Η σχετικά μικρή εμπειρία που υπάρχει από τη λειτουργία υφυπουργείων, με βάση τα πεπραγμένα στο Ναυτιλίας και το Τουρισμού, δείχνει πως η δημιουργία τους ήταν σημαντική και όντως ήταν αναγκαία για τους τομείς που διαχειρίζονται. 
 
Κατέδειξε πως όντως ήταν τομείς που χρειάζονταν τον δικό τους πολιτικό προϊστάμενο και διαφορετικό μοντέλο λειτουργίας από αυτό που προϋπήρχε. Η περίπτωση του υφυπουργείου Καινοτομίας, η δημιουργία του οποίου προωθείται αυτήν την περίοδο στη Βουλή, είναι διαφορετική. Δεν πρόκειται για ένα υφυπουργείο που θα αναλάβει τον χειρισμό ενός συγκεκριμένου τομέα της οικονομίας, όπως τα δύο άλλα. Αντίθετα, θα πρέπει να αναλάβει να συντονίσει και να βοηθήσει όλα τα κρατικά τμήματα και υπηρεσίες στην προσπάθεια που καταβάλλουν για τη ψηφιακή μεταποίηση και την ενίσχυση της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. 
 
Το έργο λοιπόν που θα επιτελέσει το συγκεκριμένο υφυπουργείο είναι πολύ πιο πολύπλοκο από αυτό των άλλων υφυπουργείων. Η επιτυχία της προσπάθειας του δεν θα εξαρτηθεί από το δικό του έργο αλλά από τη θέληση των εμπλεκόμενων υπηρεσιών να εκσυγχρονιστούν και να εισέλθουν σε ένα νέα λειτουργικό και επιχειρησιακό περιβάλλον στο οποίο η τεχνολογία θα έχει τον πρώτο λόγο. Για να γίνει αυτό εφικτό, η δημιουργία ενός υφυπουργείου από μόνη της δεν αρκεί. Χρειάζεται προετοιμασία και κυρίως αλλαγή νοοτροπίας στα πλείστα τμήματα του δημόσιου τομέα. Δεν είναι αρκετό απλώς να προσπαθεί ένα νέο υφυπουργείο για αλλαγές. Δεν είναι καν αρκετό να εισαχθούν και να εφαρμοστούν νέα συστήματα εάν αυτοί που θα τα λειτουργούν δεν έχουν τύχει της κατάλληλης εκπαίδευσης και πρωτίστως δεν είναι έτοιμοι να υιοθετήσουν μία νέα κουλτούρα εργασίας. 
Η Κύπρος αν και λόγω μεγέθους θα μπορούσε να πρωτοπορεί σε θέματα διείσδυσης της τεχνολογίας στις κρατικές υπηρεσίες, δυστυχώς έχει μείνει πολύ πίσω και όχι άδικα κατακρίνεται για το συγκεκριμένο θέμα σε διεθνές επίπεδο. Η όποια αλλαγή λοιπόν, θα πρέπει να είναι στοχευμένη και να γίνει αφού προετοιμαστεί κατάλληλα του έδαφος.