Ο καθορισμός Ενιαίου Κατώτατου Μισθού (ΕΚΜ) στην Κύπρο απαιτεί λεπτή ισορροπία μεταξύ της κοινωνικής προστασίας των εργαζομένων και της βιωσιμότητας και ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, αναφέρει σε ανακοίνωσή του το Συμβούλιο Οικονομίας και Ανταγωνιστικότητας Κύπρου (ΣΟΑΚ).

Όπως επισημαίνει, τα δύο αυτά σκέλη δεν είναι ανεξάρτητα ούτε κατ’ ανάγκη συγκρουόμενα, καθώς η ύπαρξη βιώσιμων και ανταγωνιστικών επιχειρήσεων αποτελεί βασικό παράγοντα για τη δημιουργία καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας, ενώ η διασφάλιση αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης λειτουργεί ως πόλος έλξης και ενισχύει την παραγωγικότητα του εργατικού δυναμικού.

Μέσο-μακροπρόθεσμες επιπτώσεις και διαφοροποιήσεις

Το ΣΟΑΚ τονίζει ότι ο μηχανισμός καθορισμού του ΕΚΜ θα πρέπει να λάβει υπόψη τις πιο πάνω παραμέτρους και να δώσει έμφαση στις μέσο-μακροχρόνιες επιπτώσεις, ιδίως σε τομείς και θέσεις εργασίας μόνιμου χαρακτήρα.

Παράλληλα, εισηγείται όπως, όπου είναι πρακτικά δυνατό, εξεταστούν και υιοθετηθούν μέτρα και κριτήρια διαφοροποίησης ή εξαιρέσεων ανά τομέα, ηλικία, τύπο απασχόλησης και γεωγραφική περιοχή, ώστε ο καθορισμός του ΕΚΜ να είναι πιο αποτελεσματικός και να περιορίζονται οι παράπλευρες αρνητικές επιπτώσεις.

Μέχρι να τροχιοδρομηθούν οι πιο πάνω ρυθμίσεις, το Συμβούλιο συστήνει να αποφευχθούν ενέργειες που θα μπορούσαν να προκαλέσουν αναστάτωση στην αγορά, πληθωριστικές πιέσεις ή μη ανατρέψιμα προηγούμενα.

Κρίσιμα κριτήρια πριν τον καθορισμό

Το ΣΟΑΚ απαριθμεί συγκεκριμένα κριτήρια που πρέπει να προηγηθούν του καθορισμού του ΕΚΜ, μεταξύ των οποίων:

  • διαφοροποίηση κλάδων και παραγωγικότητας,
  • ανταγωνιστικότητα της οικονομίας,
  • επίδραση στην απασχόληση και στο κόστος διαβίωσης ευάλωτων ομάδων,
  • αδήλωτη και παράνομη εργασία,
  • παράπλευρες επιπτώσεις,
  • διαφάνεια και δημιουργία προηγούμενου.

Αναφορικά με τη διαφοροποίηση κλάδων, το Συμβούλιο σημειώνει ότι η κυπριακή οικονομία βασίζεται σε πολύ διαφορετικούς τομείς — όπως τουρισμός και εστίαση, λιανεμπόριο, κατασκευές, χρηματοοικονομικές υπηρεσίες και δημόσιος τομέας — οι οποίοι επηρεάζονται σε διαφορετικό βαθμό από τον ΕΚΜ, λόγω της δομής των λειτουργικών τους εξόδων.

Σε ό,τι αφορά την ανταγωνιστικότητα, επισημαίνεται ότι ορισμένοι τομείς αντιμετωπίζουν έντονο εξωγενή ανταγωνισμό, γεγονός που καθιστά κρίσιμη την αξιολόγηση της επίπτωσης μιας αύξησης του λειτουργικού κόστους στην εξωτερική ζήτηση.

Κίνδυνοι για απασχόληση και ευάλωτες ομάδες

Το ΣΟΑΚ προειδοποιεί ότι μια σημαντική και οριζόντια αύξηση του ΕΚΜ ενδέχεται να επηρεάσει περισσότερο τις ευάλωτες ομάδες, δημιουργώντας πληθωριστικές πιέσεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε συρρίκνωση του πραγματικού εισοδήματος των χαμηλόμισθων. Σε περίπτωση απώλειας θέσεων εργασίας, σημειώνει, οι ανειδίκευτοι εργάτες και οι νεοεισερχόμενοι στην αγορά εργασίας αναμένεται να πληγούν περισσότερο.

Παράλληλα, εκτιμάται ότι μπορεί να χαθούν θέσεις εργασίας που καλύπτονται από άτομα προσωρινής ή μερικής απασχόλησης, όπως φοιτητές ή άτομα που επιδιώκουν συμπληρωματικό εισόδημα.

Αδήλωτη εργασία και διαφάνεια

Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στην αδήλωτη και παράνομη εργασία, η οποία —σύμφωνα με ανεξάρτητες μελέτες— παραμένει σε υψηλά επίπεδα. Το ΣΟΑΚ υπογραμμίζει ότι το φαινόμενο αυτό οδηγεί σε απώλεια κρατικών εσόδων, δημιουργεί αθέμιτο ανταγωνισμό και μεταφέρει πόρους σε λιγότερο παραγωγικούς τομείς.

Τέλος, το Συμβούλιο επισημαίνει ότι ο καθορισμός του ΕΚΜ πρέπει να γίνεται μέσω διαφανών και επιστημονικά θεσμοθετημένων διαδικασιών, και όχι ως αποτέλεσμα συγκυριακών διαπραγματεύσεων, που εξαρτώνται από τη διαπραγματευτική ισχύ της εκάστοτε πλευράς.