Του Κώστα Ράπτη

Το εμπορικό πλεόνασμα της Κίνας ξεπέρασε για πρώτη φορά το ένα τρισεκατομμύριο δολάρια, ένδειξη ότι ο εμπορικός πόλεμος με τις Ηνωμένες Πολιτείες εξελίσσεται σε στρατηγική ήττα για τον Ντόναλντ Τραμπ. Αντιμέτωπη με τους υψηλούς αμερικανικούς δασμούς, η κινεζική μεταποίηση αναπροσανατόλισε τις εξαγωγές της εκτός αμερικανικής αγοράς, ενισχύοντας τις πωλήσεις προς την Ευρώπη, την Αυστραλία και τη Νοτιοανατολική Ασία.

Σύμφωνα με τα τελευταία τελωνειακά στοιχεία, οι κινεζικές εξαγωγές αυξήθηκαν τον Νοέμβριο κατά 5,9% σε ετήσια βάση, αντιστρέφοντας τη συρρίκνωση -1,1% του Οκτωβρίου και ξεπερνώντας την πρόβλεψη του Reuters για άνοδο 3,8%. Οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 1,9%, έναντι ανόδου 1% τον Οκτώβριο (με πρόβλεψη για 3%). Το μηνιαίο εμπορικό πλεόνασμα ανήλθε σε 111,68 δισ. δολάρια, το υψηλότερο επίπεδο από τον Ιούνιο, έναντι 90,07 δισ. τον Οκτώβριο (και πρόβλεψης για 100,2 δισ.).

Συνολικά, στο ενδεκάμηνο του έτους, το κινεζικό πλεόνασμα έχει πλέον υπερβεί το 1 τρισ. δολάρια, για πρώτη φορά στην ιστορία. Όπως σημειώνει το Reuters, το Πεκίνο έχει εντείνει τη διαφοροποίηση των εξαγωγικών του αγορών από τότε που ο Τραμπ κέρδισε τις εκλογές του 2024, επιδιώκοντας στενότερους δεσμούς με τη Νοτιοανατολική Ασία και την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ αξιοποιεί το παγκόσμιο παραγωγικό αποτύπωμα κινεζικών εταιρειών για δημιουργία νέων κόμβων με χαμηλότερους δασμούς.

Οι εξαγωγές προς τις ΗΠΑ μειώθηκαν τον Νοέμβριο κατά 29% σε ετήσια βάση, την ώρα που οι εξαγωγές προς την ΕΕ αυξήθηκαν κατά 14,8%. Οι αποστολές προς την Αυστραλία ενισχύθηκαν κατά 35,8%, ενώ οι αναπτυσσόμενες οικονομίες της Νοτιοανατολικής Ασίας εισήγαγαν 8,2% περισσότερα κινεζικά αγαθά.

Ο μέσος δασμός των ΗΠΑ στα κινεζικά προϊόντα έχει ανέλθει στο 47,5%, επίπεδο σημαντικά υψηλότερο από το όριο του 40%, πάνω από το οποίο, σύμφωνα με οικονομολόγους, διαβρώνονται τα περιθώρια κέρδους των Κινέζων εξαγωγέων. Η μειωμένη πρόσβαση στην αγορά των ΗΠΑ μετά την επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο εκτιμάται ότι περιόρισε την αύξηση των κινεζικών εξαγωγών κατά περίπου 2 ποσοστιαίες μονάδες, ισοδύναμες με περίπου 0,3% του κινεζικού ΑΕΠ.

Η απροσδόκητη ύφεση του Οκτωβρίου, που ακολούθησε την άνοδο 8,3% τον Σεπτέμβριο, ερμηνεύεται ως ένδειξη ότι η κινεζική τακτική των «εμπροσθοβαρών» εξαγωγών πριν την πλήρη ισχύ των δασμών του Τραμπ έχει ολοκληρώσει τον κύκλο της. Παρά τη βελτίωση στις νέες παραγγελίες εξαγωγών τον Νοέμβριο, αυτές παραμένουν σε φάση συρρίκνωσης, ενώ επίσημη έρευνα δείχνει ότι ο βιομηχανικός τομέας συρρικνώθηκε για όγδοο συνεχόμενο μήνα, υπογραμμίζοντας τη συνεχιζόμενη αβεβαιότητα.

