεθνώς. Ο Tamny υπενθυμίζει την ανάπτυξη εταιρειών όπως η McDonald’s, η Starbucks και η Apple στην Κίνα, όπου λειτουργούν χιλιάδες καταστήματα και πωλούνται σημαντικοί όγκοι προϊόντων.
Ωστόσο, οι νέες ευρωπαϊκές Οδηγίες βιωσιμότητας, η CS3D και η CSRD, δημιουργούν σημαντικούς περιορισμούς στις αμερικανικές επιχειρήσεις. Αφορούν εταιρείες με έσοδα άνω των 450 εκατ. ευρώ εντός ΕΕ, επιβάλλοντας υποχρεώσεις που –σύμφωνα με το Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο– συνιστούν μορφή κανονιστικής υπεροχής της ΕΕ. Το Επιμελητήριο προειδοποιεί ότι οι ΗΠΑ ενδέχεται να οδηγηθούν σε περιβάλλον όπου οι αμερικανικές εταιρείες πρέπει να προσαρμόσουν τις παγκόσμιες δραστηριότητές τους σε κανονιστικά πλαίσια που δεν ισχύουν βάσει του αμερικανικού δικαίου.
Οι απαιτήσεις αυτές χαρακτηρίζονται ως δαπανηρές, καθώς επεκτείνονται ακόμη και σε δραστηριότητες εκτός ευρωπαϊκού εδάφους. Ο οικονομολόγος Harold Furchtgott-Roth του Hudson Institute εκτιμά ότι το κόστος συμμόρφωσης θα μπορούσε να φθάσει έως και 1 τρισ. δολάρια για τις αμερικανικές επιχειρήσεις.
Παρά το εύλογο αίτημα αντίδρασης, ο αρθρογράφος υποστηρίζει ότι η Ουάσινγκτον δεν πρέπει να απαντήσει με νέους δασμούς, οι οποίοι πλήττουν και την αμερικανική οικονομία. Αντιθέτως, η κυβέρνηση Τραμπ καλείται να καταστήσει σαφές ότι οι αμερικανικές εταιρείες δεν λογοδοτούν σε ευρωπαϊκούς ρυθμιστικούς φορείς για δραστηριότητες εντός ΗΠΑ και ότι δεν θα υποχρεωθούν να ευθυγραμμιστούν με ευρωπαϊκά πρότυπα.
Καταλήγοντας, ο Tamny σημειώνει ότι η αγορά που προσφέρει μεγαλύτερη ανάπτυξη είναι εκείνη που έχει τη μεγαλύτερη δύναμη — και η φράση της Worthington δείχνει, όπως γράφει, ποιος χρειάζεται περισσότερο ποιον.