Την ίδια στιγμή, οι εξαγωγές σπάνιων γαιών της Κίνας αυξήθηκαν κατά 26,5% σε μηνιαία βάση τον Νοέμβριο, τον πρώτο πλήρη μήνα μετά τη συμφωνία Σι – Τραμπ στη Νότια Κορέα για επιτάχυνση των αποστολών κρίσιμων ορυκτών από το μεγαλύτερο διυλιστήριο στον κόσμο. Στον αγροτικό τομέα, οι εισαγωγές σόγιας οδεύουν προς το καλύτερο έτος τους, με τους Κινέζους αγοραστές να αυξάνουν τις παραγγελίες από Αμερικανούς παραγωγούς, πέραν των σημαντικών αγορών από Λατινική Αμερική.

Ωστόσο, η εγχώρια ζήτηση στην Κίνα παραμένει ασθενής, λόγω της παρατεταμένης κρίσης στην αγορά ακινήτων. Το Πολιτικό Γραφείο του Κομμουνιστικού Κόμματος δεσμεύτηκε να λάβει μέτρα τόνωσης της εσωτερικής ζήτησης, την οποία οι αναλυτές θεωρούν κρίσιμη για τον «απογαλακτισμό» της οικονομίας των 19 τρισ. δολαρίων από την εξάρτησή της από τις εξαγωγές.

Σύμφωνα με τους Asia Times, το νέο κείμενο της Στρατηγικής Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ που δημοσιοποίησε η κυβέρνηση Τραμπ αποτυπώνει μια σιωπηρή αναγνώριση από τον Λευκό Οίκο ότι οι πιθανότητες επικράτησης στον εμπορικό πόλεμο είναι περιορισμένες. Ο Τραμπ, πάντως, δεν αναγνωρίζει προσωπικό λάθος, αλλά κατηγορεί τους προκατόχους του, υποστηρίζοντας ότι η ενθάρρυνση επενδύσεων και outsourcing στην Κίνα δεν οδήγησε στην ένταξη του Πεκίνου σε μια «διεθνή τάξη βασισμένη σε κανόνες», αλλά στο αντίθετο.

Το κείμενο της στρατηγικής τονίζει:
“Στο μέλλον, θα επαναφέρουμε την ισορροπία στην οικονομική σχέση της Αμερικής με την Κίνα, δίνοντας προτεραιότητα στην αμοιβαιότητα και τη δικαιοσύνη για την αποκατάσταση της αμερικανικής οικονομικής ανεξαρτησίας. Το εμπόριο με την Κίνα θα πρέπει να είναι ισορροπημένο και να επικεντρώνεται σε μη ευαίσθητους παράγοντες. Εάν η Αμερική παραμείνει σε τροχιά ανάπτυξης και μπορεί να τη διατηρήσει, παράλληλα με μια αμοιβαία πραγματικά επωφελή οικονομική σχέση με το Πεκίνο, θα πρέπει να οδεύουμε από την τρέχουσα οικονομία μας των 30 τρισ. δολαρίων το 2025 σε 40 τρισ, δολάρια τη δεκαετία του 2030, θέτοντας τη χώρα μας σε μια αξιοζήλευτη θέση για να διατηρήσει την ιδιότητά της ως η κορυφαία οικονομία στον κόσμο”.

Η έκθεση αναφέρει ότι η Κίνα έχει ανακυκλώσει περίπου 1,3 τρισ. δολάρια από τα εμπορικά της πλεονάσματα σε δάνεια προς τον Παγκόσμιο Νότο, κίνηση που εκτιμάται ότι δημιουργεί νέες προκλήσεις εθνικής ασφάλειας για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους. Επισημαίνεται ότι Ευρώπη, Ιαπωνία, Νότια Κορέα και άλλες χώρες κατέχουν συλλογικά περίπου 7 τρισ. δολάρια σε καθαρά ξένα περιουσιακά στοιχεία, ενώ τα διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένων των πολυμερών τραπεζών ανάπτυξης, κατέχουν συνολικά 1,5 τρισ. δολάρια. Παρ’ όλα αυτά, η συλλογική τους ικανότητα “δεν έχει ευθυγραμμιστεί στρατηγικά”, αφήνοντας ανοιχτό πεδίο στον κινεζικό οικονομικό ακτιβισμό.

Capital.gr